Κυριακή 28 Ιουλίου 2024

Η Αγία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου: Η ιστορία για τα μήλα της ατεκνίας που αγιάζονται στους ναούς

Η Αγ. Ειρήνη ηγουμένη της Μονής Χρυσοβαλάντου

Χιλιάδες είναι οι μαρτυρίες πιστών γυναικών που η Αγία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου εισάκουσε τις προσευχές τους και τις βοήθησε να τεκνοποιήσουν.

Στους ιερούς ναούς, που τιμάται η μνήμη της Αγίας Ειρήνης της Χρυσοβαλάντου γίνεται σήμερα η Ευλόγηση των Μήλων, εις ανάμνησιν των τριών μήλων που δόθηκαν από τον Παράδεισο προερχόμενα, στην Οσία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου.

Λιτανεύονται τα μήλα μέσα στο ναό και κατόπιν τοποθετούνται μπροστά στη θαυματουργό εικόνα στο ιερό θρονί της Αγίας Ειρήνης, διαβάζεται η ειδική ευχή και αγιάζονται.

Η χάρη του Θεού τα μεταβάλλει σε άγια μήλα,τα οποία αν καταναλωθούν ύστερα από τριήμερη νηστεία και με πίστη, μπορούν να βοηθήσουν σε προβλήματα με ατεκνία, αλλά και σε άλλα προβλήματα υγείας. Υπάρχει καταγεγραμένο πλήθος τεκνοποιήσεων αλλά και κάθε είδος θαυμάτων.

Η Αγία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου και τα μήλα!

Κάποια χρονιά, ξημερώνοντας η γιορτή του μεγάλου Βασιλείου και μετά την τέλεση του εσπερινού, η αγία ξαγρυπνούσε προσευχόμενη. Πλησίαζε η ώρα του όρθρου και τότε η Ειρήνη ακούει κάποια φωνή να της λέει: «Υποδέξου το ναυτικό που σού φέρνει τα εσπεριδοειδή και φάε να ευφρανθεί η ψυχή σου».

Πράγματι, η οσία Ηγουμένη του Χρυσοβαλάντου συνάντησε τον άνθρωπο και τον ακούει να της εξιστορεί την εξής θαυμάσια ιστορία: Ήταν ναυτικός, πλοιοκτήτης ενός καραβιού, από την ιερή Πάτμο. Απέπλευσε με το πλοίο του από το βόρειο τμήμα του νησιού για την Πόλη και βρισκόταν λίγα μέτρα από τη στεριά, όταν βλέπει εκείνος και οι ναύτες κάποιον σεβάσμιο γέροντα να τους φωνάζει να σταματήσουν. Αυτό όμως ήταν αδύνατο, καθώς ο ισχυρός άνεμος έσπρωχνε το πλοίο στο ανοιχτό πέλαγος.

Τότε ο γέροντας φωνάζει με όλη τη δύναμή του και προστάζει το πλοίο να σταματήσει. Το καράβι ακινητοποιείται και ο ίδιος αρχίζει να βαδίζει πάνω στα ύδατα. Μπροστά στους κατάπληκτους ναύτες, επιβιβάζεται στο πλοίο και δίνει στον καπετάνιο τρία μήλα και του λέει: «Όταν πας στη Βασιλεύουσα, δώσε τα στον Πατριάρχη και πες του πως του τα στέλνει ο Πανάγαθος Θεός με τον δούλο Του Ιωάννη, από τον Παράδεισο».

Έπειτα δίνει στο ναύκληρο άλλα τρία μήλα προσθέτοντας: «Αυτά να τα πας της Ειρήνης, της Ηγουμένης του Χρυσοβαλάντου και να της πείς: φάγε από τους καρπούς του Παραδείσου που η αγνή ψυχή σου επεθύμησε». Λέγοντας αυτά, ο γέροντας ευλόγησε το πλήρωμα και το πλοίο ξεκίνησε και πάλι το ταξίδι του, ενώ ο ίδιος εξαφανίστηκε.

Ολοκληρώνοντας τη διήγησή του, ο ναυτικός προσκύνησε την Ειρήνη και της πρόσφερε τα μήλα. Η αγία τα δέχτηκε με δάκρυα ευλάβειας και ευγνωμοσύνης ευχαριστώντας τον άγιο ευαγγελιστή και απόστολο Ιωάννη.

Στο κελί της γονάτισε και ευχαρίστησε τον Χριστό για αυτό το δείγμα της εύνοιάς Του προς τη δούλη Του. Τα μήλα ήταν πραγματικά παραδεισένια, τόσο όμορφα σε σχήμα και χρώμα που όμοιά τους δεν υπήρχαν. Η ευωδιά τους πλημμύριζε τη μονή και οι αδελφές απορούσαν για το καινούργιο θαύμα που συντελούνταν στον ευλογημένο χώρο.

Η αγία Ειρήνη, με την έμφυτη ευφυία της και τη χάρη του αγίου Πνεύματος, εννόησε ότι το θείο αυτό δώρο ήταν ουράνια πρόσκληση. Όταν έφτασε η αγία και μεγάλη Τεσσαρακοστή, έκοψε το ένα μήλο σε λεπτά κομματάκια και έτρωγε ένα κομμάτι κάθε μέρα, απέχοντας από οποιαδήποτε άλλη τροφή, ακόμη και από το νερό.

Τη Μεγάλη Πέμπτη, ύστερα από τη θεία λειτουργία και αφού όλες οι μοναχές κοινώνησαν των Αχράντων Μυστηρίων, η Ειρήνη έκοψε και το δεύτερο μήλο και έδωσε σε κάθε αδελφή από ένα κομμάτι.

Τότε τους αποκάλυψε και την ιστορία του θείου δώρου και όλες μαζί δοξολογούσαν τον Ύψιστο για τα αναρίθμητα χαρίσματα προς την Ηγουμένη τους. Το τρίτο μήλο η Ειρήνη το φύλαξε για τις τελευταίες μέρες της επίγειας ζωής της.

Τη Μεγάλη Παρασκευή, οι αδελφές έψαλαν τα άγια και σωτήρια Πάθη και η Ειρήνη, μόνη της μέσα στο ιερό βήμα, γονατισμένη, είχε παραδοθεί σε προσευχή. Τότε είδε θαυμάσιο όραμα: άνοιξε ο θόλος του ναού και πλήθος αγγέλων εμφανίστηκαν, οι οποίοι έψαλλαν δοξαστικούς ύμνους και θυμιάτιζαν την αγία Τράπεζα.

Εμφανίστηκε και ο ίδιος ο Χριστός, θριαμβευτής με το σταυρό στον ώμο. Οι άγγελοι γονάτισαν να Τον χαιρετήσουν, ενώ η λάμψη Του θάμπωσε την Ειρήνη, η οποία αντικρίζοντας Τον ένιωσε το σκίρτημα του θείου έρωτα και χαμήλωσε το βλέμμα της. Όταν δειλά ύψωσε τα μάτια της και πάλι, το όραμα είχε χαθεί.

Δίπλα της βρισκόταν μόνο ο άγγελος-οδηγός της, που τόσες φορές την είχε διακονήσει: «Γίνου έτοιμή»της είπε απλά και εκείνη κατάλαβε ότι πλησίαζε η ώρα να διακονεί τους ανθρώπους από τα ουράνια.

Με το φωτισμό του αγίου Πνεύματος τακτοποίησε τις υποθέσεις του μοναστηριού και υπέδειξε την άξια διάδοχό της. Μια εβδομάδα πριν τη μεγάλη ημέρα, νήστεψε τρώγοντας μόνο από το παραδεισένιο μήλο και καθημερινά κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων.

Ξημέρωσε τέλος η Κυριακή, όπου για τελευταία φορά η Ειρήνη παρακολούθησε τη θεία λειτουργία, απάγγειλε το σύμβολο της πίστης μας, κοινώνησε, αγκάλιασε τις αδελφές και τους ζήτησε συγγνώμη και τέλος γονάτισε μπροστά στην Ωραία Πύλη, ύψωσε τα χέρια της και προσευχήθηκε για τελευταία φορά.

Σάββατο 27 Ιουλίου 2024

Ο Άγιος μεγαλομάρτυρας και ιαματικός Παντελεήμων

Ο Αγ. Παντελεήμων

Μητροπολίτης Σερβίων & Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός (+)

Ενός νέου ανθρώπου και γιατρού την ιερή μνήμη εορτάζει και τιμά σήμερα η Εκκλησία, του αγίου μεγαλομάρτυρα και ιαματικού Παντελεήμονος. Από την πρώτη εποχή η Εκκλησία έχει σε μεγάλη τιμή όσους, που βαπτίζονται στο αίμα τους, και δίνουν την καλή ομολογία και τη μαρτυρία Ιησού Χριστού. Μετά την υπεραγία Θεοτόκο, τους ασωμάτους Αγγέλους, τον πρόδρομο Ιωάννη και τους πανευφήμους Αποστόλους, καθώς ακούμε κάθε ήμερα στην Απόλυση της ιερής Ακολουθίας, η Εκκλησία μνημονεύει τους καλλινίκους Μάρτυρες και ζητάει την πρεσβεία τους, για να μας ελεήσει και να μας σώσει ο Θεός.

Ο άγιος Παντελεήμων είναι από τα ένδοξα θύματα του μεγάλου διωγμού του Διοκλητιανού. Το 303 ο γέρος πια Διοκλητιανός, αυτοκράτορας του ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, υπέγραψε το διάταγμα για την εξόντωση των χριστιανών. Πατρίδα του αγίου Παντελεήμονος ήταν η Νικομήδεια, όπου ήσαν και τα ανάκτορα του Διοκλητιανού. Ο πατέρας του, Ευστόργιος το όνομα, ήταν ειδωλολάτρης, πλούσιος κι ανώτερος αξιωματούχος του κράτους. Η μητέρα του, Ευβούλη το όνομα, ήταν χριστιανή κι έσπειρε φυσικά τα πρώτα σπέρματα της πίστης και της ευσέβειας στη ψυχή του παιδιού της· πέθανε όμως πρόωρα και το παιδί έμεινε στη φροντίδα του πατέρα του.

Όταν ο Παντολέων ήλθε σε ηλικία, Παντολέων ήταν πρώτα το όνομα του αγίου Παντελεήμονος, ο πατέρας του τον εμπιστεύθηκε στον ανακτορικό γιατρό Ευφρόσυνο, για να σπουδάσει κοντά του την ιατρική. Τότε ο Παντολέων γνωρίσθηκε με το χριστιανό ιερέα Ερμόλαο [εορτάζει 26 Ιουλίου] και συνδέθηκε μαζί του με ιερή φιλία και αγάπη. Είναι μεγάλο ευεργέτημα στα νεανικά και κρίσιμα χρόνια του να πέσει κανείς στα χέρια ενός αγίου συμβούλου και παιδαγωγού.

Ο Παντολέων με τα σπέρματα μέσα του της πίστης και της ευσέβειας και με τη σοφή χειραγωγία του Ερμολάου, σπούδασε την ιατρική, κι ήταν τώρα ένας νέος, γεμάτος ελπίδες για ένα λαμπρό μέλλον που τον περίμενε. Ένας αριστοκράτης, υγιής, ωραίος και πλούσιος νέος και γιατρός.

Μετά το θάνατο του πατέρα του, ο Παντολέων, με την προτροπή και του ιερέα διδασκάλου του Ερμολάου, απελευθέρωσε τους δούλους του, πούλησε την περιουσία του και τη μοίρασε στους φτωχούς κι άρχισε να ασκεί το έργο του γιατρού. Θεράπευε και φρόντιζε τους αρρώστους, χωρίς να παίρνει και να δέχεται χρήματα. Εκτελούσε έτσι την εντολή του Ιησού Χριστού, όταν έστελνε τους Αποστόλους στο κήρυγμα και τους έλεγε· «δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε». Ο άγιος Παντελεήμων είναι ο γιατρός ο «μιμητής υπάρχων του Ελεήμονος», δηλαδή του Ιησού Χριστού.

Το 303 ξέσπασε ο διωγμός κι ο άγιος Παντελεήμων, από φθόνο συναδέλφων του γιατρών, βρέθηκε κατηγορούμενος ως χριστιανός. Όταν ανακρίνεται από τον ίδιο το Διοκλητιανό, ο Παντολέων απαντά με πίστη και θάρρος· «Είμαι χριστιανός! Ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός!», Τότε ο αυτοκράτορας του λέγει· «Λυπούμαι τα νιάτα σου, Παντολέον. Θυσίασε στους Θεούς, για να μην έχεις την τύχη όσων, που ως τα τώρα πήγαν χαμένοι». Κι ο Παντολέων έδωκε την τελευταία απάντηση· «Ούτε με υποσχέσεις ούτε με απειλές με κερδίζεις, Βασιλιά. Δεν θα προδώσω το Χριστό, για τον οποίο μακάρι να αξιωθώ να πεθάνω».

Έξαλλος από θυμό, ο Διοκλητιανός παρέδωσε τον Παντολέοντα στα χέρια των βασανιστών. Τον έδειραν και του ξέσχισαν το σώμα· τον έκαψαν με λαμπάδες και τον βούτηξαν σε βρασμένο μολύβι· τον έριξαν για να τον κατασπαράξουν τα θηρία. Σε όλα ο Θεός τον φύλαξε, ώστε να θαυμάζουν οι βασανιστές και να ομολογούν κι αυτοί το Χριστό. Το τέλος ήταν ο αποκεφαλισμός. Τη μια ημέρα αποκεφαλίστηκε ο ιερέας Ερμόλαος και την άλλη ο γιατρός Παντολέων. Τη στιγμή που έπεφτε η κεφαλή του, ακούστηκε φωνή από τον ουρανό· «Από σήμερα Παντελεήμων θα είναι το όνομά σου»! Όνομα, που ταιριάζει στο γιατρό, ο οποίος άσκησε τη φιλάνθρωπη επιστήμη του «μιμητής υπάρχων του Ελεήμονος». Αμήν.

Πηγή: +Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου, Εικόνες έμψυχοι, εκδ. Αποστ. Διακονίας, σ. 249-251

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024

Η Αγία Παρασκευή: Η ηρωική παρθενομάρτυς της αρχαίας Εκκλησίας

Η Αγ. Παρασκευή η Οσιοπαρθενομάρτυς

Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος

Η Εκκλησία μας έχει να επιδείξει «νέφος μαρτύρων», ανδρών και γυναικών, νέων και γερόντων, ευγενών και ασήμων, πλουσίων και φτωχών, ελευθέρων και δούλων. Είναι οι καλλίμαχοι Μάρτυρες, οι οποίοι κλήθηκαν από τις περιστάσεις, να δώσουν τη μαρτυρία τους για τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα Χριστό, ως τον μοναδικό Λυτρωτή του ανθρωπίνου γένους. Τη μαρτυρία τους αυτή επισφράγισαν με απίστευτες ταλαιπωρίες, το αίμα τους, και εν τέλει με την ίδια του τη ζωή. Ένα τέτοιο εύοσμο άνθος της αρχαίας Εκκλησίας είναι η μεγαλομάρτυς και παρθενομάρτυς αγία Παρασκευή.

