Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, Η εμφάνιση της Παναγίας, η θαυματουργική του ίαση και περί ασθενείας

Ο Αγ. Σεραφείμ του Σάρωφ

Επιμέλεια: Στέλιος Κούκος

Έπρεπε λοιπόν να παλεύη ο Πρόχορος [πρόκειται για το βαπτιστικό όνομα του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ].

Πάλαιψε τόσο πολύ και τόσο καλά, που έπεσε τελικά άρρωστος. Η ασθένειά του – πιθανώς υδρωπικία – κράτησε τρία χρόνια. Στην αρχή, σερνόταν προσπαθώντας να δουλεύη. Προς το τέλος όμως δεν μπορούσε πια να σηκωθή από το στρώμα του. Όλο του το σώμα ήταν πρησμένο. Υπέφερε πολύ χωρίς να παραπονήται. Κανένας γιατρός δεν ερχόταν να τον εξετάση. Οι ανώτεροί του όμως, οι Πατέρες Παχώμιος, Ιωσήφ και Ησαΐας, τον περιέβαλλαν με τη στοργή τους.

Προφανώς στη μακρά αυτή περίοδο των πόνων ο Πρόχορος ξεκαθάρισε τη γνώμη του για την αρρώστια.

«Το σώμα είναι ο δούλος της ψυχής. Η ψυχή είναι η βασίλισσα. Όταν το σώμα εξασθενή από την αρρώστια, αυτό είναι ένα δείγμα της ευσπλαχνίας του Θεού: η αρρώστια αδυνατίζει συγχρόνως τα πάθη και ο άνθρωπος επιστρέφει στον εαυτό του. Καμιά φορά μάλιστα συμβαίνει η ασθένεια να δημιουργήται από τα πάθη. Αφαιρέσατε την αμαρτία – οι ασθένειες θα εξαφανισθούν”, βεβαιώνει ο Μέγας Βασίλειος. Ο Κύριος δημιούργησε το σώμα και όχι την ασθένεια, την ψυχή και όχι την αμαρτία. Τι λοιπόν είναι σωτήριο και απαραίτητο; Η ένωση με το Θεό και μια δοσοληψία αγάπης μαζί Του. Χάνοντας την αγάπη χωριζόμαστε από το Θεό, και χωρισμένοι απ᾽ Αυτόν γινόμαστε λεία πολλών δεινών. Αντίθετα, σ᾽ αυτόν που υπομένει την αρρώστια καρτερικά, καταλογίζεται σαν ασκητικό κατόρθωμα, κι ακόμη πιο πολύ».

Πιστός στα βιβλικά παραγγέλματα και στην ησυχαστική διδασκαλία, δεν χώριζε το σώμα από την ψυχή, αλλά υποστήριζε την αλληλεξάρτησή τους. Όλο το κακό προέρχεται από τα πάθη,παιδιά του εγωκεντρισμού του πεπτωκότος ανθρώπου.

Στο τέλος των τριών ετών ο ηγούμενος Παχώμιος που δεν έφευγε ποτέ από το κελλί του νεαρού Πρόχορου, πρότεινε, τρομαγμένος από την τροπή που έπαιρνε η αρρώστια, να φωνάξουν ένα γιατρό. Ο Πρόχορος αρνήθηκε. Το μόνο φάρμακο που επιθυμούσε και ζητούσε ήταν η Αγία Κοινωνία.

Για χάρη του ο Πατήρ Ιωσήφ ο οικονόμος έκανε εσπερινό και μια λειτουργία, κατά την οποίαν ολόκληρη η κοινότητα προσευχήθηκε θερμά. Ο Πρόχορος εξομολογήθηκε και μετάλαβε.

Μπήκε τότε στο κελλί του, τυλιγμένη μέσα σ’ ένα ανέκφραστο φως, η Αγία Μητέρα του Θεού, η Παναγία Παρθένος. Όπως και τότε που επισκέφθηκε τον Άγιο Σέργιο, έτσι και τώρα ήταν μαζί της οι Απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης. Γυρίζοντας προς αυ τους και δείχνοντας τον άρρωστο τους είπε:

«Αυτός είναι απ’ τη γενιά μας».

«Ακούμπησε το δεξί της χέρι στο μέτωπό μου, διηγόταν ο ίδιος στα γηρατειά του. Με το αριστερό Της χέρι κρατούσε ένα σκήπτρο. Με το σκήπτρο αυτό άγγιξε τον ταπεινό Σεραφείμ. Στο σημείο εκείνο· στο δεξιό μου ισχίο – έγινε ένα μικρό βαθούλωμα. Κι από κεί έτρεξε το υγρό. Κι έτσι η Βασίλισσα των Ουρανών έσωσε τον ταπεινό Σεραφείμ».

Προς κατάπληξη όλων, ο άρρωστος έγινε καλά. Μια βαθιά ουλή στο γοφό πιστοποιούσε το θαύμα. Ό,τι απέμενε πια στον Πρόχορο, από ανθρώπινα πάθη, που με τόση ενεργητικότητα τα είχε παλαίψει, ίσως νάφυγαν μαζί με τους άρρωστους χυμούς από το σώμα του, που είχε προσφερθή ολοκαύτωμα.