Γεννήθηκε στη Ρώμη το 2ο μ. Χ. αιώνα, όταν οι σκληροί και απάνθρωποι διωγμοί κατά τον Χριστιανών ήταν σε πλήρη εφαρμογή. Οι ευσεβείς χριστιανοί γονείς της Αγαθόνικος και Πολιτεία, προφανώς ελληνικής καταγωγής, οικονομικά εύποροι και κοινωνικά καταξιωμένοι, μετέδωσαν στην μονάκριβη κόρη τους την ευσέβειά τους και την πίστη στο Σωτήρα Χριστό.

Την ονόμασαν Παρασκευή, διότι γεννήθηκε την ημέρα της Παρασκευής, κατά την οποία προπαρασκευαζόμαστε για να εορτάσουμε την εβδομαδιαία εορτή της Αναστάσεως του Κυρίου μας, την Κυριακή.

Η ευσεβής κόρη από παιδί άρχισε να μελετά το λόγο του Ευαγγελίου και να προσαρμόζει τη ζωή της στη ζωή του Χριστού, τον Οποίο αγάπησε με όλη τη δύναμη της ψυχής της. Ξεχώριζε δε από τα άλλα κορίτσια της Ρώμης για τον ενάρετο βίο της και την αγνότητά της.

Σε ηλικία είκοσι ετών έχασε τους γονείς της. Το γεγονός αυτό στάθηκε αφορμή να αλλάξει η πορεία της ζωή της. Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να μοιράσει την μεγάλη περιουσία της στους φτωχούς και κατόπιν αφιέρωσε τον εαυτό της στη διακονία της Εκκλησίας, ήτοι: στη φιλανθρωπία και την ιεραποστολή. Η ρωμαϊκή εκκλησία της ανέθεσε την κατήχηση στις γυναίκες της Ρώμης. Έμπαινε στις πλούσιες επαύλεις ή τα σπίτια των φτωχών και κήρυττε το Ευαγγέλιο και τις αρχές της χριστιανικής πίστεως με ιδιαίτερο ζήλο και θέρμη. Μετέβαινε συχνά και στα  απομακρυσμένα μέρη, για να μεταστρέψει όσο το δυνατόν περισσότερους στην εν Χριστώ σωτηρία. Η φήμη της έφτασε γρήγορα στις ρωμαϊκές αρχές, οι οποίες είχαν κηρύξει απηνή διωγμό εναντίον των Χριστιανών, από τα χρόνια του θηριώδους Νέρωνα (67 μ. Χ.).

Βρισκόμαστε στα χρόνια του Αντωνίνου Πίου (138-161 μ. Χ.). Οι δραστηριότητες της ευγενούς χριστιανής κόρης έφτασαν ως το ανάκτορο του αυτοκράτορα, ο οποίος έδωσε διαταγή να τη συλλάβουν και να την οδηγήσουν μπροστά του. Η σεμνή και όμορφη αρχοντοπούλα στάθηκε μπροστά στον φανατικό ειδωλολάτρη ηγεμόνα με πρωτοφανές θάρρος. Ο Αντωνίνος εντυπωσιάστηκε από το κάλλος και το θάρρος της Παρασκευής και γι’ αυτό δεν ήθελε να εφαρμόσει το νόμο, που προέβλεπε φρικτά βασανιστήρια σε όσους από τους χριστιανούς δεν ήθελαν να θυσιάσουν στους παγανιστικούς «θεούς» και να κάψουν λιβανωτό στο «θεό» αυτοκράτορα.

Άνοιξε διάλογο μαζί της, ελπίζοντας ότι θα την μετέπειθε και θα αρνιόταν τη χριστιανική πίστη και θα θυσίαζε στα είδωλα και στο δικό του άγαλμα. Προσπάθησε με φτηνές κολακείες και υποσχέσεις να την πείσει. Επίσης επιχείρησε να της εξηγήσει ότι ως ρωμαίοι, έπρεπε να θυσιάζουν στους «θεούς», δείχνοντας έτσι την ευαρέσκειά τους σ’ αυτούς που τους προστάτευαν. Αλλά η Παρασκευή έμεινε αμετακίνητη στην πίστη της, αντικρούοντας με περισσό θάρρος, διαύγεια πνεύματος και λογικά επιχειρήματα τα λόγια του Αντωνίνου, τονίζοντάς του ότι ο μόνος αληθινός Θεός είναι ο Τριαδικός, τον οποίο μας αποκάλυψε ο σαρκωμένος Υιός Του.

Η στάση της και τα λόγια της εξόργισε τον αυτοκράτορα, ο οποίος, βλέποντάς την αμετάπειστη, έδωσε εντολή να τη βασανίσουν, ελπίζοντας ότι δε θα άντεχε τα μαρτύρια και θα αρνιόταν την πίστη της. Φοβεροί δήμιοι ειδωλολάτρες εφάρμοζαν φρικτά μέσα βασανισμών κατά των χριστιανών. Στην αρχή της έβαλαν πυρακτωμένη περικεφαλαία στο κεφάλι. Η αγία δε λύγισε και υπόμεινε καρτερικά τους αφόρητους πόνους του εγκαύματος. Μετά την έκλεισαν σε σκοτεινή φυλακή, απομονώνοντάς την από τις άλλες χριστιανές γυναίκες. Το δεσμωτήριό της το μετέβαλλε σε τόπο προσευχής και δοξολογίας του Θεού. Άγγελος Κυρίου κατέβηκε τη νύχτα και την ελευθέρωσε. Αλλά δεν άργησε να συλληφθεί και πάλι και να οδηγηθεί ενώπιον του αυτοκράτορα, όπου αντέκρουσε ξανά με περισσότερο θάρρος και ψυχική δύναμη τις κολακείες και τις απειλές του. Τότε διέταξε να την ρίξουν σε λέβητα με καυτό λάδι. Ο Θεός όμως την προστάτεψε και δεν κάηκε μέσα στο λάδι που κόχλαζε! Ο αυτοκράτορας νόμισε πως δεν έκαιγε το λάδι, πλησίασε στον λέβητα να δει και τυφλώθηκε από τις πύρινες αναθυμιάσεις. Η αγία τον θεράπευσε θαυματουργικά και γι’ αυτό θεωρείται προστάτιδα των ματιών. Ο Αντωνίνος την άφησε ελεύθερη και σταμάτησε τους διωγμούς!

Ύστερα από λίγο καιρό πέθανε ο Αντωνίνος και τον διαδέχτηκε ο Μάρκος Αυρήλιος (161-180 μ. Χ.). Αν και στωικός φιλόσοφος, συνέχισε με την ίδια μανία και αυτός τους διωγμούς εναντίον των χριστιανών. Από τους πρώτους χριστιανούς που συνέλαβαν ήταν η Παρασκευή. Έδωσε εντολή σε δύο έπαρχους, τον Ασκληπιό και τον Ταράσιο να τη βασανίσουν  με αγριότητα. Ύστερα από φρικτά βασανιστήρια την αποκεφάλισαν. Οι χριστιανοί της Ρώμης με μύριους κινδύνους κατόρθωσαν και πήραν το τίμιο λείψανο της αγίας και το έθαψαν σε κάποια κατακόμβη με τιμές, όπως αρμόζει σε μια ηρωική Μάρτυρα του Χριστού. Η μνήμη της τιμάται στις 26 Ιουλίου.

Αυτοί είναι οι καλλίμαχοι Μάρτυρες της Εκκλησίας μας. Τα εύοσμα άνθη της πίστης και της αγνότητας. Στις θυσίες και στα αίματά τους θεμελιώθηκε και ανδρώθηκε η Εκκλησία του Χριστού!

Τρίτη 23 Ιουλίου 2024

Αγία Πελαγία η Τηνία. Η Γερόντισσα που η Παναγία της αποκάλυψε το σημείο στο οποίο ήταν θαμμένη η εικόνα Της. 23 Ιουλίου.

Η Αγ. Πελαγία η Τηνία

23 Ιουλίου: γιορτάζει, ανάμεσα σε άλλους Αγίους, η Αγία Πελαγία της Τήνου. Είναι εκείνη που, με αποκάλυψη της Παναγίας, βρήκε την ιστορική και θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Μεγαλόχαρης της Τήνου, λίγους μήνες μετά την έναρξη της επανάστασης του 1821. 

Η Πελαγία ήταν κόρη του παπά Νικηφόρου Νεγρεπόντη. Η μητέρα της ήταν από τον Τριπόταμο της Τήνου και άνηκε στην οικογένεια Φραγκούλη. Γεννήθηκε το 1752 μ.Χ. στο χωριό Κάμπο της Τήνου και το κοσμικό της όνομα ήταν Λούκια. Από διάφορα έγγραφα φαίνεται ότι είχε ακόμα τρεις αδελφές. Η οικογένειά της διακρινόταν για την αγνή πίστη και την προσήλωση στα θρησκευτικά ιδεώδη.

Λίγα χρόνια μετά τη γέννηση της Λουκίας ο πατέρας της πέθανε. Ήταν τότε 12 χρονών και έδειχνε σημάδια έντονης επιθυμίας να αφιερωθεί και να υπηρετήσει το θέλημα του Θεού. Οι δυσκολίες της ζωής έκαναν την μητέρα της να τη στείλει στον Τριπόταμο, στην κάπως πιο ευκατάστατη αδελφή της. Εκεί η Λούκια έμεινε τρία χρόνια και συχνά επισκεπτόταν την άλλη θεία της, που ήταν μοναχή στη Μονή Κεχροβουνίου. Ένοιωσε τότε επιτακτική την ανάγκη ν’ ακολουθήσει τον μοναχικό βίο και σε ηλικία 15 χρονών μπήκε στο Μονστήρι σαν δόκιμη, υπό την επίβλεψη της θείας της μοναχής Πελαγίας. Όταν ήλθε η ώρα έγινε και η ίδια μοναχή με το όνομα Πελαγία.

Ως μοναχή αφοσιώθηκε με ψυχή και σώμα στην λατρεία του Θεού και στην ανακούφιση των πασχόντων. Η αγνότητα της ψυχής της, η οσιότητα της ζωής της, η αυταπάρνηση της, η μυστική ζωή της κι ο πόθος της για λύτρωση συντέλεσαν ώστε η μοναχή Πελαγία να γίνει το «σκεύος εκλογής» για ν’ αποκαλυφθεί σ’ αυτήν η Παναγία για την εύρεση της Αγίας εικόνας της στον αγρό του Δοξαρά στην πόλη της Τήνου (30 Ιανουαρίου 1823 μ.Χ.), γεγονός που έμελλε να κάμει την Τήνο ιερό νησί και να κατατάξει την Πελαγία μεταξύ των Αγίων. Το γεγονός δε αυτό συνέβη όταν η Όσια ήταν 73 χρόνων και αρχιερέας Τήνου ήταν ο Γαβριήλ.

Η Οσία Πελαγία έκανε, με τις πρεσβείες της Παναγίας και τη χάρη του Θεού, αρκετά θαύματα πριν και μετά τον θάνατο της, ο όποιος ήλθε στις 28 Απριλίου 1834 μ.Χ. και τάφηκε στο ναό των Ταξιαρχών του μοναστηριού.

Το 1973 μ.Χ. όμως, κτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός στο όνομα της, όπου φυλάσσεται και προσκυνείται η αγία κάρα της σήμερα. Ανακηρύχτηκε αγία με Συνοδική Πατριαρχική Πράξη στις 11 Σεπτεμβρίου 1970 μ.Χ. και η μνήμη της ορίστηκε να τιμάται στις 23 Ιουλίου, την ήμερα δηλαδή του οράματος της.Η Τιμία Κάρα της θησαυρίζεται στον μεγαλόπρεπο ομώνυμο Ναό της που χτίστηκε μέσα στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κεχροβουνίου 

Η εύρεση της εικόνας της Παναγίας της Τήνου

Δεν έχει περάσει ένας χρόνος από την ιστορική ημέρα, που ο επίσκοπος Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο της επαναστάσεως. Στο μοναστήρι του Κεχροβουνίου ,που φαντάζει κάτασπρο πάνω στο νησάκι της Τήνου, η μοναχή Πελαγία, ύστερα από τη βραδινή προσευχή αποσύρθηκε στο κελλί της να ησυχάσει. Ενώ είχε αποκοιμηθεί, ένοιωσε ξαφνικά μιαν άρρητη ευωδία ,κι αμέσως άκουσε την πόρτα του κελλιού να ανοίγει με πάταγο. Μια μεγαλόπρεπη γυναίκα ,που άστραφτε σαν βασίλισσα, μπήκε μέσα και στάθηκε απέναντι από το κρεβάτι της.

–  Σήκω γρήγορα, της είπε. Πήγαινε να συναντήσεις τον Σταματέλλο Καγκάδη, και πες του πως στο χωράφι του Αντώνη Δοξαρά είναι χωμένη χρόνια τώρα η εικόνα μου. Να φροντίσει να τη βγάλει και να χτίσει το σπίτι μου.

Η γερόντισσα ξύπνησε τρομαγμένη, αλλά από ταπείνωση δεν υπάκουσε στην εντολή.

Την άλλη εβδομάδα, την ώρα που η μοναχή προσευχόταν, δέχτηκε στον ίδιο τόπο για δεύτερη φορά την επίσκεψη της Παναγίας. Τη φορά αυτή η Θεοτόκος συνόδευε τα λόγια της με ένα γλυκό μειδίαμα, σαν να έλεγε: « Γνωρίζω τους λογισμούς και δισταγμούς σου, αλλά μη φοβάσαι. Εσένα διάλεξα για να εκπληρώσεις τη βουλή μου. Λοιπόν, μη διστάζεις » .

Αλλά ο δισταγμός κρατούσε ακόμη δέσμια την αγαθή γερόντισσα. Για αυτό η Θεοτόκος την επισκέπτεται και τρίτη φορά, την 29η Ιουλίου 1822, σε ώρα πάλι προσευχής. Την είδε τότε η μοναχή να στέκεται μπροστά της ακίνητη και να εκπέμπει τριγύρω της ένα ουράνιο φως, απαλό και λευκό. Ύστερα κάρφωσε το βλέμμα επάνω της και είπε:

–Πελαγία, γιατί δεν υπάκουσες στην εντολή μου; Την επαναλαμβάνω τώρα για τελευταία φορά.

Εκείνη τρομαγμένη επιστράτευσε όλο το θάρρος της και ρώτησε:

– Ποια είσαι, Κυρία, που με διατάζεις τέτοια πράγματα και οργίζεσαι μαζί μου;

Τότε η Κυρία φάνηκε πως ανέκτησε την πρώτη γλυκύτητα ,σήκωσε το χέρι σαν να έδειχνε όλο τον κόσμο και είπε χαριτωμένα:

–«Ευαγγελίζου γη χαράν μεγάλην» .

–«Αινείτε ουρανοί Θεού την δόξαν», ψέλλισε η μοναχή κι έπεσε στα γόνατα.

Η καμπάνα σήμανε για τον όρθρο. Η μοναχή Πελαγία σηκώθηκε, έκανε τον σταυρό της και κατηφόρισε για τον ναό. Όταν διηγήθηκε στην ηγουμένη το όραμά της, εκείνη την άκουσε με προσοχή και δέος. Τέλος της είπε:

– Πελαγία, το όραμά σου είναι θεϊκό και σε μακαρίζω. Αύριο το πρωί να ενεργήσεις σύμφωνα με την εντολή που έλαβες.

Την επομένη η εκλεκτή της Παναγίας ξεκίνησε για την Καρυά, όπου συνάντησε τον Σταματέλλο Καγκάδη. Κι αυτός συγκινημένος την παρέπεμψε στον επίσκοπο Γαβριήλ.

Ο επίσκοπος παρακολούθησε δακρυσμένος την αφήγηση. Ύστερα με σοβαρή και τρομαγμένη φωνή έδωσε την ακόλουθη εξήγηση:

– Το όραμά σου, γερόντισσα, είναι πολύ σημαντικό. Η Παναγία, η Υπέρμαχος Στρατηγός , που πάντοτε μας προστατεύει, είδε τα δεινοπαθήματά μας , για αυτό ευαγγελίζεται στο δούλο γένος μας την απελευθέρωσή  του από τον βαρβαρικό ζυγό. Και μας φανερώνει την αγία εικόνα της ,για να ενδυναμώσει το έθνος μας στον αγώνα αυτό.

Οι καμπάνες του ιερού ναού των Ταξιαρχών αναστατώνουν τους κατοίκους. Ο δεσπότης με λόγια θερμά συγκλονίζει τον λαό , ο οποίος με θρησκευτική έξαρση αποδύεται στην προσπάθεια για την εύρεση της εικόνας.

Ζητούν αμέσως άδεια από τη γυναίκα του Δοξαρά, για να αρχίσουν τις ανασκαφές στο κτήμα του. Εκείνη όμως αρνείται, με τη δικαιολογία ότι δεν έχει τέτοια πληρεξουσιότητα από τον σύζυγό της , ο οποίος λείπει στην Κων/πολη. Εξ άλλου το κτήμα είναι καλλιεργημένο και δεν πρέπει να καταστραφεί.

Τη νύχτα βλέπει στον ύπνο της φοβερό όνειρο. Ένα άγριος φουστανελλοφόρος την απειλεί πως, αν δεν δώσει την άδεια, θα την εξοντώσει. Τρομαγμένη εκείνη ξυπνά και τρέχει να βγει από το σπίτι. Στην παραζάλη της όμως , αντί να ανοίξει την πόρτα του δωματίου, άνοιξε της ιματιοθήκης και κλείστηκε μέσα. Το πρωί την βρήκαν εκεί λιπόθυμη. Μόλις συνήλθε ειδοποίησε τον επίσκοπο πως όχι μόνο δίνει την άδεια , αλλά προσφέρει και το ίδιο ακόμη το κτήμα για ανέγερση ναού, αν βρεθεί η εικόνα.

Έτσι λοιπόν αρχίζουν οι ανασκαφές στο κτήμα του Δοξαρά τον Σεπτέμβριο του 1822. Δουλεύουν εργάτες από όλο το νησί, αλλά η εικόνα δεν φανερώνεται. Ο ζήλος μαραίνεται και σε δυο μήνες το σκάψιμο σταματά.

Τότε επεμβαίνει η Μεγαλόχαρη με νέο θαύμα για να υπενθυμίσει στους κατοίκους το χρέος τους. Η σύζυγος και η αδελφή του Καγκάδη , τον οποίο η Θεοτόκος υπέδειξε ονομαστικά για την εύρεση της εικόνας, αρρωσταίνουν βαριά. Ο κίνδυνος αυτός τον  κάνει να συναισθανθεί την ιερή ευθύνη που είχε επωμισθεί από τη  Θεοτόκο. Σπεύδει λοιπόν στον επίσκοπο και τον παρακαλεί να προκαλέσει γενική κινητοποίηση αρχόντων και λαού. Είναι πρόθυμος και χρήματα να δώσει προκειμένου να ξαναρχίσουν οι ανασκαφές.

Πράγματι το σκάψιμο ξαναρχίζει. Οι χωρικοί δουλεύουν με βάρδιες , αλλά τους τριγυρίζει και πάλι η αποκαρδίωση. Η μεγάλη όμως ημέρα πλησιάζει . Στις 30 Ιανουαρίου 1823 σκάβουν με τη σειρά τους στο χωράφι οι Φαλαταδιανοί. Γύρω στο μεσημέρι η αξίνα του Δημήτρη Βλάσση χτυπά πάνω σε ξύλο. Ρίγησε ο ευλαβής χωρικός από συγκίνηση, και πλημμυρισμένος χαρά πήρε στα χέρια το κομμάτι που βρήκε.

Πράγματι, είχε βρει την εικόνα, αλλά μόνο τη μισή, τον Άγγελο. Σε λίγο βρήκαν και την άλλη μισή. Κάποια αξίνα την είχε χωρίσει στα δύο , χωρίς όμως να βλάψει καθόλου τα πρόσωπα. Η τομή από θεία επέμβαση είχε γίνει κάθετα. Η ιερή εικόνα καθαρίστηκε και πρόβαλε η γλυκειά μορφή της Παρθένου. Παριστάνει τον Ευαγγελισμό και πρόκειται για ένα αριστούργημα τέχνης.

Αυτό το όραμα, την αρχή του θαύματος, γιορτάζει κάθε χρόνο η Τήνος στις 23 Ιουλίου. Την παραμονή τελείται μέγας εσπερινός στο ναό της Παναγίας και ανήμερα το πρωί μόνο ο όρθρος. Ύστερα νωρίς το πρωί κι ενώ σημαίνουν πανηγυρικά οι καμπάνες, η Αγία εικόνα μεταφέρεται με λιτανευτική πομπή έως την πλατεία Ελευθερίας κι από εκεί με αυτοκίνητο στη Μονή Κεχροβουνίου.

Τη συνοδεύουν οι μοναχές και πλήθος κόσμου. Εκεί, στο ναό της Αγίας Πελαγίας, ολοκληρώνεται η Θεία λειτουργία και προσφέρονται κεράσματα και φαγητό σε όλους τους προσκυνητές, οι περισσότεροι των οποίων παραμένουν στο μοναστήρι και στους γύρω αγρούς.

Νωρίς το απόγευμα, μετά τον εσπερινό, αρχίζει η ιερή πορεία της επιστροφής, πεζή τώρα, από το μοναστήρι έως την πόλη της Τήνου. Η λιτανεία, με τις μοναχές να προπορεύονται και το πλήθος των πιστών να ακολουθεί, σχηματίζει ένα τεράστιο «φίδι» που κατεβαίνει ελισσόμενο τις πλαγιές του βουνού. Ο λαός ψάλλει με κατάνυξη θεομητορικά τροπάρια. Όταν η εικόνα περνά από ξωκλήσια, οι ιδιοκτήτες τους κτυπούν την καμπάνα και θυμιατίζουν. Σημαίνουν κι οι καμπάνες των χωριών που γειτονεύουν, ενώ όσοι είναι ανήμποροι να συνοδέψουν την εικόνα βγαίνουν στο δρόμο και την περιμένουν. Στη διασταύρωση για τον Τριαντάρο γίνεται στάση και αναπέμπεται δέηση για τα γύρω χωριά.

Η πομπή συνεχίζεται και όταν φτάσει στην Αγία Παρασκευή, στις παρυφές της Χώρας, έχει ήδη βραδιάσει. 

Την υποδέχεται ο Δεσπότης, οι ιερείς, οι αρχές του τόπου, η φιλαρμονική του Ιερού Ιδρύματος και πλήθος κόσμου. Από εκεί, μέσω της παραλίας και ενώ καίγονται πυροτεχνήματα, η εικόνα γυρίζει στο ναό.

Με αυτόν τον τρόπο, που είναι πια παράδοση στο νησί, τιμά η Τήνος την Οσία μητέρα της, την Αγία Πελαγία την Τηνία με Λιτανείες, Αρτοκλασίες και πολλές ακόμα Ακολουθίες στο Πανηγύρι του Μοναστηριού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κεχροβουνίου.

Έτσι κλήρος και λαός συμμετέχει στις εκδηλώσεις που οργανώνει στις 23 Ιουλίου το Ίδρυμα της Ευαγγελίστριας της Τήνου για την μνήμη του οράματος της Οσίας Πελαγίας, που είχε ως αποτέλεσμα την εύρεση της θαυματουργού εικόνος του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, η οποία με την χάρη της μαζεύει χιλιάδες προσκυνητών κάθε χρόνο από το πανελλήνιο αλλά και το εξωτερικό την περίοδο του Δεκαπενταυγούστου, λόγω και της θλιβερής επετείου της αποφράδας ημέρας του τορπιλισμού του ελληνικού υποβρυχίου “Ελλη” από τους Ιταλούς, την 15η Αυγούστου του 1940 και την έναρξη του πολέμου με τον Ιταλογερμανικό άξονα.

Πολλά είναι τα θαύματα της Μεγαλόχαρης που καταγράφονται στη συνείδηση των πιστών. Εκατοντάδες τα αφιερώματα. Βασιλιάδες, πολιτικοί, εφοπλιστές, απλοί πιστοί, ζωγράφοι και γλύπτες αφήνουν εδώ ένα κομμάτι από τη ζωή τους. Κομμάτια που στολίζουν τη σπάνια πινακοθήκη, το μουσείο και τη βιβλιοθήκη.

Η Παναγία πανηγυρίζει τέσσερις φορές τον χρόνο: Στις 30 Ιανουαρίου, επέτειο της εύρεσης της θαυματουργής εικόνας, την 25η Μαρτίου, εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, στις 23 Ιουλίου, επέτειο του οράματος της Αγίας Πελαγίας και στις 15 Αυγούστου, εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Παρασκευή 19 Ιουλίου 2024

Ο προφήτης Ηλίας

Ο προφήτης Ηλίας

Ο προφήτης Ηλίας είναι ένας μεγάλος προφήτης, που έζησε περίπου 800 χρόνια πριν την έλευση του Χριστού.

Από την ώρα που γεννήθηκε, οι αρχιερείς προφήτεψαν ότι θα ήταν ένα ξεχωριστό παιδί, με πολύ ζήλο για τον Θεό (Ηλίας σημαίνει θεϊκός). Είπαν ότι η ζωή του θα είναι γεμάτη Φως, αν και θα ήταν αυστηρός με τον ισραηλιτικό λαό• όμως οι αποφάσεις και η όλη ζωή του θα ήταν ευάρεστες στον Θεό. Προφήτευσε 25 χρόνια, με πολλούς τρόπους: τρεις φορές κατέβασε φωτιά από τον ουρανό. Με τον λόγο του εμπόδισε τη βροχή και δεν έβρεξε τριάμισι ολόκληρα χρόνια, με αποτέλεσμα να υποφέρουν χιλιάδες άνθρωποι και ζώα από την ξηρασία και την ακαρπία της γης• μετά είπε να βρέξει και έβρεξε. Και πολλά άλλα θαυμαστά έκανε, για να πείσει τους ανθρώπους να αφήσουν τη λατρεία των ψεύτικων θεών και να γυρίσουν πάλι στο «δικό του» Θεό, τον αληθινό Θεό. Ανάστησε και νεκρό• το παιδί μιας χήρας γυναίκας που τον έτρεφε θαυματουργικά τα τριάμισι χρόνια της πείνας (της γυναίκας της οποίας δεν τελείωνε το λιγοστό αλεύρι που είχε για να φτιάχνει ψωμί, ώστε να μη πεθάνουν της πείνας για χάρη του προφήτη). Αξιώθηκε ακόμα και το Θεό να δει, όσο είναι δυνατό να Τον δει άνθρωπος, εκεί στο θεοβάδιστο όρος Σινά, όπως περίπου κι ο Μωυσής, όμως εδώ πέρασε δίπλα από τον Ηλία μέσα σε απαλή αύρα. Τέλος έσχισε και τον Ιορδάνη ποταμό, όπως άλλοτε ο Ιησούς του Ναυή για τον ισραηλιτικό λαό, για να μπορέσει να περάσει απέναντι• μαζί του και ο μαθητής του, ο προφήτης Ελισσαίος, ο οποίος είχε ζητήσει «διπλή τη Χάρη από τον δάσκαλό του» κι εκείνος του υποσχέθηκε πως θα γίνει αυτό μόνο αν τον δει να αναλαμβάνεται στους ουρανούς. Πραγματικά, ο προφήτης Ελισσαίος δεν τον έχασε από τα μάτια του και είδε τον προφήτη Ηλία να ανεβαίνει στον ουρανό με πύρινο άρμα. Γι’ αυτό και τα εκκλησάκια του συνήθως βρίσκονται σε ψηλές τοποθεσίες, βουνά και λόφους.

 Αυτό το γεγονός γιορτάζουμε στις 20 Ιουλίου και τιμούμε τον μεγάλο αυτόν προφήτη, ο οποίος δεν πέθανε όπως συμβαίνει με όλους τους ανθρώπους. Μία ακόμη τέτοια περίπτωση αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη, πολύ πριν από τον προφήτη Ηλία, με τον Ενώχ, για τον οποίο αναφέρεται ότι «μετέθηκεν αυτόν ο Θεός», επειδή ήταν δίκαιος.

Ας δούμε όμως πώς έληξαν τα τριάμισι έτη της ανομβρίας που «διέταξε» ο προφήτης Ηλίας σαν να ήταν το στόμα του Θεού.

Στο βασίλειο του Ισραήλ βασίλευε τότε ο Αχαάβ, έχοντας δίπλα του μία φοβερή γυναίκα, την Ιεζάβελ, η οποία υποστήριζε με πάθος την ειδωλολατρία. Αφού όλοι, άνθρωποι και ζώα, είχαν αποκάμει από την ξηρασία και την ακαρπία της γης, ο Θεός είπε στον προφήτη Ηλία να παρουσιαστεί στον Αχαάβ. Εκείνος, θέλοντας να δείξει ποιος είναι ο αληθινός Θεός, ζήτησε να συγκεντρωθούν όλοι στο Καρμήλιο Όρος (στα βόρεια της Παλαιστίνης) μαζί και οι ειδωλολάτρες ιερείς και προφήτες – οι προστατευόμενοι της Ιεζάβελ – σχεδόν χίλιοι όλοι μαζί. Εκεί τους ζήτησε να θυσιάσουν μπροστά στον λαό, ο καθένας στο θεό του, και όποιου ο Θεός ακούσει την προσευχή και ρίξει φωτιά από τον ουρανό στο θυσιαστήριο, για να προσφερθεί η θυσία, εκείνος και θα είναι ο αληθινός Θεός κι Εκείνον θα πρέπει να προσκυνάνε, για να μην υπάρχει πλάνη στον λαό. Ο προφήτης Ηλίας λέει στους ειδωλολάτρες ιερείς και ψευδοπροφήτες: «Διαλέξτε ένα μοσχαράκι και κάντε πρώτοι εσείς τη θυσία σας». Έτσι έκαναν και παρακαλούσαν τον θεό Ήλιο, τον Βάαλ, από το πρωί ως το μεσημέρι, αλλά ούτε φωνή ούτε ακρόαση.