Σαν δείγμα ευγνωμοσύνης ανέλαβε ένα δύσκολο και κοπιαστικό διακόνημα: να μαζέψη χρήματα για το χτίσιμο μιας εκκλησίας κοντά σ’ ένα άσυλο ηλικιωμένων και αναπήρων, που ήθελαν να χτίσουν οι μοναχοί στην θέση του κελλιού, όπου έζησε ως άρρωστος. Κατά τις μετακινήσεις του αυτές, επισκέφθηκε το Κούρσκί Είχε την ευτυχία να αγκαλιάση ακόμη μια φορά τη μητέρα του ο αδελφός του του έδωσε ένα μεγάλο ποσόν. Αποχαιρετώντας τον του είπε: «Δεν θα ξαναϊδωθούμε πια στη γη. Όταν όμως πεθάνω, σύντομα θα με ακολουθήσης». Έτσι κι έγινε.

Από τότε κάθε δεσμός του με τον κόσμο είχε οριστικά κοπεί.

Γυρίζοντας στο Σάρωφ ο Πρόχορος δόθηκε με πάθος στην κατασκευή ενός θυσιαστηρίου από ξύλο κυπαρισσιού για την καινούργια εκκλησία, όπου ως τις τελευταίες του ημέρες πήγαινε και μεταλάμβανε σε ανάμνηση της θεραπείας του από την Αγία Μητέρα του Σωτήρος.

Τιμάται στις 2 Ιανουαρίου ενώ στις 19 Ιουλίου γιορτάζεται η ανακομιδή των ιερών του λειψάνων που έγινε το 1903.

Απόσπασμα από το βιβλίο της Ειρήνης Γκοραΐνωφ, ο «Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ» των εκδόσεων Τήνος.

Μέγας Βασίλειος: Ο κορυφαίος Πατέρας της Εκκλησίας μας

Ο Μέγας Ιεράρχης Βασίλειος 

Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος

Τόσο η ιστορία όσο η Εκκλησία υπήρξαν φειδωλές στον χαρακτηρισμό του «Μεγάλου». Ελάχιστοι έλαβαν τον τίτλο «Μέγας». Ένας από αυτούς υπήρξε ο κορυφαίος άγιος της Εκκλησίας μας Μέγας Βασίλειος, ο οποίος έλαβε επάξια αυτόν τον τίτλο, διότι σφράγισε με την προσωπικότητά του την ιστορία σε μια από τις κρισιμότερες ιστορικές φάσεις της ανθρωπότητας.

Γεννήθηκε το 330 στη Νεοκαισάρεια του Πόντου. Ο πατέρας του Βασίλειος ήταν ονομαστός ρήτορας της περιοχής και η μητέρα του Εμμέλεια ήταν απόγονος αριστοκρατικής ρωμαϊκής οικογένειας. Ήταν ένθερμοι Χριστιανοί. Σπουδαίο ρόλο στη ζωή του έπαιξε η γιαγιά του Μακρίνα, η οποία υπήρξε μαθήτρια του αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας. Αυτή τον μύησε στην χριστιανική ευσέβεια. Στην οικογένεια υπήρχαν άλλα οκτώ παιδιά, τα περισσότερα είχαν αφιερωθεί στη διακονία της Εκκλησίας (Γρηγόριος Νύσσης, ασκητής Ναυκράτιος, μοναχή Μακρίνα, Πέτρος επίσκοπος Σεβάστειας).

Οι ευκατάστατοι γονείς τους φρόντισαν να δώσουν στα παιδιά τους, εκτός από την ευσέβεια και σπουδαία μόρφωση. Ο Βασίλειος διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα από τον πατέρα του. Στη συνέχεια πήγε για σπουδές στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και ακολούθως στην Κωνσταντινούπολη. Το 351έφτασε στην Αθήνα για να τελειοποιήσει τις σπουδές του στη γεωμετρία, την αστρονομία, την φιλοσοφία, την ρητορική, την ιατρική και την γραμματική. Οι σπουδές του διήρκησαν τεσσεράμισι χρόνια ως το 355. Εκεί συνδέθηκε με αδελφική φιλία με τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό και τον Ιουλιανό, τον μετέπειτα αυτοκράτορα. Διέφερε από όλους τους άλλους φοιτητές για τις αρετές του και την αυστηρή ασκητική ζωή του. Λέγεται πως ο καθηγητής του Εύβουλος εντυπωσιάστηκε από αυτόν και ασπάστηκε τον Χριστιανισμό. Μαζί με το Γρηγόριο είχαν ιδρύσει στην κατείδωλη Αθήνα χριστιανικό φοιτητικό όμιλο και είχαν σημαντική ιεραποστολική δράση.

Το 356 επέστρεψε στη Νεοκαισάρεια και άσκησε για λίγο το επικερδές επάγγελμα του δικηγόρου και του δασκάλου της ρητορικής. Το 358, ύστερα από το θάνατο του αδελφού του Ναυκράτιου και την παρότρυνση της αδελφής του Μακρίνας, αφού έλαβε το Άγιο Βάπτισμα, αποφάσισε να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή και να αφιερωθεί στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Αφού μοίρασε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στους φτωχούς και στην Εκκλησία, ξεκίνησε μεγάλη περιοδεία σε ονομαστά μοναστικά κέντρα της Μ. Ασίας, Συρίας, Αιγύπτου και Μεσοποταμίας για να γνωρίσει αγίους ασκητές και να μυηθεί στην αληθινή μοναχική ζωή.  Το 360 αποσύρθηκε μαζί με τον φίλο του Γρηγόριο Ναζιανζηνό σε ερημητήριο στον Πόντο, στις όχθες του Ίρη ποταμού να μονάσουν. Εκεί έμεινε ως το 363 προσευχόμενος και συγγράφοντας τα σημαντικότερα έργα του και μαζί τους περίφημους «Κανονισμούς δια τον μοναχικόν βίον», οι οποίοι έγιναν ο οδηγός του κατοπινού κοινοβιακού μοναχισμού.

Η φήμη της αγιότητάς του έφτασε ως την Καισάρεια της Καππαδοκίας. Ο επίσκοπος Ευσέβιος τον κάλεσε και τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Ο Βασίλειος επέδειξε τεράστια ποιμαντική και φιλανθρωπική δράση. Κατά τον φοβερό λιμό του 367-368 έσωσε από βέβαιο θάνατο όλους τους φτωχούς της ευρύτερης περιοχής της Καισάρειας. Το 370, όταν πέθανε ο Ευσέβιος και κατ’ επιταγή του λαού, εκλέχτηκε αρχιεπίσκοπος Καισαρείας. Ως επίσκοπος πλέον ο Βασίλειος, εγκαινιάζει ένα κολοσσιαίων διαστάσεων ποιμαντικό και κοινωνικό έργο. Ανέλαβε δράση κατά των αιρετικών αρειανών, οι οποίοι είχαν την υποστήριξη του αρειανόφρονα αυτοκράτορα Ουάλη. Αντιμετώπισε με σθένος και αποτελεσματικότητα την απόπειρα του Ουάλη και των ομοφρόνων του, να επιβάλουν στην επισκοπή του τον αιρετικό αρειανισμό. Παράλληλα καθάρισε την Εκκλησία από αναξίους κληρικούς.

Αξιοθαύμαστο και πρωτόγνωρο για την εποχή του υπήρξε το κοινωνικό έργο του. Ίδρυσε την περίφημη «Βασιλειάδα», ένα τεράστιο συγκρότημα ευποιΐας, το οποίο περιλάμβανε νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, πτωχοκομείο, επαγγελματικές σχολές, κλπ. Μέσα σε αυτό έβρισκαν καταφύγιο και βοήθεια χιλιάδες άνθρωποι, ανεξάρτητα αν ήταν ή όχι Χριστιανοί. Πλήθος εθελοντών προσέφεραν τις υπηρεσίες τους και ανάμεσά τους ο άγιος Επίσκοπος Βασίλειος, εργαζόταν ως ιατρός.

Τιτάνιο υπήρξε επίσης και το συγγραφικό του έργο. Υπήρξε δεινός θεολόγος και μέγας συγγραφέας, του οποίου το έργο αποτελεί μέχρι σήμερα πρωτοπόρο. Τα έργα του διακρίνονται σε δογματικά, θεολογικά, ερμηνευτικά, επιστολές κλπ. Ένα από τα γνωστότερα έργα του υπήρξε η «Ερμηνεία εις την Εξαήμερον», στην οποία είναι αποτυπωμένη η σπάνια ευρυμάθειά του. Γνωστό επίσης έργο του είναι η ομώνυμή του «Θεία Λειτουργία», η οποία τελείται δέκα φορές το χρόνο (τις πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, την παραμονή των Χριστουγέννων, την παραμονή των Φώτων, την Μ. Πέμπτη, το Μ. Σάββατο και την 1η Ιανουαρίου). Τα πολυπληθή θεολογικά έργα του ιερού Πατρός αποτελούν για την Εκκλησία και την κατοπινή θεολογική επιστήμη, ανεκτίμητη παρακαταθήκη.

Η αυστηρή ασκητική ζωή του και η εξαντλητική του εργασία κλόνισαν σοβαρά την εύθραυστη υγεία του. Στις 31 Δεκεμβρίου του 379 πέθανε σε ηλικία μόλις 49 ετών. Η κηδεία του έγινε την 1η Ιανουαρίου του 380, με τη συμμετοχή αμέτρητου πλήθους Χριστιανών, εθνικών και Ιουδαίων, οι οποίοι θρηνούσαν απαρηγόρητοι για τον χαμό του μεγάλου Ιεράρχη και προστάτη τους. Η μνήμη του εορτάζεται την 1η Ιανουαρίου.