Άρχισε τότε ο προφήτης Ηλίας να τους κοροϊδεύει: «Φωνάξτε πιο δυνατά, μήπως και ο θεός σας κοιμάται!» Επειδή όμως δεν γινόταν τίποτε τους λέει: «Κάντε στην άκρη τώρα να κάνω εγώ τη θυσία μου». Βάζει δώδεκα μεγάλες πέτρες – όσες και φυλές του Ισραήλ – και φτιάχνει αμέσως ένα θυσιαστήριο. Τοποθετεί επάνω τα ξύλα και το ζώο που ήταν για τη θυσία και διατάζει να ρίξουν πολύ νερό από πάνω ξανά και ξανά, τρεις φορές, για να μη νομίσει κανείς πως κάπου υπάρχει κρυμμένη καμιά σπίθα φωτιάς. Μετά ύψωσε τα χέρια του προς τον ουρανό με όλο τον νου και την καρδιά του δοσμένα στον Θεό κι άρχισε να προσεύχεται φωναχτά, ενώ όλος ο λαός περίμενε με κομμένη την ανάσα. Δεν πρόλαβε να πει πολλά λόγια και ο Κύριος έριξε τέτοια φωτιά από τον ουρανό, που έκαψε τα πάντα στο θυσιαστήριο ακόμα και τις πέτρες έγλειψε η φωτιά. Όλος ο λαός έπεσε και προσκύνησε το Θεό και είπε: «Πραγματικά, αυτός είναι ο αληθινός Θεός». Ο προφήτης Ηλίας είπε τότε: «Συλλάβετε αμέσως τους ψευδοπροφήτες», γύρισε και στο βασιλιά Αχαάβ και του είπε: «Ετοίμασε το άρμα σου γρήγορα, γιατί ακούω αστραπές και βροντές κι έρχεται βροχή». Δεν πρόλαβε να τελειώσει κι εκεί που είχε τριάμισι χρόνια να βρέξει και ούτε συννεφάκι δεν υπήρχε πριν λίγο στον ουρανό, συγκεντρώθηκαν σύννεφα πολλά κι άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς, μέχρι να φτάσει ο Αχαάβ στο παλάτι του. Μόλις έμαθε η Ιεζάβελ τα νέα, λύσσαξε από το κακό της και ζητούσε να σκοτώσει τον προφήτη Ηλία. Παραδόξως εκείνος ο θαρραλέος άνθρωπος του Θεού φοβήθηκε κι έφυγε μακριά. Με τη βοήθεια και την καθοδήγηση αγγέλου έφτασε στο όρος Σινά, όπου του φανερώθηκε ο Θεός λίγο πιο κάτω από το σημείο όπου έδωσε στο Μωυσή τις πλάκες με τις δέκα εντολές και το Νόμο Του. Σήμερα υπάρχει εκεί εκκλησάκι προς τιμήν του.

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2024

Η Αγία Γαβριηλία, Από το «Σπίτι των Αγγέλων» στην οικία των Αγίων του Ουρανού!


Η Αγία Γαβριηλία (1897-1992).

Στέλιος Κούκος

Η Μοναχή Γαβριηλία (Παπαγιάννη), η Κυρά του «Σπιτιού των Αγγέλων» των Αθηνών τοποθετήθηκε αισίως στην Οικία των Αγίων του Ουρανού. Μεταξύ των αγίων κι αυτή ως αγία ψυχή και η ίδια! Κάτι που μπορούν να μαρτυρήσουν και να διαβεβαιώσουν όσοι την γνώρισαν εν ζωή, όσοι βρέθηκαν κοντά της σε δύσκολες στιγμές για τους ίδιους, για την οικογένειά τους, για συγγενικά πρόσωπα, φίλους, γνωστούς!

Και μάλιστα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της οικουμένης! Έτσι, το άκουσμα της αγιοκατάταξης της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο μοιάζει να μας φέρνει τον ουρανό ακόμη πιο κοντά μας!

Η αγία Γερόντισσα, αδελφή Γαβριηλία γνώριζε να συμπαραστέκεται στους ανθρώπους όποιος και να ήταν και όχι να στέκεται απέναντί τους, όπως κάνουμε όλοι εμείς. Προσέφερε συμπαράσταση όχι εκ του κόσμου τούτου, αλλά με περισσή ευγένεια, διάκριση και αγάπη και σύμφωνα με την αγιοπνευματική της κατάρτιση και προσωπική παράδοση σ’ αυτήν. Έμπρακτη και διά των χαριτωμένων χεριών της τα οποία «μιλούσαν» και χάριζαν ευεξία ως θαυματουργός φυσιοθεραπεύτρια και διά των λόγων της που στήριζαν και κατεύθυναν ψυχές!

Ιδιαίτερα χαρακτηριστική ήταν μια στιχομυθία της με τον γνωστό ρώσο συγγραφέα και θεολόγο Νικόλαο Ζερνόφ. Όταν ο τελευταίος έμαθε πως η Αυρηλία, όπως ήταν το βαφτιστικό όνομα της αγίας Γαβριηλίας, θα σπουδάσει ποδολογία την ρώτησε γιατί διάλεξε αυτήν την επιστήμη και όχι Θεολογία με την οποία θα μπορούσε να μιλάει στις καρδιές των ανθρώπων.

Και αυτή του απάντησε: «Through the feet to the heart…». Δηλαδή, «Μέσω των ποδιών στην καρδιά».

Είκοσι, όμως, χρόνια μετά είπε στον ίδιο: «Νίκολας, εκείνα που έκανα, πάνε πια. Τώρα πάω κατ’ ευθείαν στην καρδιά»! Όπως φαίνεται η ποδολογία και η φυσιοθεραπεία ήταν και αυτά μια άσκηση στην αγάπη. Μια κλίμακα, σκάλα από τα κάτω άκρα προς την καρδιά του ανθρώπου!

Σήμερα όλοι μαζί χαιρόμαστε και πανηγυρίζουμε με τα πάντων των Αγγέλων, συν πάσι τοις Αγίοις και με όλη την Εκκλησία για την αγιοκατάταξη της νέας αγίας μας, αγίας Γαβριηλίας!

Ακόμη, λοιπόν, μια νίκη στον θάνατο, ακόμη μια νίκη και επικράτηση της ζωής, της θυσίας και της αγάπης!

Ακόμη μια απόδειξη Ανάστασης!

Κάθε άγιος αποτελεί μια τέτοια μαρτυρία, μια ευρεία νίκη και όχι μερική και κυρίως μια φανέρωση και αποκάλυψη! Η προσωποποίηση της Ανάστασης, αν όχι η «επανάληψή» της μέσα στον κόσμο και τον χρόνο μας!

Ξανά θα επαναλάβουμε πως ο σκληρός 20ός αιώνας συνεχίζει να προσφέρει στον 21ο αιώνα -που κι αυτός μας δείχνει τα δόντια του- αγίους! Θεοχαριτωμένους ανθρώπους που έζησαν ανάμεσά μας και κατάφεραν να παραλάβουν ουράνιο διαβατήριο! Ο εικοστός αιώνας των δύο παγκοσμίων πολέμων, και των λοιπών εθνικών για μας δεινών, ήταν συγχρόνως «αλείπτης», «παιδαγωγός» μιας πλειάδας αγίων.

Όχι, βεβαίως, πως ο ίδιος ο χρόνος ήταν προγυμναστής και Γέροντας αγίων. Αλλά μέσα στην διάρκεια του χρόνου και του αιώνος αυτού οι ίδιοι αυτοί άγιοι κατάφεραν να παραδώσουν τον εαυτό τους στην αγάπη και το θέλημα του Θεού. Θα μπορούσαμε να συμπληρώσουμε πως οι χαριτωμένοι αυτοί άνθρωποι του Θεού και της αγάπης κατάφεραν να νικήσουν και τον ίδιο τον απανθρωπισμό που περιείχε ο περασμένος αιώνας με τον θεανθρωπισμό με τον οποίο εμφορούνταν!

Έτσι και ο αιμοχαρής 20ός αιώνας μπορεί να χαίρετε και να περηφανεύεται για τα πρόσωπα των αγίων που φιλοξένησε! (Όσο για τον διανοητικό ανθρωπισμό μήπως θα πρέπει να αισχύνεται για τα αποτελέσματα της επικράτησής του με την εξορία του Θεού από τις καρδιές και τον πολιτισμό των ανθρώπων; Ή τα ρεζιλίκια είναι ακόμη πίσω);

Μεγάλη, λοιπόν, χαρά μας διακατέχει για την μικρή το δέμας Μοναχή Γαβριηλία που είχε, όμως, φτερά Αγγέλων, και έγινε τεράστια μορφή και κατακυρίευσε την οικουμένη τόσο με την φυσική της παρουσία όσο και με την πνευματική. Είχε, βεβαίως, φροντίσει από νωρίς να αποποιηθεί ή και να εξαφανίσει κάθε ατομική και εγωιστική πεποίθηση και έτσι πολιτεύτηκε ως επίγειος άγγελος εκτελώντας απλώς το θέλημα του Θεού.

Ίσως και γι’ αυτό  η ιδιαίτερη σχέση και εμπιστοσύνη στους Αγγέλους!

Και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου, γιατί η ίδια έζησε ίσως περισσότερο από άλλους αγίους ως ένα πουλάκι χωρίς φωλίτσα και απάγκιο και έπρεπε να εκτελεί διάφορες φιλανθρωπικές και πνευματικές αποστολές και να αποτελεί μια ορθόδοξη μαρτυρία και νησίδα! Ξεχωριστή είναι η προσφορά της στις Ινδίες με τις τόσες ανθρωπιστικές και θρησκευτικές ανάγκες, ως φυσιοθεραπεύτρια και ως δασκάλα φυσιοθεραπείας…

Και όσον αφορά την θρησκευτική κατάσταση της Ινδίας η νέα μας αγία έλεγε πως βρίσκονται στην προ Χριστού εποχή! Εντούτοις, όπως τόνιζε οι Ινδοί είναι έτοιμοι να δεχτούν την Ορθοδοξία!

Το χαριτωμένο, λοιπόν, σπουργιτάκι του Θεού που δεν είχε την δική του φωλιά, μετά από κάθε εκτέλεση μιας αποστολής περίμενε να της φανερωθεί ποια ήταν η επόμενη κίνηση και διακόνημα που ζητούσε ο Θεός να κάνει και να προσφέρει. Ποιο ήταν, δηλαδή, το θέλημά Του. Αναμένοντας, ακόμη, και σε καταστάσεις ιδιότυπης αιχμαλωσίας ανάμεσα σε ξένους ανθρώπους άστεγη, χωρίς φαγητό, χωρίς χρήματα. Και πάντα κάνοντας το καλό προσφέροντας και το τελευταίο νόμισμα που κρατούσε.

Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική η κινηματογραφική σκηνή -για όσκαρ θα λέγαμε- που συνέβη σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό των Ινδιών, όπου ανέμενε την επόμενη κλήση από τον Θεό. Εκεί, λοιπόν, παιδάκια-επαίτες ανακάλυψαν ξαφνικά την πλήρη ένδεια και κένωση του ευεργέτη τους όταν τους έδωσε το τελευταίο νόμισμα που είχε και τις τελευταίες καραμέλες. Και η αντίδραση τόσο των παιδιών όσο και όλων αυτών που βρίσκονταν στον στον σταθμό ήταν εκπληκτική, αν όχι «λατρευτική»!

Βλέπεται η απλότητα των αλλοθρήσκων και η παράδοσή τους τους βοήθησε να εντοπίσουν πριν από μας στοιχεία της αγιότητάς της. Να ήταν κι αυτό ένας από τους λόγους για τους οποίους η μεγάλη Γερόντισσα της Ορθόδοξης Ιεραποστολής πίστευε ότι οι Ινδοί είναι έτοιμοι να ασπαστούν την Ορθοδοξία;

Ας δούμε πως περιγράφει η ίδια αυτό που «έπαθε»:

Καθόμουν λοιπόν ήσυχα στην αίθουσα αναμονής. Έμπαιναν, έβγαιναν άνθρωποι, κι εγώ περίμενα να δω ποιον θα στείλει ο Θεός. Εν τω μεταξύ, ήρθαν δυο παιδάκια και ζητιάνευαν κι εγώ τους έδωσα το ρούπι [το τελευταίο νόμισμα που είχε]. Το πήραν και έφυγαν.

Φαίνεται το είπαν και σ’ άλλα και γιατί σε λίγο ήλθαν κι άλλα δύο. Χρήματα όμως δεν είχα πια. Είχα μόνο λίγες καραμέλες στην τσέπη μου και τους τις έδωσα. Σε λίγο έρχονται κι άλλα παιδάκια. Δεν είχα πια τίποτε να τους δώσω. Αυτά δεν με πιστεύανε. Οπότε αναποδογυρίζω τις τσέπες μου μέσα-έξω για να δουν.

Φεύγουν, ανεβαίνουν σ’ ένα δένδρο και έρχονται και μου προσφέρουν ένα ωραιότατο μάγκο [ινδικό φρούτο]!

Και καθώς το παίρνω και τα ευχαρίστησα χαμογελαστά χωρίς λόγια, τι να δω; Έχουν σηκωθεί όλοι οι άνθρωποι που περίμεναν στον Σταθμό, κι έρχονται και με χαιρετούν με την Ινδική μετάνοια. Όλοι.

Και λέω: «Τι γίνεται εδώ»; Και μου λέει ένας: «Στην Θρησκεία μας, όταν ένας Ζητιάνος σου δίνει κάτι, θα πει ότι ο Θεός σου κάνει δώρο και έρχεται να σ’ ευλογήσει»…

Καταλαβαίνετε τι έπαθα…

Από το βιβλίο «Γερόντισσα Γαβριηλία 2.10.1897-28.3.1992, Η Ασκητική της Αγάπης» των εκδόσεων Πορφύρα όπως και όλες οι λοιπές πληροφορίες για την ζωή της αγίας Γαβριηλίας.