Ο Μ. Βασίλειος ανήκει στους μεγάλους άνδρες της ιστορίας. Έζησε σε μια εποχή που ο παλιός ειδωλολατρικός κόσμος έδυε οριστικά και ένας νέος κόσμος, ο χριστιανικός ανέτειλε. Αυτός, μαζί με τους άλλους μεγάλους Πατέρες του 4ου μ. Χ. αιώνα, υπήρξε ένας από τους φορείς αυτού του νέου κόσμου. Και ακόμη περισσότερο: ο μεγάλος αυτός άνδρας, συνέβαλε καθοριστικά στην ομαλή μετάβαση στην νέα πολιτισμική πραγματικότητα. Αξιολόγησε με θαυμαστό τρόπο τα θετικά στοιχεία του αρχαίου κόσμου, τα οποία ενέταξε στη νέα πίστη και στον νέο αναδυόμενο χριστιανικό πολιτισμό. Χρησιμοποίησε με καταπληκτική δεξιότητα την αρχαιοελληνική φιλοσοφική σκέψη και τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, μέσω των οποίων εξέφρασε τις αιώνιες και σώζουσες αλήθειες της Θείας Αποκαλύψεως. Υπήρξε, τέλος, ο κατ’ εξοχήν θεοφόρος Πατέρας της Εκκλησίας, ο οποίος κατέστησε την χριστιανική πίστη τρόπο ζωής και πολιτείας και τους πιστούς αληθινό «βασίλειον ιεράτευμα», όπως ψάλλουμε στο απολυτίκιο της εορτής του!

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2024

Ο Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου († 17 Δεκεµβρίου 1622)

Ο Αγ. Διονύσιος συγχωρεί τον φονιά
του αδερφού του

Αρχιμ. Δημήτριος Καββαδίας

Μεγάλος Άγιος, ο «Άγιος της συγγνώμης» όπως καθιερώθηκε να λέγεται, είδε το φως της ημέρας στις 21 Ιουνίου 1547. Υπήρξε γόνος ευλαβούς και αρκετά ευκατάστατης οικογένειας, οικογένειας ευγενών, των οποίων τα ονόματα αναγράφονταν στο περίφημο libro d’ oro (χρυσή βίβλο ευγενών που συνέτασσαν οι Ενετοί) και είχαν επιπλέον και δικό τους οικόσημο. Ο πατέρας του ήταν αριστοκράτης και ονομαζόταν Νούκιος η Μούκιος η Μώκιος Σιγούρος και η μητέρα του ονομαζόταν Παυλίνα το γένος Βάλβη. Είχαν δύο ακόμη παιδιά, τον Κωνσταντίνο και την Σιγούρα. Ο άγιος που ήταν δευτερότοκος έλαβε κατά το βάπτισμα το όνομα Δραγανίγος η Γραδενίγος. Η παράδοση θέλει τον Άγιο Γεράσιμο Κεφαλληνίας να είναι ανάδοχός του (και αργότερα πνευματικός του) αφού κατ’ εκείνα τα χρόνια ασκήτευε στο σπήλαιο των Κρημνών Ζακύνθου.

Ο μικρός Δραγανίγος έλαβε χριστιανική αγωγή και ανατροφή ενώ ιδιωτικοί δάσκαλοι καθώς και το σχολείο του Νικολάου Καιροφύλλα ανέλαβαν την εκπαίδευσή του έτσι ώστε να μάθει καλά τα αρχαία ελληνικά, τα λατινικά και τα ιταλικά.

Στα 1568 και μετά τον πρόωρο θάνατο των γονέων του, όντας 19χρονος, χαρίζει μέρος της περιουσίας του στον αδελφό του για να αναλάβει την προικοδότηση της αδελφής του και καταφεύγει στο μεγαλύτερο νησί των Στροφάδων, στο καταστρομονάστηρο του Σωτήρος Χριστού. Εκεί κείρεται μοναχός με το όνομα «Δανιήλ». Λίγες μέρες αργότερα του παραχωρείται τιμητικά από την Κοινότητα Ζακύνθου η Ιερά Μονή Παναγίας Αναφωνήτριας και στα 1570 χειροτονείται διάκονος και πρεσβύτερος από τον Επίσκοπο Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης Φιλόθεο Λοβέρ­δο. Γίνεται μάλιστα ταυτοχρόνως Ηγούμενος των Μονών Στροφάδων και Αναφωνήτριας.

Μετά λίγα έτη παραμονής στο νησί έχοντας πλήρη πνευματική πρόοδο και δραστηριότητα ξεκινά για ιερό προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Διερχόμενος από την πόλη των Αθηνών επισκέπτεται τον μητροπολίτη Νικάνορα για να πάρει την ευλογία και ευχή του. Παραμένει εκεί ικανό διάστημα μέχρι να βρεί κατάλληλο πλοίο επιβίβασης με προορισμό την Παλαιστίνη.

Επειδή ο θρόνος της Αιγίνης χήρευε από την καταστροφή του νησιού από τον Χαιρεντίν Μπαρμπαρόσα το 1537, ο Μητροπολίτης Νικάνορας προτείνει στον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία να λάβει την θέση ο πατήρ Δανιήλ. Έτσι στις 16 Ιουλίου 1577 ο Ιερομόναχος Δανιήλ χειροτονείται εις επίσκοπον στο εκκλησάκι της Παναγίας Γοργοϋπηκόου (στις μέρες μας Άγιος Ελευθέριος) που τότε ήταν ευκτήριος οίκος του Μητροπολίτη. Τότε μετονομάζεται σε Διονύσιο προς τιμήν του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου πολιούχου Αθηνών του οποίου παρεκκλήσιο ανεγείρει στην Ζάκυνθο αργότερα.

Η επισκοπική του έδρα βρίσκεται στον αγιοβάδιστο λόφο της Παλαιοχώρας. Εκεί δίπλα και δεξιά της εξωτερικής θύρας της Εκκλησίας της Παναγίας (Επισκοπή) σώζεται μέχρι σήμερα ο μικρός πέτρινος θρόνος όπου στεκόταν για να κηρύξει και να νουθετήσει τους πιστούς και μοίραζε το αντίδωρο. Λίγο πιο πάνω μπορούμε να επισκεφτούμε το ταπεινό κελλάκι του.

Μετά την πάροδο τριετίας λόγω του πόθου του να βιώσει εντονότερα τον ησυχασμό παραιτείται και αποσύρεται στην γενέτειρά του. Μέχρι τα 1592 διατηρεί τον τίτλο του, ενώ ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β΄ τον ονομάζει και «Πρόεδρον Ζακύνθου», «Χωρεπίσκοπο» θα μπορούσαμε να πούμε, με δικαίωμα να τελεί χειρο­τονίες και άλλες αρχιερατικές πράξεις και μυστήρια. Την ιδιότητά του αυτή καίτοι έφερε με Πατριαρχική εντολή, την εξάσκησε μέχρι τα 1582 λόγω της αντίδρασης του Επισκόπου Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης προς τις ενετικές αρχές. Όταν όμως ο θρόνος αυτός χήρεψε, κατόπιν πιέσεων αποδέχτηκε την υποψηφιότητά του· όμως οι εκλέκτορες ανέδειξαν άλλον για την θέση αυτή που καταγόταν από την Κεφαλλονιά.

Στα 1583 λαμβάνει από την Κοινότητα Ζακύνθου τον διορισμό του ως εφημέριου του σταυροπηγιακού ναού του Αγίου Νικολάου του «Μώλου». Μετά ένα χρόνο όμως αποσύρεται στην Μονή της Αναφωνήτριας επισκεπτόμενος τακτικά και τις Στροφάδες.

Τις ημέρες του διέρχεται ασκητικά με πολλή προσευχή και νηστεία, ενώ η διακονία του χαρακτηρίζεται από την πνευματική στήριξη, την ελεημοσύνη και την εν γένει φιλανθρωπία. Καταλίπει υπόδειγμα ανεξικακίας και συγχωρητικότητας με την άγια ζωή του. Εξασκεί έμπρακτα την αγάπη και υπό τις δυσκολότερες συνθήκες ακόμη.

Τον Δεκέμβριο του 1583 γίνονται τοπικές ταραχές κατά την διάρκεια των οποίων δολοφονείται ο αδελφός του Αγίου, Κωνσταντίνος. Ο δολοφόνος του για να αποφύγει την καταδιωκτική μανία των αστυνομικών καταφεύγει στην Μονή Αναφωνήτριας, αγνοώντας την συγγένεια του Ιεράρχη με τον δολοφονημένο. Ο Άγιος Διονύσιος επιδεικνύει σπλάγχνα οικτιρμών συγχωρώντας, περιθάλποντας και κρύβοντας τον φονιά στο μοναστήρι. Όταν οι αστυνομικοί έκαναν έφοδο ο Άγιος αρνείται να καταδώσει τον φονιά δηλώνοντας άγνοια. Μετά την αποχώρησή τους, συνοδεύει τον φονιά μέχρι το Πόρτο-Βρώμη και τον φυγαδεύει στην Κεφαλλονιά.

Πολύ εύγλωττα και στο εκτενές ποίημά του «Ο Γούμενος της Αναφωνήτρας» (1882), ο ποιητής Ανδρέας Μαρτζώκης αποτυπώνει το συμβάν και εστιάζει στην αγάπη του Αγίου:

«Τέτοια τους λέει στενάζοντας και το χρυσό του στόμα

που αφότου επρωτολάλησε δεν είπε ψέμα ακόμα,

εψεύτηκε πρώτη φορά! την παρθενιά του χάνει,

κι αγιάζει ο αναμάρτητος την ώρα π’ αμαρτάνει!…».

Με την πάροδο των χρόνων, ασκούμενος στις αρετές, έλαβε από το Θεό το χάρισμα της θαυματουργίας. Κάποτε βρισκόταν με ένα μαθητή του εκτός Μονής και ξαφνικά άρχισε καταρρακτώδης βροχή οπότε διά προσευχής ο Άγιος σταμάτησε την ροή ενός ποταμού και έτσι έφθασαν σώοι στον προορισμό τους.