Και αν θέλετε ένα παράδειγμα για το πώς… διαχειριζόταν τον εαυτό της στην προσπάθειά της να ακολουθήσει το θέλημα του Θεού ένα λαμπρό δείγμα είναι η συνέχεια της πιο πάνω θαυμαστής κινηματογραφικής σκηνής. Αλλά, θα πρέπει να τονίσουμε πως ολόκληρη η ζωή της νέας μας αγίας αγίας Γαβριηλίας αποτελεί ένα εκπληκτικό κινηματογραφικό σενάριο το οποίο εκτυλίσσεται σε τέσσερις ηπείρους. Από την γέννηση της στην Κωνσταντινούπολη μέχρι την κοίμησή της στην Λέρο στις 28 Μαρτίου του 1992.

Τρίτη 16 Ιουλίου 2024

Η Αγία Μαρίνα η μεγαλομάρτυς

Η Αγ. Μεγαλομάρτυς Μαρίνα

Κατήγετο από την Αντιόχεια της Πισιδίας, από γονείς επιφανείς. Ο πατέρας της Αιδέσιος ήταν επίσημος ιερέας των ειδώλων, γνωστός σε όλους. Η μητέρα της πέθανε λίγες μέρες μετά τη γέννηση της μονάκριβης κόρης της Μαρίνας.

Ο πατέρας αναγκάσθηκε να εμπιστευθεί το βρέφος σε μια γυναίκα που κατοικούσε περί τα τρία χιλιόμετρα έξω από την πόλη, για να το θηλάζει. Τούτο ήταν οικονομία Θεού, γιατί μακρυά από το ειδωλολατρικό περιβάλλον του πατέρα της, καθώς μεγάλωνε άκουγε οι γύρω της να μιλούν για το Χριστό, να διηγούνται τα θαύματά Του, τα παθήματά Του, τον σταυρικό θάνατο που υπέστη και τη θαυμαστή Ανάσταση και Ανάληψή Του στον ουρανό. Η παιδική ψυχή της συγκινείτο από όλα αυτά και ρωτούσε και προσπαθούσε να μάθει όλο και περισσότερα για τη νέα πίστη. Άκουγε ότι οι ειδωλολάτρες κατεδίωκαν τους χριστιανούς και τους βασάνιζαν για να τους αναγκάζουν να θυσιάσουν στα είδωλα, αλλά εκείνοι αντιμετώπιζαν με θάρρος τα μαρτύρια και έμεναν πιστοί στον αληθινό Θεό. Μέσα της άρχισε να αυξάνει ο θαυμασμός της γι' αυτούς τους Μάρτυρες και όταν μεγάλωσε και έφθασε στα 15 της χρόνια, δεν δίσταζε να φανερώνει την πίστη της στον Χριστό και να μιλά για τον αληθινό Θεό, που έγινε άνθρωπος και πέθανε για τη σωτηρία μας. Ο ειδωλολάτρης πατέρας της όταν τα πληροφορήθηκε αυτά, δεν ήθελε καν να αντικρύσει το πρόσωπο της κόρης του και την απεκλήρωσε. Λυπόταν η ευλαβής κόρη το κατάντημα του πατέρα της να υπηρετεί ψεύτικους θεούς και να μη θέλει να ανοίξει τα μάτια του στο αληθινό Φως, στον Χριστό. Με τον καιρό γιγάντωσε ο πόθος της, αν χρειασθεί να μαρτυρήσει κι αυτή για τον Χριστό, όπως τόσοι άλλοι.

Έπαρχος το έτος 270 στα μέρη εκείνα ήταν ο Ολύβριος, που ήταν γνωστός για την αγριότητά του και το μίσος του εναντίον των χριστιανών, που τους θεωρούσε επικίνδυνους για την αυτοκρατορία. Όταν επισκέφθηκε την Αντιόχεια και έμαθε ότι η κόρη του επισήμου ιερέα των ειδώλων ήταν χριστιανή και παρασύρει και άλλους στην πίστη της, διέταξε να την συλλάβουν και να την οδηγήσουν μπροστά του να δικαστεί. Η αγνή κόρη προσευχόταν στο δρόμο να της δώσει ο Κύριος δύναμη και σοφία να κρατήσει την πίστη της μέχρι τέλους και να αντέξει τα βασανιστήρια. Όταν έφθασαν στο παλάτι, ο Έπαρχος τη ρώτησε να ειπεί το όνομά της και ποιον θεόν πιστεύει. Η χριστιανή κόρη με θάρρος του απάντησε: «Μαρίναν με λέγουσιν, της Πισιδίας γέννημα και θρέμμα, ελευθέρων γονέων τέκνον και εύχομαι να γίνω δούλη του Θεού και Σωτήρος μου Ιησού Χριστού, όστις έκαμεν όλον τον κόσμον». Ο Έπαρχος όταν είδε ότι με τις συμβουλές και τις υποσχέσεις δεν μπορούσε να της αλλάξει τις πεποιθήσεις της, άρχισε τις απειλές και τα μαρτύρια.

Επί ημέρες βασάνιζαν την αφοσιωμένη στον Χριστό αγνή κόρη. Κατά τη διάρκεια της ημέρας υπέφερε τα απάνθρωπα βασανιστήρια και τη νύχτα την έκλειναν στη φυλακή χωρίς τροφή. Εκεί στο σκοτεινό κελλί αντιμετώπιζε με θάρρος τις επιθέσεις του σατανά, που επεδίωκε «ως λέων ωρυόμενος» να την εκφοβίσει. Αλλά είχε και την παρηγορία και την ενίσχυση του Τιμίου Σταυρού, που ακτινοβολούσε ουράνιο φως και ιαματική χάρη.

Η Μέρτυς υπέφερε με γενναιότητα τους ραβδισμούς με αγκαθωτά ραβδιά, το ξέσχισμα του σώματός της με σιδερένια νύχια, το κρέμασμα στο ξύλο, τα καψίματα στις πλευρές και στο στήθος της με μεγάλες αναμμένες λαμπάδες, το βούτηγμα στο μεγάλο καζάνι και τόσα άλλα, που μετάτρεψαν το εφηβικό της σώμα σε μια αιμορροούσα πληγή. Πλήθη ανθρώπων παρακολουθούσαν τα μαρτύριά της με ποικίλα αισθήματα. Πού εύρισκε τη δύναμη το δεκαπεντάχρονο αυτό κορίτσι να τα αντιμετωπίζει με τόση ηρεμία και καρτερία όλα αυτά και επί πλέον να ευχαριστεί το Θεό που την αξιώνει για την αγάπη Του να υποφέρει! Την απάντηση την πήραν την τελευταία ημέρα του μαρτυρίου της. Όταν την έφεραν από τη φυλακή και την έστησαν και πάλι μπροστά στον Έπαρχο, δεν πίστευαν στα μάτια τους. Μα είναι αυτή η ίδια που μέχρι την προηγούμενη ημέρα της ξέσχιζαν το πρόσωπό της και ολόκληρο το σώμα της; Πώς δεν βλέπουν ούτε ίχνη από τις πληγές της; Κατάπληκτοι ακούν σε λίγο με παρρησία να αποκαλύπτει στον ηγεμόνα το τι συνέβη. «Μάθε ότι ο αληθινός και μόνος Θεός, που θεραπεύει ψυχές και σώματα, με θεράπευσε». Και σαν επιβεβαίωση των λόγων της, φοβερός σεισμός έσεισε τον τόπο και ακούστηκε φωνή από τον ουρανό, που καλούσε τη μάρτυρα να απολαύσει τον στέφανον της αφθαρσίας στα ουράνια σκηνώματα. Το πλήθος συγκλονίστηκε απ' όσα έβλεπε και άκουγε και πίστεψαν στον Χριστό χιλιάδες, που τον ομολογούσαν ως Θεόν τους και διεκήρυτταν ότι ήσαν και αυτοί έτοιμοι να θυσιαστούν για τον Χριστό.

Ο Έπαρχος πανικοβλήθηκε και πήρε την πιο απάνθρωπη απόφαση. Διέταξε τον στρατόν του να φονεύει χωρίς άλλη διαδικασία όποιον λέγει ότι πιστεύει τον Χριστό ως Θεό και δεν δέχεται να θυσιάζει στα είδωλα. Στον γενικό αυτό διωγμό, στην Επαρχία της Πισιδίας, μαρτύρησαν δέκα πέντε και πλέον χιλιάδες.

Η Εκκλησία μας δέχθηκε το ειδικό αυτό Βάπτισμα του αίματός τους, τους κατέταξε στη χορεία των Αγίων Μαρτύρων και τους εορτάζει την 16ην Ιουλίου, παραμονή της εορτής της Αγίας Μαρίνας.

Επί πλέον, ο Έπαρχος πρόσθεσε και ένα ακόμη κακούργημά του. Από φόβο μήπως αν παραταθεί η ζωή της Μαρίνας αυξηθεί ακόμη περισσότερο ο αριθμός των χριστιανών, έδωσε διαταγή να αποκεφαλισθεί. Έτσι η Μεγαλομάρτυς παρέδωκε την ψυχή της στον Νυμφίον της Χριστόν, το δε μαρτυρικό πάναγνο σώμα της το ενταφίασαν κρυφά οι χριστιανοί με βαθειά ευλάβεια. Αργότερα τα ιερά Λείψανά της μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και εφυλάσσοντο στον ναόν του Χριστού Παντεπόπτου μέχρι την κατάληψη της Πόλης από τους σταυροφόρους.

Η Εκκλησία τιμά τη Μεγαλομάρτυρα Αγία Μαρίνα την 17ην Ιουλίου. 

Επισκόπου Σωτηρίου Τράμπα Μητροπολίτου Πισιδίας Αθλητές Στεφανηφόροι της Μικράς Ασίας. Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη

Κυριακή 14 Ιουλίου 2024

Άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, η φωτισμένη μορφή της Τουρκοκρατίας

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης

Αλέξανδρος Χριστοδούλου, Θεολόγος

Ο Άγιος Νικόδημος γεννήθηκε στη Νάξο το 1749 από ευσεβείς γονείς. Κατά το βάπτισμα ονομάσθηκε Νικόλαος. Πρώτος του δάσκαλος ήταν ο ιερέας του χωριού. Ο μικρός Νικόλαος καθημερινά παρακολουθούσε τις ακολουθίες, μάθαινε τους ιερούς ύμνους και εντασσόταν στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Απέφευγε τα παιχνίδια και αφοσιωνόταν στη μελέτη. Ο Θεός τον είχε προικίσει με μοναδική αφομοιωτική ικανότητα, εξαιρετική μνήμη ώστε να απομνημονεύει αμέσως αυτό που άκουγε, διάβαζε ή του δίδασκαν.

Οι γονείς, ο δάσκαλος και ο τότε Επίσκοπος της Νάξου Άνθιμος διέκριναν την μοναδικά προικισμένη φύση του και φρόντισαν  στα 16 του χρόνια να τον βοηθήσουν να συνεχίσει με ευρύτερες σπουδές στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης, πνευματικό ίδρυμα πανεπιστημιακού επιπέδου με τα σημερινά δεδομένα, με ξακουστούς διδασκάλους. Σπούδασε Ιατρική, Φυσική, Αστρονομία, Φιλοσοφία, Ψυχολογία, με τα τότε δεδομένα βέβαια, προ πάντων όμως τη Θεολογία, για την οποία αισθανόταν ιδιαίτερη έλξη. Έγινε βαθύς γνώστης της ελληνικής γλώσσας σε όλες τις μορφές της που τον βοήθησε να κάνει προσιτούς τους θησαυρούς της εκκλησιαστικής παραδόσεως.

Μετά 4 χρόνια σπουδών επέστρεψε στην πατρίδα του Νάξο κοντά στους γονείς και τον προστάτη του Μητροπολίτη. Συνάντησε τρεις αγιορείτες μοναχούς, τον Γρηγόριο, τον Νήφωνα και τον Αρσένιο που εξ αιτίας του Κολυβαδικού ζητήματος αναγκάστηκαν να φύγουν και κατέφυγαν στη Νάξο. Ήταν τα όργανα της πρόνοιας του Θεού για τον Νικόλαο, που είκοσι πέντε χρονών αναζητούσε να βρει τον προορισμό της ζωής του. Μετά τις συζητήσεις που είχε μαζί τους, τον παρωθούν και αποφασίζει να μεταβεί στην Ύδρα, όπου συναντά τον Επίσκοπο Κορίνθου Μακάριο Νοταρά και τον γέροντα Σίλβεστρο ο οποίος του άναψε τον πόθο για την μοναχική ζωή. Όταν επέστρεψε στη Νάξο ανακοίνωσε την απόφασή του στη γερόντισσα μητέρα του και τον Επίσκοπο, ο οποίος προσπάθησε να τον κρατήσει κοντά του χωρίς όμως αποτέλεσμα και τελικά τον προέπεμψε με τις ευχές του στον τόπο που πόθησε η ψυχή του. Η μητέρα του αποσύρθηκε και αυτή σε μοναστήρι της Νάξου, όπου τελείωσε τη ζωή της ως μοναχή Αγαθή.

Από τώρα αρχίζει νέα περίοδος στη ζωή του, αυτή που θα τον αναδείξει τόσον άγιο για την Ορθόδοξη Εκκλησία, όσο και σπουδαία μορφή για το Γένος, δάσκαλο πρώτου διαμετρήματος και μοναδικής ακτινοβολίας. Το πλοίο που τον μετέφερε από τη Νάξο τον αποβίβασε στην Ιερά Μονή Διονυσίου με συστατική επιστολή του γέροντα Σίλβεστρου, στην οποία έγινε μοναχός με το όνομα Νικόδημος. Τοποθετήθηκε Γραμματέας της Μονής και Αναγνώστης κατά τις ιερές ακολουθίες. Δύο περίπου χρόνια παρέμεινε στη Μονή Διονυσίου αγωνιζόμενος για να τελειώνεται καθημερινά, μέχρι τη στιγμή που έφθασε στο Όρος ο πνευματικός του πατέρας Μακάριος Κορίνθου και του ανέθεσε να διορθώσει και επιμεληθεί το χειρόγραφο της Φιλοκαλίας.  Οι Διονυσιάτες αδελφοί τού επέτρεψαν την έξοδο από τη Μονή και την εγκαταβίωση μαζί με τον πνευματικό του οδηγό σε ένα κελλί των Καρυών.

Ταμείο γνώσεων άπειρων ο Νικόδημος ήταν ο πιο κατάλληλος για να αναλάβει το έργο αυτό, όπως και για τη συμπλήρωση, διόρθωση και θεώρηση των χειρόγραφων έργων «Ευεργετινός» και «Περί της συνεχούς Θείας Μεταλήψεως». Μόλις τελείωσε ξαναγύρισε στην Μονή Διονυσίου.