Μία γυναίκα δεμένη με αφορισμό η κατάρα παρέμενε άλυωτη μετά τον θάνατό της. Ο Άγιος ζήτησε να ανοίξουν τον τάφο της και να την ακουμπήσουν σε ένα δένδρο. Μόλις της διάβασε την συγχωρητική ευχή παρευθύς το σώμα της έγινε χώμα.

Κάποτε περνώντας από την θάλασσα, είδε κάποιους άτυχους ψαράδες να βλαστημούν τον ίδιο και τον Θεό. Αφού τους νουθέτησε με αγάπη, διά της προσευχής τους σήκωσαν καλή ψαριά και έτσι μετανόησαν για την ασέβειά τους. Απέκτησε το χάρισμα της διάκρισης των λογισμών ώστε κατέστη απλανής οδηγός των εξομολογουμένων σ’ αυτόν. Αλλά και η προορατικότητά του βοηθούσε τους πιστούς ώστε να εξομολογούνται καθαρά τις αμαρτίες τους και να προοδεύουν πνευματικά. Αυτό φαίνεται και από την περίπτωση του Ιερομόναχου Παγκράτιου στον οποίο απεκάλυψε ο Άγιος ότι του έπεσε από τα χέρια τεμάχιο άγιου άρτου καθώς κοινωνούσε.

Έζησε 75 χρόνια. Λίγο προ του τέλους του καταβλήθηκε από επώδυνη νόσο και λόγω των μακροχρόνιων ασκήσεών του και των γηρατειών κατέστη ανήμπορος. Τότε δέχτηκε να τον κατεβάσουν στο σπίτι της αδελφής του Σιγούρας, συζύγου Ιωάννου Μακρή, όπου κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 17 Δεκεμβρίου 1622. Κατ’ εντολήν του τάφηκε στο παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Στροφάδων όπου άφησε και όση περιουσία διέθετε.

Μεταξύ των ετών 1625-1645 έγινε η ανακομιδή του τίμιου σκηνώματός του το οποίο βρέθηκε αδιάλυτο, άφθαρτο και να αναδίδει ευωδία ζωής αιωνίου. Οι μοναχοί βιώνοντας αυτό το μεγάλο θαύμα το τοποθέτησαν αρχικά στον νάρθηκα και κατόπιν όρθιο στον δεσποτικό θρόνο του Καθολικού της Μονής. Ο πιστός λαός που τον θεωρούσε άγιο και ενόσω ζούσε, έβρισκε παρηγοριά κοντά στο άγιο λείψανο. Η φήμη των θαυμάτων του διαδόθηκε ταχύτατα ώστε με επίσημη Πατριαρχική Πράξη [μετά από αναφορά των μοναχών των Στροφάδων και των ευλαβών Ζακυνθίων] του Πατριάρχη Γαβριήλ του Β΄ κατά τον Ιούνιο του 1703 διακηρύχτηκε η αγιότητά του. Επίσημος προστάτης δε της πατρίδας του ανακηρύχτηκε το έτος 1724.

Το λείψανο του Αγίου έγινε πηγή θείων ευλογιών και εξαγιασμού των προσκυνητών. Σε μαρτυρία του 1717 που οφείλεται στον ιστορικό Φεράρι και τον ναύαρχο Πιζάνι αναφέρεται ότι είδαν το σκήνωμα στις Στροφάδες να στέκει στον δεσποτικό θρόνο αδιάλυτο. Όμως την ίδια χρονιά, στις 19-22 Αυγούστου και κατά την διάρκεια του ενετοτουρκικού πόλεμου, ο πειρατής Μοστρίνο που ήταν σύμμαχος των Τούρκων, επέδραμε εναντίων των Στροφάδων νήσων. Λεηλάτησαν την Μονή και σκότωσαν τους μοναχούς. Τέσσερα μέλη της συνοδείας του έκοψαν τα χέρια του λειψάνου και τα πούλησαν στον Μητροπολίτη Χίου Αγαθάγγελο και τον Μοναχό Ακάκιο. (Γι’ αυτό και οι δαιμονιζόμενοι που τρέμουν τον Άγιο του φωνάζουν: «Με έκαψες Κουλοχέρη!»). Αργότερα κα­ποια επαναφέρθηκαν στην Μονή ενώ τρία βρίσκονται στην Μονή της Ζακύνθου. Το μεγαλύτερο εξ αυτών, γνωστό ως «Χέρι τ’ Αγίου», λιτανεύεται μαζί με το ιερό σκήνωμα, μεταφέρεται στα σπίτια προς αγιασμόν των ασθενών, τοποθετείται με την ανάγνωση ευχών από τον ιερέα στους δαιμονοπαθείς κ.τ.λ. Άλλα τεμάχια βρίσκονται στα μετόχια της Μονής στον Πύργο Ηλείας και στα Χιονάτα Κεφαλληνίας. Τίμιος δάκτυλος του Αγίου φυλάσσεται και στον παλαιό μητροπολιτικό ναό των Αθηνών, την Αγία Ειρήνη της οδού Αιόλου. Εκεί προσκυνείται και παλαιά εικόνα σε ξυλόγλυπτο χρυσοσκέπαστο θρόνο και εορτάζεται πανηγυρικά ο Άγιος από την αδελφότητα Ζακυνθίων Αθηνών στις 17 Δεκεμβρίου έκαστου έτους.

Μετά την καταστροφή οι διασωθέντες μοναχοί στις 24 Αυγούστου 1717 μετέφεραν το Άγιο Λείψανο στην πόλη της Ζακύνθου. Αρχικά στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου των Ξένων και μετά στο μετόχι των Στροφάδων, την Γέννηση της Θεοτόκου στο χωριό Καλητέρος.

Σήμερα προσκυνείται σε πολύτιμη λάρνακα στο δεξιό μέρος του Ιερού Βήματος σε ύπτια θέση. Κατά την διάρκεια των εορτών του Αγίου πλήθη κόσμου συρρέουν από παντού για να προσκυνήσουν τον Άγιο της συγγνώμης, τον Άγιο της αγάπης, «τον γλυκό Άγιο η το Άγιο Σώμα η τ’ Άγιο Κορμί», όπως τον λένε χαρακτηριστικά. Στις 17 Δεκεμβρίου το λείψανο τοποθετείται όρθιο στην δεξιά βημόθυρα και λιτανεύεται εντός του ναού. Στις 24 Αυγούστου (επί τη μνήμη της μεταφοράς του στην Ζάκυνθο) τοποθετείται επίσης εκεί και λιτανεύεται με μεγάλη και πολύωρη πομπή σε όλη την πόλη.

Στην Αίγινα υπήρξε πολιούχος της νήσου μέχρι την καθιέρωση του Αγίου Νεκταρίου τον οποίο υποδέχτηκε στο νησί υπαρκτά και καλωσόρισε ο Άγιος Διονύσιος. Εορτάζεται ιδιαιτέρως στην Επισκοπή της Παλαιοχώρας, στις Μονές, στο Νοσοκομείο (όπου και ναός του Αγίου που ανεγέρθηκε από τον Γέροντα Ιερώνυμο Αποστολίδη, τον ησυχαστή της Αιγίνης) και ιδιωτικά εκκλησάκια ενώ οι Αιγινήτες των Αθηνών τον τιμούν στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Καρύτση Αθηνών με ωραία εικόνα σε ξυλόγλυπτο θρόνο.

Ο Άγιος Διονύσιος, οι εορτές και τα θαύματά του τιμήθηκαν από πολλούς υμνογράφους Επτανήσιους, Ζακύνθιους κ.α. Το τροπάριο της εορτής του «Της Ζακύνθου τον γόνον και Αιγίνης τον πρόεδρον» είναι ποίημα του ιερέως Νικολάου Γαβριηλόπουλου του 1703.

Τα πάμπολλα θαύματα του Αγίου (και περισσότερο η λύση της ατεκνίας με το θαυματουργό «χορτάρι τ’ Αγίου» και η θεραπεία των δαιμονιζόμενων) κατέστησαν την Ζάκυνθο αγαπημένο προσκυνηματικό προορισμό.

Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2024

Ο δι’ αποκεφαλισμού τελειωθείς σοφός και μαρτυρικός ιεράρχης του Ιλλυρικού

Ο Άγ. Ελευθέριος Ιλλυρικού

Μέσα στη σεπτή και ευλογημένη χορεία των λαοφιλών αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας εξέχουσα θέση κατέχει ο ένδοξος ιερομάρτυς του Χριστού Άγιος Ελευθέριος, ο οποίος αναδείχθηκε πνευματικός καθοδηγητής και φιλόστοργος ποιμενάρχης της επαρχίας του Ιλλυρικού, αγλάισμα αρχιερέων και εγκαλλώπισμα μαρτύρων, αλλά και πρεσβευτής στον Κύριο για τη σωτηρία των ψυχών όλων των χριστιανών.