Η απασχόλησή του με τη νοερά προσευχή, του δημιούργησε τον πόθο να μεταβεί στην Μολδαβία για να συναντήσει τον άγιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ για να ακούσει τη διδασκαλία του σχετικά με τη άσκηση της φυλακής του νου και της απερίσπαστης προσευχής στην καρδιά. Μια καταιγίδα τον εμπόδισε να πραγματοποιήσει το σκοπό του  και αποσύρθηκε στην αρχή σ’ ένα κελλί στις Καρυές και μετά στην έρημο της Καψάλας στο κελλί του Αγίου Αθανασίου για να ζήσει εκεί μόνος του ασκητικό βίο και να επιτύχει ανενόχλητος και απερίσπαστος τις αναβάσεις του προς το Θεό.

Στην Καψάλα υποτάχθηκε στον άγιο γέροντα Αρσένιο τον Πελοποννήσιο, που τον είχε γνωρίσει για πρώτη φορά στη Νάξο και είχε ιδιαίτερα εκτιμήσει την αγιότητα και την ηρεμία του. Η αγιότητα, που είχε αρχίσει να χαρακτηρίζει την πολιτεία μαζί με την πανθομολογούμενη σοφία, αποτέλεσαν πόλους έλξης για τους ασκούμενους στο Όρος μοναχούς, αλλά και τους επισκέπτες προσκυνητές, που άρχισαν να συρρέουν προς το Νικόδημο. Ήταν τότε τριάντα χρονών. Αυτό ιδιαίτερα τον ενοχλούσε καθώς τον αποσπούσε από την άσκηση.

Στην αρχή μαζί με το γέροντα Αρσένιο ταξίδεψαν και διέμειναν στην ερημόνησο Σκυροπούλα, απέναντι από τη Σκύρο, για να ασκηθούν αυστηρότερα. Οι δυσκολίες της επιβίωσης έκαναν τον γέροντα πολύ σύντομα να επιστρέψει στο Άγιον Όρος, ενώ ο Νικόδημος παρέμεινε μόνος αφιερωμένος στην περισυλλογή και την προσευχή. Εδώ γράφει μετά από αίτημα του εξαδέλφου του Ιεροθέου Επισκόπου Ευρίπου το «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, περί φυλακής των πέντε αισθήσεων και λογισμών και περί της ενεργείας του νου». Το έργο αυτό έγραψε όλο άπο μνήμης, χωρίς να διαθέτει κανένα βοήθημα ή βιβλίο, στο σύγγραμμά του δε αυτό υπάρχουν πολλές παραπομπές και υποσημειώσεις. Ασκητικούς αγώνες πραγματοποίησε πολλούς καθώς έμεινε και ζούσε στη Σκυροπούλα, και μετά  επέστρεψε στο Άγιον Όρος και τότε δέχθηκε το μεγάλο σχήμα και παρέμεινε μόνος στο κελλί του Αγίου Θεωνά στην Καψάλα. Εκεί τον επισκέφθηκε πάλιν ο δάσκαλος και φίλος του Επίσκοπος Μακάριος για να τον παρακαλέσει να μεταφράσει τα Άπαντα του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, έργο που με μεγάλη προθυμία ανέλαβε και το ολοκλήρωσε. Ακολούθησαν τα έργα του: «Εξομολογητάριον» για να βοηθήσει τόσον αυτούς που εξομολογούν, όσο και αυτούς που εξομολογούνται, το «Θεοτοκάριον», βιβλίο με κανόνες προς τιμήν της Θεοτόκου, ο «Αόρατος Πόλεμος» και τα «Πνευματικά Γυμνάσματα». Κατόρθωσε να συγκεντρώσει χειρόγραφα όλων των έργων του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, να συγγράψει προοίμιο και σημειώσεις σε όλα και τα απέστειλε στο τυπογραφείο των Μαρκιδών Πουλίου στη Βιέννη για να τα τυπώσουν. Δυστυχώς το χειρόγραφο έγινε άφαντο, γιατί στο τυπογραφείο αυτό εκτυπώνονταν και οι επαναστατικές προκηρύξεις του Ρήγα Βελεστινλή και η Αυστριακή Αστυνομία το κατέστρεψε ολόκληρο, η απώλεια δε του έργου συγκλόνισε τον Νικόδημο. Σειρά είχε το «Πηδάλιον» όπως ονόμασε τη συλλογή των θείων και ιερών Κανόνων, με την ερμηνεία τους, έργο μοναδικό και ανεπανάληπτο μέχρι σήμερα στην πρακτική της Εκκλησίας. Αφού εγκρίθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το έστειλαν στη Βιέννη για να εκτυπωθεί και κυκλοφορηθεί. Δυστυχώς ψευδάδελφος επέτρεψε στον εαυτό του να αλλοιώσει σε ορισμένα σημεία τις απόψεις του Νικοδήμου, που πολύ ενοχλήθηκε και πικράθηκε. Στην Καλύβη του αγίου Βασιλείου με τη συντροφιά των αδελφών του Κολλυβάδων, συνέγραψε τα περισσότερα αλλά και σπουδαιότερα από τα έργα του, όπως την «Χρηστοήθειαν», τον «Κήπον των Χαρίτων», το «Εκλόγιον» και το «Νέον Μαρτυρολόγιον». Σ’ αυτό το τελευταίο συγκέντρωσε τις πιο γνωστές βιογραφίες νεομαρτύρων, δηλαδή Χριστιανών που μαρτύρησαν κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Στη συγκέντρωση και έκδοση οδηγήθηκε και από την ένταση και έκταση των εξισλαμισμών.

Ενώ έγραφε και δίδασκε συνεχώς αυτούς που τον συναντούσαν, πολύ μικρή φροντίδα, ίσως καμία, δεν κατέβαλλε για να τρώει και να ντύνεται. Συντηρούσε το σώμα του με ελάχιστη τροφή και ήταν μόνιμα ρακένδυτος. Ενώ όμως πλουτίζει πνευματικά και ηθικά τους άλλους, ο ίδιος μένει σε έσχατη υλική πτωχεία και ταπείνωση. Εξ αιτίας του έργου του «Περί συνεχούς θείας Μεταλήψεως» οι αντίπαλοι των Κολλυβάδων τον κατηγορούν ως αιρετικό. Είκοσι δύο χρόνια ταλαιπωρήθηκε ο Άγιος έως ότου η Ιερά Κοινότητα τον κηρύξει «ορθοδοξώτατον και των δογμάτων της του Χριστού Εκκλησίας τρόφιμον», χρόνια γεμάτα από θλίψεις, καταφρόνηση και διωγμούς, που δεν στάθηκαν όμως αρκετά, ώστε να κάμψουν το φρόνημά του. Από το συγγραφικό του έργο φαίνεται ότι δεν τον απασχολεί μόνον η σωτηρία της ψυχής του, αλλά έχει διαρκώς το νουν του και στη σκλαβωμένη πατρίδα και τους Χριστιανούς αδελφούς του. Τον καίει ο πόθος για την ελευθερία των υπόδουλων αδελφών του, ανησυχεί για τη διαφύλαξη των οσίων και των ιερών της φυλής.

Οι σκληροί αγώνες του, η διαρκής νηστεία στη ζωή του, η συνεχής καταπόνησή του με τη μελέτη και τη συγγραφή λύγισαν πρόωρα τον όσιο και κλόνισαν σοβαρά την υγεία του. Συναισθάνθηκε την αδυναμία του, την ανάγκη να τον φροντίζουν και γι’ αυτό εγκαταστάθηκε στις Καρυές, στο κελλί των Σκουρταίων. Δύο ολοκληρα χρόνια εργάσθηκε για να διορθώσει τον «Συναξαριστή» των δώδεκα μηνών του έτους. Ταυτοχρόνως έχει την ψυχική δύναμη και την πνευματική διαύγεια να συγγράψει το ογκώδες «Εορτοδρόμιο» και τη «Νέα Κλίμακα».

Επί τρεις μήνες η κατάστασή του χειροτέρευε συνεχώς, οι δυνάμεις του τον εγκατέλειπαν, άρχισε να μην ακούει, να μην μπορεί να περπατά και να μιλά άνετα. Ο ίδιος με χαρά έβλεπε να πλησιάζει το τέλος του. Τέλεσαν ευχέλαιο, εξομολογήθηκε, κοινώνησε, όπως καθημερινά σχεδόν τις τελευταίες ημέρες και προσπαθούσε με δυσκολία να επαναλαμβάνει την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού ελέησόν με». Με οσιακό τρόπο, αφού ευχήθηκε και προσευχήθηκε για τους αδελφούς που τον φρόντιζαν, προσκύνησε τα λείψανα των αγίων που βρίσκονταν στο κελλί, κοινώνησε για τελευταία φορά και κοιμήθηκε το πρωΐ της 14ης Ιουλίου 1809. Ολόκληρο το Άγιον Όρος πένθησε και θρήνησε, γιατί αισθάνθηκε ορφανεμένο. Ένας απλός τάφος έξω από το κελλί των αγαπημένων του αδελφών Σκουρταίων δέχθηκε το ταλαιπωρημένο σώμα του, μετά από εξήντα χρόνων επίγεια παρουσία.

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2024

Η οσιακή κοίμηση και ο ενταφιασμός του Αγίου Παϊσίου.

Η οσιακή κοίμηση του Αγίου Παϊσίου.

Στὶς 11 Ἰουλίου, μνήμη τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, ὁ Άγιος κοινώνησε γιὰ τελευταία φορά. Μὲ πολὺ κόπο γονάτισε ἐπάνω στὸ κρεββάτι, ἔκανε τὸ σταυρό του καὶ μὲ τρεμάμενα χείλη εἶπε: «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλεία σου».

Ἔπειτα οἱ ἀδελφές τοῦ ἔφεραν τὴν εἰκόνα τῆς Ἁγίας Εὐφημίας καὶ τὸν δίσκο μὲ τὸ κόλλυβό της. «Ἄκροις δακτύλοις» πῆρε δύο κόκκους ὡς εὐλογία καὶ ἀσπάσθηκε τὴν εἰκόνα τῆς Ἁγίας.

Βλέποντας ὅτι δὲν ἦταν στολισμένη, παρατήρησε: «Οὔτε ἕνα λουλούδι δὲν τῆς βάλατε;». Κατὰ τὸ μεσημέρι ἦρθε στὸ Ἡσυχαστήριο ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σιναίου Δαμιανός, καὶ ὁ Γέροντας ζήτησε νὰ τοῦ διαβάση τὴν εὐχὴ «εἰς ψυχορραγοῦντα».

Ἀκόμη, τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν μνημονεύη. «Νὰ μὲ μνημονεύης, τοῦ εἶπε, γιατί πολλοὶ ἄλλοι θὰ μὲ ἐγκαταλείψουν, θὰ νομίζουν ὅτι δῆθεν δὲν ἔχω ἀνάγκη».

Ἡ τελευταία ἐκείνη νύχτα ἦταν μαρτυρική. Ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ ἰσχυρὰ παυσίπονα δὲν τὸν ἒπιαναν. «Πονάω, πονάω πολύ», ἔλεγε σιγανὰ καὶ κοίταζε συνέχεια τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας. Τὸ δεξί του χέρι σχημάτιζε κάπου-κάπου τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ἐνῶ τὸ ἀριστερὸ ἐκινεῖτο σὰν νὰ τραβοῦσε κομποσχοίνι.

Πότε-πότε ἄνοιγε τὰ χέρια του σὲ προσευχή.

Κάποια στιγμὴ εἶπε: «Μαρτύριο». Ἡ Γερόντισσα, ποὺ βρισκόταν δίπλα του, δὲν ἄκουσε καὶ τὸν ρώτησε τί εἶπε. Τὸ ἐπανέλαβε τρεῖς φορές: «Μαρτύριο, μαρτύριο, μαρτύριο».

Κάθιδρος, ἀσθμαίνων καὶ δακρυρροῶν ἔτρεχε τὸ τελευταῖο στάδιο, γιὰ νὰ φθάση στὸ τέρμα καὶ νὰ λάβη «τὸν τῆς νίκης στέφανον». Ὁ «ἀγγελικῶς ἐπὶ τῆς γῆς πολιτευσάμενος» ἔσπευδε διὰ μαρτυρίου νὰ πετάξη πρὸς τὰ οὐράνια σκηνώματα.

Στὶς ἐννιάμισι ἡ ὥρα τὸ πρωὶ ὅλες οἱ Ἀδελφὲς πέρασαν νὰ πάρουν γιὰ τελευταία φορὰ τὴν εὐχή του. Ἦταν προσηλωμένος στὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας καὶ δὲν μιλοῦσε.

Ὁ πόνος ἦταν ζωγραφισμένος στὸ πρόσωπό του, ἀνέπνεε μὲ πολλὴ δυσκολία, ἐνῶ ἡ πίεσή του σιγὰ-σιγὰ ἔπεφτε. Ὅλα ἔδειχναν ὅτι ἔφθανε τὸ τέλος· ὁ ἀναστημένος πνευματικὰ Πατὴρ Παΐσιος βρισκόταν στὸ κατώφλι πρὸς τὴν μακαριότητα.

Σὲ μία στιγμή, ὁ Άγιος πῆρε τρεῖς σύντομες εἰσπνοὲς καὶ ἔσβησε, ὅπως σβήνει τὸ καντηλάκι, ὅταν τελειώνει τὸ λάδι του. Ἔγειρε ἥσυχα τὸ κεφάλι του στὸ πλάι, ἐνῶ ἡ ἁγιασμένη του ψυχὴ εἶχε πετάξει στὴν ἀληθινὴ πατρίδα του, τὸν Οὐρανό. Ἦταν ἕνδεκα ἡ ὥρα τὸ πρωὶ τῆς 12ης Ἰουλίου 1994.

Οἱ ἀδελφές του φόρεσαν τὸ Σχῆμα, τὸ ράσο καὶ τὸ κουκούλι· κατὰ τὰ ἄλλα ἦταν τακτοποιημένος ἀπὸ μόνος του. Τὸν ἔβαλαν σὲ ἕνα ἁπλὸ νεκροκρέββατο καὶ τὸν μετέφεραν στὸ Παρεκκλήσιο τῶν Ἀρχαγγέλων.

Γύρω του ἐναπέθεσαν λίγα μόνο λουλούδια· βασιλικοὺς καὶ τριαντάφυλλα. Τὰ χέρια του, σὰν νὰ ἦταν ζωντανά, κρατοῦσαν μὲ εὐλάβεια τὸν Σταυρό. Ἡ μορφὴ του ἦταν εἰρηνική, φωτεινή, ὀσιακή· εἶχε ἱλαρότητα, σκορποῦσε Χάρη.

Τὸ ἀπόγευμα τὸ Ἡσυχαστήριο ἄνοιξε γιὰ τοὺς προσκυνητές, ἀλλὰ οἱ Ἀδελφὲς δὲν ἀνακοίνωσαν τὴν κοίμηση τοῦ Γέροντα σὲ κανέναν· αὐτὴν τὴν ἐντολὴ εἶχε δώσει ὁ ἴδιος.

Ἡ Γερόντισσα κάλεσε τὸν ἐφημέριο τοῦ Ἡσυχαστηρίου, τὸν π. Νικόλαο, καὶ τοῦ εἶπε ὅτι ἐπιθυμία τοῦ Πατρὸς Παϊσίου ἦταν νὰ τελέση μόνον ἐκεῖνος τὴν Ἐξόδιο Ἀκολουθία. Τὸ δέχθηκε μὲ φόβο καὶ χαρά· φόβο, διότι αἰσθανόταν ἀνάξιος νὰ κηδεύση ἕναν ἅγιο, χαρὰ γιὰ τὴν μεγάλη εὐλογία ποὺ τοῦ χάριζε ὁ Θεός.

Στὶς ἕνδεκα ἡ ὥρα τὸ βράδυ, ἄρχισε ἡ Ἀγρυπνία στὸ Παρεκκλήσιο τῶν Ἀρχαγγέλων. Μετὰ τὴν Θεία Λειτουργία ἐψάλη ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία. Οἱ ἀδελφὲς ἔψαλλαν τὰ νεκρώσιμα τροπάρια νιώθοντας τὸν Γέροντα νὰ εἶναι ἀκόμη ζωντανὸς δίπλα τους.

Πρὶν ἀπὸ ἕναν μήνα εἶχε πεῖ ἀστειευόμενος: «Ἐγὼ θὰ ψάλω τὴν Νεκρώσιμη Ἀκολουθία!». Ἔψαλλε, πράγματι «ἐν ἐκκλησίᾳ ὁσίων». Ἦταν σὰν νὰ ἔλεγε: «Χθὲς συνεθαπτόμην σοι Χριστὲ συνεγείρομαι σήμερον ἀναστάντι σοι, συνεσταυρούμην σοι χθὲς, αὐτός με συνδόξασον Σωτήρ, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου».

Ὅλος ὁ πόνος τῆς προηγούμενης νύχτας εἶχε δώσει τὴ θέση του στὴν ἀναστάσιμη χαρά. Στὸ μικρὸ Παρεκκλήσι, μὲ τὸ λιγοστὸ φῶς, ἡ ἀτμόσφαιρα ἦταν Σταυροαναστάσιμη. Ἦταν στιγμὲς ἀποχωρισμοῦ, ἀλλὰ ἡ θλίψη μεταβαλλόταν σὲ χαρὰ λόγω τῆς βεβαιότητος ὅτι ὁ Άγιος τώρα πιὰ θὰ βρισκόταν δίπλα στὸν καθένα ποὺ θὰ ζητοῦσε τὶς πρεσβεῖες του.

Ἡ ἐκφορὰ τοῦ ἱεροῦ σκηνώματος ἔγινε μέσα σὲ ἀπόλυτο σκοτάδι. Τὸ μόνο φῶς ἐρχόταν ἀπὸ ἕναν φανὸ ποὺ προπορευόταν τῆς νεκρικῆς πομπῆς καὶ ἀπὸ δύο ταπεινὰ φαναράκια ποὺ συνόδευαν τὸν Γέροντα.

Ἔτσι θέλησε νὰ κηδευθῆ. Σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ ἤθελε νὰ κρύβεται· πλοῦτος του ἦταν ἡ προσωπική του ἀφάνεια. Αὐτὸ εἶχε φροντίσει νὰ γίνη καὶ στὴν κοίμησή του μὲ τὸ νὰ μὴν ἀνακοινωθῆ, πρὶν περάσουν τρεῖς ἡμέρες.

Ἡ σεβάσμια ἁπλότητα τῆς μυστικῆς ἐκφορᾶς ἔκανε περισσότερο αἰσθητὴ τὴν λαμπρὴ καὶ ἔνδοξη καὶ πολυάριθμη παρουσία τῆς Ἄνω Ἐκκλησίας. Ὁ Γέροντας προχωροῦσε μέσα στὸ σκοτάδι ἀκίνητος καὶ συγχρόνως πορευόμενος τὴν μακαρία ὁδὸ καὶ λαμπρῶς προϋπαντούμενος ἀπὸ τοὺς χοροὺς τῶν Δικαίων….

Ἡ πομπὴ ὁδηγήθηκε στὸν τόπο ὅπου εἶχε ἑτοιμασθῆ ὁ τάφος του, πίσω ἀπὸ τὸ Ἱερό τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου, ὁ ὁποῖος, ὕστερα ἀπὸ εἴκοσι χρόνια, ἐπρόκειτο νὰ γίνη δικός του Ναός. Μὲ ἕνα κεράκι διαβάσθηκαν ὅσα προβλέπονται κατὰ τὸν ἐνταφιασμό, ἔγινε τὸ καθορισμένο κομποσχοίνι, καὶ ὁ ἱερέας εἶπε: «Χριστὸς Ἀνέστη!».

Τώρα πιὰ ὁ Ἅγιος Παΐσιος δὲν πονάει καὶ δὲν ὑποφέρει. Δὲν καταδαπανᾶται, γιὰ νὰ βοηθάη καὶ νὰ ἀναπαύη ὅσους ἔχουν ἀνάγκη. Ἡ φιλότιμη καὶ ἀρχοντικὴ καρδιά του δὲν μοιράζεται στὰ δύο, ἀνάμεσα στὸν πόθο γιὰ τὴν ἔρημο καὶ στὴν ἀνάγκη νὰ μένη κοντὰ στοὺς πονεμένους ἀνθρώπους.

Τώρα πιὰ «πετάει ἄνετα σὰν Ἄγγελος ἀπὸ τὴν μία ἄκρη τοῦ κόσμου στὴν ἄλλη», ὅπως ἔγραψε καὶ ὁ ἴδιος γιὰ τὸν Ἅγιο Ἀρσένιο, καὶ εὔκολα βρίσκεται παντοῦ, κοντὰ σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ τὸν ἐπικαλεῖται μὲ πίστη καὶ εὐλάβεια.

Ὅσο ζοῦσε πάνω στὴ γῆ ὁ Ἅγιος ἦταν ταπεινὸς καὶ συγχρόνως μεγάλος, πάμφτωχος καὶ ὅμως πάμπλουτος, ἁπλὸς καὶ ὀλιγογράμματος ἀλλὰ σοφὸς καὶ πλήρης Πνεύματος Ἁγίου.

Σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς του, ὡς μικρὸς «κοσμοκαλόγερος» στὴν Κόνιτσα, ὡς στρατιώτης ἔπειτα μέσα στὴν δίνη τοῦ πολέμου, ὡς ἀγωνιστὴς νέος μοναχὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἐσφιγμένου καὶ στὴν Μονὴ Φιλοθέου, ὡς ἀκούραστος «Καλόγερος» στὴν Ἱερὰ Μονὴ Στομίου, ὡς ἐξαϋλωμένος ἀσκητὴς στὴν ἔρημο τοῦ Σινᾶ, ὡς θεοφώτιστος Γέροντας ποὺ δέχθηκε χιλιάδες ψυχὲς στὸ Κελλὶ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ στὴν Παναγούδα, καιγόταν πάντοτε ἀπὸ τὴν ἴδια φλόγα· νὰ δίνεται ὁλοκληρωτικὰ στὸν Θεὸ μὲ φιλότιμη ἄσκηση καὶ νὰ θυσιάζεται γιὰ τοὺς συναθρώπους του μὲ ἀρχοντικὴ ἀγάπη.

Ἔζησε, πράγματι, σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ λέει: «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σοὺ καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτὸν». Ἔλαμψε στὸν κόσμο μὲ «τὰ καλά του ἔργα», δόξασε τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἁγία του ζωή, καὶ ὁ Θεὸς τὸν δόξασε ἐπιτελώντας δι΄ αὐτοῦ μέγιστα θαύματα.

«Οἱ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων συγγραψάμενοι τὰς πράξεις αὐτῶν ἐδήλωσαν τὰς σωματικᾶς, τὴν ἀκτημοσύνην, τὴν νηστείαν, τὴν ἀγρυπνίαν, τὴν ἐγκράτειαν, τὴν ὑπομονήν· τὴν δὲ πνευματικὴν αὐτῶν ἐργασίαν μικρὸν τε καὶ ὡς ἐν ἐσόπτρῳ διὰ τῶν τοιούτων ἐδήλωσαν».

Ἔτσι καὶ ἡ πνευματικὴ ἐργασία τοῦ Ἁγίου Παϊσίου πολὺ λίγο ἔγινε φανερή. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ πῆ πόσο βαθιὰ ἔιχε προχωρήσει ὁ Ὅσιος τὸ σκάψιμο στὸ πνευματικὸ μεταλλεῖο καὶ σὲ ποιὰ πνευματικὰ ὑψώματα εἶχε φθάσει.

Ἂν ὅμως θὰ ἔπρεπε κάποιος νὰ πῆ μὲ μία λέξη τί ἔκανε τὸν Ἅγιο Παΐσιο νὰ γίνη αὐτὸ ποὺ ἦταν, θὰ ἐπαναλάμβανε τὰ λόγια του: «Ἡ ἀγάπη, ἡ ἀγάπη, ἡ ἀγάπη…».

«Ἀγάπη, προφητείας χορηγός· ἀγάπη, θαυμάτων παρεκτική· ἀγάπη, ἐλλάμψεως ἄβυσσος… Ἀγάπη τελευταία βαθμὶς εἰς τὰς θείας ἀναβάσεις τῶν ἀρετῶν. Ἀγάπη γὰρ ἐστιν ὁ Θεός, ᾧ πρέπει δόξα, ὕμνος, τιμὴ καὶ προσκύνησις εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης», ἔκδοση Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2015

Μνήμη Αγ. Σωφρονίου του Έσσεξ: Ένας Άγιος της εποχής μας που εδραίωσε την Ορθόδοξη πνευματικότητα στον Δυτικό Πολιτισμό.

Ο Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ

Ο Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ αποτελεί ένα ισχυρό παράδειγμα Ορθόδοξης πνευματικότητας στον Δυτικό Πολιτισμό καθώς με τη δράση και το έργο του τροφοδότησε ανήσυχες ψυχές και τις οδήγησε εις οδόν σωτηρίας.

Η Εκκλησία τιμά σήμερα τη μνήμη του, καθώς με απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου ενεγράφη στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας μας στις 27 Νοεμβρίου 2019 και όρισε ως ημέρα τιμής και μνήμης της αγιασμένης αυτής μορφής την 11η Ιουλίου εκάστου έτους καθώς κατά αυτή την ημέρα εκοιμήθη ειρηνικά το έτος 1993.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος είχε αναγγείλει κατά την επίσκεψή του τον Οκτώβριο του 2019 στο Άγιον Όρος την πρόθεση της Μητρός Εκκλησίας να εντάξει στο Αγιολόγιο τον Άγιο Σωφρόνιο:

Το πνευματικό του έργο υπήρξε σπουδαίο ιδρύοντας μια χριστιανική αδελφότητα και χτίζοντας παράλληλα και ένα μοναστήρι αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο στο Έσσεξ. Ο Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ έμεινε εκεί μέχρι την κοίμησή του το 1993 σε ηλικία 97 ετών. Ο Άγιος Σωφρόνιος ως ένας οικουμενικός Άγιος τιμάται σε όλο τον Ορθόδοξο κόσμο ενώ προς τιμήν του έχουν ήδη ξεκινήσει να ανεγείρονται ναοί και παρεκκλήσια.

Ο καλλιτέχνης που έγινε μοναχός

Ο Όσιος Σωφρόνιος γεννήθηκε στη Μόσχα από ορθόδοξους γονείς στις 22 Σεπτεμβρίου 1896. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Σέργιος. Ήταν το δεύτερο παιδί μιας οικογένειας με άλλα εννέα αδέλφια. Από την παιδική του ηλικία έδειχνε μια σπάνια ικανότητα στην προσευχή. Σαν νέος μάλιστα μπορούσε να απαντά σε θέματα θεολογικά από αιώνων ζητούμενα. Έτσι, από νωρίς είχε έντονη επιθυμία να εισχωρήσει στην καρδιά της Ορθόδοξης Θεολογίας.

Φοίτησε στην Κρατική Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας, με ιδιαίτερη κλίση στη ζωγραφική. Την ίδια περίοδο απέκτησε ενδιαφέρον για το Βουδισμό και γενικότερα για την Ινδική Φιλοσοφία. Αυτή η παιδεία άλλαξε την πορεία της εσωτερικής του ζωής. Σαν νέος έζησε τον Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917-1918. Τα γεγονότα αυτά τον οδήγησαν στην άποψη ότι η αιτία που οδηγεί στα δεινά που βιώνει ο άνθρωπος είναι η ύπαρξη του αυτή καθαυτή. Καθημερινά βασανιζόταν να λύσει τα μυστήρια της ζωής.

Ως ζωγράφος ήταν πολύ δύσκολο να εργασθεί στη μετεπαναστατική Ρωσία. Το 1921, σε ηλικία 25 ετών, φτάνει στο Παρίσι, αφού πρώτα πέρασε από την Ιταλία, όπου θαύμασε τα αριστουργήματα της Αναγέννησης, ενώ έκανε και μια σύντομη στάση στο Βερολίνο. Τα έργα του έγιναν δεκτά στα καλλιτεχνικά σαλόνια, πήρε μέρος σε Εκθέσεις με μεγάλη επιτυχία, αλλά και πάλι ένοιωθε μέσα του ένα κενό. Ο ίδιος διηγείται: «Ήμουν στο Παρίσι, τα είχα όλα, ζούσα με τον καλλιτεχνικό κόσμο του Παρισιού και συμμετείχα σε όλες τις εκδηλώσεις. Όμως τίποτα δεν μου έδινε χαρά και ανακούφιση. Μετά από κάθε εκδήλωση του καλλιτεχνικού κόσμου, είχα μέσα μου κενό και αγωνία. Ο λογισμός μου μού έλεγε πως κάτι πρέπει να κάμω, για να φύγω από το αδιέξοδο που με συνείχε. Όμως δεν εύρισκα λύση. Ένα βράδυ, μετά από μία διασκέδαση, ανέβαινα στο σπίτι μου με σκυμμένο το κεφάλι και αργό βήμα. Έλεγα πως αυτή η ζωή είναι βάναυση, είναι ανιαρή. Τότε σκέφτηκα να γίνω μοναχός, όμως πού και πώς δεν είχα ιδέα».

Στο Άγιον Όρος

Το 1925 εγκαταβιώνει στο Ρωσικό Μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, στα δυτικά παράλια του Άθωνα. Γνωρίζει τον Άγιο Ρώσο γέροντα Σιλουανό τον Αθωνίτη, ο οποίος γίνεται πνευματικός του οδηγός. Παρέμεινε κοντά του επί οκτώ χρόνια περίπου, μέχρι την κοίμηση του γέροντα (24-9-1938).

Με ευλογία του Ηγουμένου της Μονής, αναχωρεί για την «έρημο» του Αγίου Όρους, τα γνωστά Καρούλια. Έπειτα, γίνεται εξομολόγος και πνευματικός πατέρας των αδελφών σε Μονές, σκήτες και κελλιά στα νοτιοδυτικά παράλια του Άθωνα. Μετά από τέσσερα χρόνια σε αυτή τη διακονία, εγκαταβιεί σ’ ένα σπήλαιο κοντά στη Μονή του Αγίου Παύλου.

Για λόγους υγείας, αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σπήλαιο τον τρίτο χειμώνα. Μεταβαίνει τότε στη Γαλλία για μια χειρουργική επέμβαση και παραμένει εκεί για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Το 1948 εκδίδει τα χειρόγραφα του Αγίου Σιλουανού με ανάλυση της διδασκαλίας του και με τη βιογραφία του. Το 1952 εκδίδεται το βιβλίο «Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης».

Στη συνέχεια, επισκέπτεται τη Μόσχα, για να προσκυνήσει τους τάφους των γονέων του. Μαθαίνει ότι όλα τ’ αδέλφια του ήταν στη ζωή (εκτός από το μεγαλύτερό του αδελφό Βόρι, πού πέθανε 14 ετών). Από τότε επισκεπτόταν τη Μόσχα κάθε χρόνο, έως το 1981.

Στην Αγγλία

Το 1959 και σε ηλικία 63 ετών εγκαταβιώνει στο Έσσεξ της Αγγλίας και ιδρύει Μοναστική Αδελφότητα. Κτίζει το Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, όπου δεχόταν όποιον ζητούσε την πνευματική του βοήθεια. Παράλληλα ανάπτυξε πλούσιο συγγραφικό έργο.

Ο Γέροντας Σωφρόνιος εκοιμήθη ειρηνικά στις 11 Ιουλίου του 1993, σε ηλικία 97 ετών. Ο τάφος του είναι στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου, στο Έσσεξ της Αγγλίας.

Η Μονή Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ: Ένα πνευματικό εργαστήρι στην καρδιά του Δυτικού Πολιτισμού

Η Μονή υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και συγκεκριμένα βρίσκεται στην περιοχή Tolleshunt Knights του Maldon στο Essex.

Το 1958, ο Άγιος Σωφρόνιος απέκτησε μια συνοδεία έξι ατόμων που ποθούσαν να γίνουν και αυτοί μοναχοί. Την άνοιξη του 1959, η νεοσύστατη αδελφότητα του Τιμίου Προδρόμου εγκαταστάθηκε στο Tolleshunt Knights της Αγγλίας. Το Μοναστήρι, από τις απαρχές του, είχε και μοναχούς και μοναχές από πολλές χώρες, επειδή ο Γέροντας Σωφρόνιος δεν ήταν σε θέση να επιβλέπει δυο ξεχωριστές αδελφότητες. Ο Άγιος έμεινε στο μοναστήρι με την αδελφότητά του μέχρι την κοίμησή του το 1993 σε ηλικία 97 ετών.

Το Μοναστήρι εντάχθηκε απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1965 και μετά έγινε “Σταυροπηγιακό”. Στις 27 Νοεμβρίου του 2019 ανακοινώθηκε, από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η αγιοκατάταξη του Γέροντος Σωφρονίου. Σημερινός Καθηγούμενος της μονής είναι ο Πανοσολ. Αρχιμανδρίτης Πέτρος.

Ποιμαντική διακονία υψηλών προδιαγραφών

Ένα από του ανθρώπους που γνώρισαν τον Όσιος Σωφρόνιο και μελέτησαν το έργο του, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος, γράφει:  “Ο άγιος Σωφρόνιος, όπως φαίνεται στις επιστολές του αυτές, ασκούσε μια ποιμαντική διακονία υψηλών προδιαγραφών, που εκινείτο στα προφητικά, αποστολικά και πατερικά πρότυπα, μέσα σε εκπληκτική ευγένεια. Γράφει: «Να έχουμε υπ’ όψιν ότι η δύναμη της ορμής προς τον Θεό μέσα μας πρέπει να αυξάνει διαρκώς έως το τέλος της ζωής μας έτσι, ώστε τελικά να μας βγάλει από την σφαίρα της έλξεως της γης». Σε αυτό πρέπει να βοηθήση ο πνευματικός πατέρας τους Χριστιανούς”.

Οι τελευταίες ημέρες

Ο Αρχιμανδρίτης Ζαχαρίας Ζάχαρου περιγράφει τις τελευταίες επίγειες ημέρες του Οσίου:

“Τέσσερις μέρες πριν πεθάνει έκλεισε τα μάτια του και δεν ήθελε να μας μιλήσει περαιτέρω. Το πρόσωπό του ήταν φωτεινό κι όχι θλιμμένο, αλλά γεμάτο ένταση. Είχε την ίδια έκφραση, όπως όταν θα τελούσε τη λειτουργία. Δεν άνοιγε τα μάτια του, ούτε πρόφερε λέξεις αλλά σήκωνε το χέρι του ευλογώντας μας. Μας ευλογούσε χωρίς λόγια κι εγώ κατάλαβαινα ότι θα έφευγε. Έτσι δεν ήθελα να τον απασχολώ. Προηγουμένως συνήθιζα να προσεύχομαι ώστε ο Θεός να επεκτείνει το γήρας του, όπως λέμε στη λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου «το γήρας περικράτησον». Αλλά κατά τη διάρκεια εκείνων των ημερών είδα ότι έφευγε κι έτσι άρχισα να λέγω: «Κύριε δώρισε στο δούλο σου πλουσίαν είσοδον στη βασιλεία σου». Προσευχόμουν χρησιμοποιώντας τα λόγια του αποστόλου Πέτρου, όπως διαβάζουμε στη Β’ Επιστολή του (Β’ Πέτρου α’ 11).

Έτσι έλεγα επιμόνως :«Θεέ μου, δώρισε πλουσίαν είσοδον στο δούλο σου και τοποθέτησε την ψυχή του μαζί με τους Πατέρες του» και ονόμαζα όλους τους συντρόφους του ασκητές πού ήξερα ότι είχε στο Αγιον Όρος, αρχίζοντας από τον Άγιο Σιλουανό και μετά όλους τους άλλους.

Την τελευταία μέρα πήγα να τον δω στις έξι το πρωΐ. Ηταν Κυριακή και τελούσα την πρωϊνή λειτουργία, ενώ ο πατήρ Κύριλλος μαζί με τους άλλους ιερείς θα τελούσαν τη δεύτερη. Αντιλήφθηκα ότι επρόκειτο να μας αφήσει τη μέρα εκείνη. Πήγα και άρχισα την Πρόθεση. Οι Ώρες άρχισαν στις εφτά και μετά ακολούθησε η λειτουργία. Είπα μόνο τις ευχές της Αναφοράς, διότι στο μοναστήρι μας έχουμε τη συνήθεια να τις διαβάζουμε εκφώνως. Για τις υπόλοιπες η προσευχή μου ήταν συνεχώς: «Κύριε, δώρισε πλουσίαν είσοδο στη βασιλεία σου στο δούλο σου». Η λειτουργία εκείνη ήταν διαφορετική απ΄όλες τις άλλες. Τη στιγμή που είπα «Τα άγια τοις αγίοις» ο πατήρ Κύριλλος εισήλθε το ιερό. Κοιτάξαμε ο ένας τον άλλο, άρχισε να κλαίει κι εννόησα ότι ο πάτερ Σωφρόνιος είχε φύγει. Ρωτώντας ποιά ώρα είχε αναχωρήσει ήξερα ότι ήταν η ώρα πού διάβαζα το ευαγγέλιο.

Πήγα παράμερα, διότι ο πατήρ Κύριλλος ήθελε να μιλήσει μαζί μου και μου είπε: «Μετάδωσε την Κοινωνία στους πιστούς και μετά ανακοίνωσε την αναχώρηση του πατρός Σωφρονίου και κάνε το πρώτο Τρισάγιο θα κάνω το ίδιο στη δεύτερη λειτουργία». Έτσι διαμοίρασα τον Αμνό και μετάλαβα· μετέδωσα στους πιστούς τη Θεία Κοινωνία και τελείωσα τη Θεία Λειτουργία. Δεν γνωρίζω πώς τα κατάφερα. Μετά βγήκα έξω και είπα στον κόσμο:

«Αγαπητοί μου αδελφοί, ο Χριστός ο Θεός μας είναι το σημείο του Θεού για όλες τις γενεές αυτής της εποχής, διότι στα λόγια του βρίσκουμε τη σωτηρία και τη λύση κάθε ανθρώπινου προβλήματος. Και τώρα πρέπει να κάνουμε όπως μας διδάσκει η λειτουργία, δηλαδή να ευχαριστήσουμε, να ικετεύσουμε, να παρακαλέσουμε. Έτσι ας ευχαριστήσουμε το Θεό πού μας έχει δώσει τέτοιο πατέρα κι ας προσευχηθούμε για την ανάπαυση της ψυχής του». «Ευλογητός ο Θεός ήμων …,», κι άρχισα το Τρισάγιο. Τον βάλαμε στην εκκλησία για τέσσερις μέρες, διότι η Κρύπτη δεν ήταν ακόμη τελειωμένη κι ο τάφος δεν είχε ακόμη κτισθεί. Τον αφήσαμε ακάλυπτο στην εκκλησία για τέσσερις μέρες και συνεχώς διαβάζαμε τα άγια Ευαγγέλια από την αρχή ως το τέλος, ξανά και ξανά, όπως είναι το έθος για τους ιερείς. Διαβάζαμε τα άγια Ευαγγέλια και διαβάζαμε Τρισάγια και άλλες προσευχές. Είχαμε τις ακολουθίες, τη λειτουργία αυτός ήταν εκεί, στη μέση της εκκλησίας για τέσσερις μέρες

Ήταν σαν Πάσχα, ήταν τέτοια όμορφη κι ευλογημένη ατμόσφαιρα! Κανένας δεν έδειξε οποιαδήποτε υστερία, καθένας προσευχόταν με έμπνευση. Είχα ένα φίλο Αρχιμανδρίτη που συνήθιζε να έρχεται στο Μοναστήρι κάθε χρόνο και να περνά λίγες εβδομάδες κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, τον πατέρα Ιερόθεο Βλάχο, ο οποίος έγραψε το βιβλίο «Μια βραδιά στην έρημο του Αγίου Όρους». Τώρα είναι ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου. Έφτασε μόλις έμαθε ότι ο πατήρ Σωφρόνιος πέθανε. Αισθάνθηκε την ατμόσφαιρα και μου είπε: «Αν ο πατήρ Σωφρόνιος δεν είναι Άγιος, τότε δεν υπάρχουν Άγιοι». Έτυχε να έχουμε μερικούς μοναχούς από το Άγιον Όρος, οι οποίοι ήρθαν για να δουν τον πατέρα Σωφρόνιο, μα δεν τον βρήκαν ζωντανό. Ο πατήρ Τύχων από τη Σιμωνόπετρα ήταν ένας από αυτούς. Κάθε φορά πού έρχονταν Έλληνες στην Αγγλία για ιατρικούς λόγους είχαν την συνήθεια να έρχονται στο Μοναστήρι για να τους διαβαστεί μια προσευχή από τον πατέρα Σωφρόνιο, διότι πολλοί είχαν θεραπευθεί.

Την τρίτη ή την τέταρτη μέρα μετά το θάνατο του πατρός Σωφρονίου ήρθε μια οικογένεια με ένα παιδί δεκατριών χρονών. Είχε όγκο στον εγκέφαλο κι η εγχείρηση του ήταν καθορισμένη για την επόμενη μέρα. Ο πατήρ Τύχων ο Σιμωνοπετρίτης ήλθε και μου είπε: «Αυτοί οι άνθρωποι είναι πολύ λυπημένοι ήρθαν και δεν βρήκαν τον πάτερ Σωφρόνιο. Γιατί δεν διαβάζεις μερικές προσευχές για το παιδί»; Του είπα: «ας πάμε μαζί. Έλα και κάνε μου τον αναγνώστη. Θα διαβάσουμε μερικές προσευχές στο άλλο παρεκκλήσι». Πήγαμε και διαβάσαμε τις προσευχές για το παιδί και στο τέλος ο πατήρ Τύχων είπε: «Ξέρεις, γιατί δεν περνάτε το παιδί κάτω από το φέρετρο του πατρός Σωφρονίου; Θα θεραπευθεί. Χάνουμε το χρόνο μας διαβάζοντας προσευχές». Του απάντησα ότι δεν μπορούσα να το κάνω αυτό, διότι ο κόσμος μπορούσε να πει ότι μόλις έχει πεθάνει και ήδη προσπαθούμε να προωθήσουμε την αγιοποίηση του.

«Να το κάνεις εσύ», του είπα. «Είσαι Αγιορείτης μοναχός. Δεν θα πει κανένας τίποτε». Πήρε το αγόρι από το χέρι και το πέρασε κάτω από το φέρετρο. Την επομένη έκαναν εγχείρηση στο παιδί και δεν βρήκαν τίποτε. Έκλεισαν το κρανίο και είπαν: «Λανθασμένη διάγνωση. Θα ήταν πιθανώς φλόγωση». Έτυχε το παιδί να συνοδεύεται από ένα γιατρό από την Ελλάδα, που είχε τις πλάκες ακτίνων Χ που έδειχναν τον όγκο, που τους είπε: «Ξέρετε καλά τί σημαίνει αυτή η «λανθασμένη διάγνωση»». Το παιδί μεγάλωσε. Τώρα είναι 27 χρονών και είναι πολύ καλά”.

Πηγή: Αρχ. Ζαχαρίας – Μετάφραση Θ. Κυριάκου, Οι τελευταίες μέρες του Γέροντος Σωφρονίου (+11 Ιουλίου 1993), Περιοδικό «Παρά την Λίμνην», Μηνιαία έκδοση Εκκλησίας Αγίου Δημητρίου Παραλιμνίου, περίοδος β΄, έτος ιη΄, αρ. 7, Ιούλιος 2008

Έργα που μας άφησε

Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Έσσεξ Αγγλίας 1995.

Η Ζωή Του ζωή μου, Θεσσαλονίκη 1977.

Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι, Έσσεξ Αγγλίας 1985.

Περί προσευχής, Έσσεξ Αγγλίας 1991.

Περί Πνεύματος και Ζωής, Έσσεξ Αγγλίας 1992.

Άσκησις και θεωρεία, Έσσεξ Αγγλίας 1996.

Αγώνας θεογνωσίας, Έσσεξ Αγγλίας 2004.

Γράμματα στη Ρωσία, Έσσεξ Αγγλίας 2009.

Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, Η εμφάνιση της Παναγίας, η θαυματουργική του ίαση και περί ασθενείας

Ο Αγ. Σεραφείμ του Σάρωφ Επιμέλεια: Στέλιος Κούκος Έπρεπε λοιπόν να παλεύη ο Πρόχορος [πρόκειται για το βαπτιστικό όνομα του Αγίου Σεραφείμ ...