Ο τιμώμενος υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας στις 15 Δεκεμβρίου Άγιος ιερομάρτυς Ελευθέριος, ο οποίος υμνείται ως «καλλονή τῶν ἱερέων», ως «στερρός καί πανάριστος ἀγωνιστής», ως «ἀθλητής τοῦ Χριστοῦ γενναιότατος καί μάρτυς ἀπαράτρωτος», γεννήθηκε περί τα μέσα του 2ου μ.Χ. αιώνα στην περιώνυμη πόλη της Ρώμης από γονείς ευσεβείς και ενάρετους, αλλά και πλούσιους και επιφανείς στην καταγωγή. Ο πατέρας του κατείχε μάλιστα το υψηλό αξίωμα του υπάτου της Ρώμης, αλλά σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τη γέννηση του Ελευθερίου απεβίωσε. Έτσι την ανατροφή και διαπαιδαγώγησή του ανέλαβε η ευσεβής μητέρα του, η Ανθία, η οποία ήταν υπόδειγμα αρετής και είχε ασπασθεί τη χριστιανική πίστη, ακούγοντας το κήρυγμα των μαθητών του Αποστόλου των Εθνών Παύλου. Η ευσεβής αυτή μητέρα ανέλαβε να αναθρέψει τον νεαρό Ελευθέριο «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου», γεγονός που τον κατέστησε από τα πρώτα κιόλας παιδικά του χρόνια σε παιδί ενάρετο και πιστό. Γι’ αυτό και η θεοσεβής μητέρα του τον οδήγησε στην ηλικία των δώδεκα ετών στον επίσκοπο της Ρώμης Ανίκητο για να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες και να κατηχηθεί βαθύτερα στη χριστιανική πίστη. 

Ο επίσκοπος της Ρώμης διακρίνοντας το άμεμπτο ήθος και τον ιεραποστολικό ζήλο του νεαρού Ελευθερίου, ο οποίος πυρπολούνταν από την άσβεστη φλόγα της αγάπης προς τον Ιησού Χριστό και διακατεχόταν από πνεύμα διακονίας και θυσίας προς τον πλησίον, αποφάσισε να τον χειροτονήσει διάκονο στην ηλικία μόλις των δεκαπέντε χρόνων. Μετά την εις διάκονον χειροτονία του ο επίσκοπος της Ρώμης διαπίστωσε την αγάπη και αφοσίωσή του στο έργο της Εκκλησίας, γεγονός που τον παρακίνησε στο να χειροτονήσει τον χαρισματικό και σεμνό διάκονο Ελευθέριο σε πρεσβύτερο στην ηλικία των δεκαεπτά χρόνων. Αλλά το ήθος και τα πάμπολλα χαρίσματα, με τα οποία ήταν κεκοσμημένος ο πρεσβύτερος Ελευθέριος σε συνδυασμό και με την καρποφόρα ιερατική του διακονία, τον οδήγησαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και σε ηλικία μόλις είκοσι ετών, ύστερα από πρόταση του επισκόπου της Ρώμης Ανικήτου, στην ανάδειξή του σε επίσκοπο της περιοχής του Ιλλυρικού, η οποία βρίσκεται στη σημερινή Αλβανία, με έδρα την πόλη της Αυλώνας. Έτσι ο εικοσάχρονος νεαρός Ελευθέριος με τον έντονο ιεραποστολικό του ζήλο ανέλαβε την πνευματική διαποίμανση της επαρχίας του Ιλλυρικού ως σοφός και φιλόστοργος ποιμενάρχης. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι η εις διάκονον, πρεσβύτερον και επίσκοπον χειροτονία του εναρέτου και σοφού Ελευθερίου σε τόσο νεαρά ηλικία έλαβε χώρα σε μία χρονική περίοδο, κατά την οποία δεν είχαν ακόμη θεσπισθεί οι ιεροί κανόνες της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου και της Τοπικής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, σύμφωνα με τους οποίους ο διάκονος έπρεπε να χειροτονείται στην ηλικία των 25 χρόνων, ο πρεσβύτερος στην ηλικία των 30 χρόνων, ο δε επίσκοπος έπρεπε να υπερβαίνει το τριακοστό έτος της ηλικίας του για να λάβει το επισκοπικό αξίωμα. 

Η επιλογή του επισκόπου Ρώμης Ανικήτου να χειροτονήσει τον Ελευθέριο επίσκοπο Ιλλυρικού υπήρξε η πλέον ενδεδειγμένη, αφού η χαρισματική προσωπικότητα του νεαρού Ελευθερίου με τη σοφία και τον πύρινο λόγο του για τον Ιησού Χριστό καθοδηγούσε τους χριστιανούς, ενισχύοντας το χριστιανικό τους φρόνημα, ενώ κατόρθωσε να προσελκύσει στην αλήθεια της χριστιανικής πίστεως πολλούς ειδωλολάτρες, μεταξύ δε αυτών και αρκετούς αξιωματούχους, οι οποίοι στη συνέχεια εγκολπώθηκαν τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό ως τον μόνο αληθινό Θεό και βαπτίσθηκαν χριστιανοί. Γι’ αυτό και ο Άγιος Ελευθέριος αναδείχθηκε στην επισκοπή του Ιλλυρικού ως ο αληθινός ποιμένας, ο οποίος «τήν ψυχήν αὺτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προβάτων» και έλαμψε ως φαεινός αστέρας «λόγῳ τε καί ἔργῳ». 

Όμως η πλούσια ιεραποστολική δράση του σοφού ιεράρχου του Ιλλυρικού, ο οποίος με τον πύρινο λόγο του είχε ήδη προσελκύσει στη χριστιανική πίστη πολυάριθμους ειδωλολάτρες, προκάλεσε τον φθόνο και την αγανάκτηση των πολεμίων του χριστιανισμού. Γι’ αυτό και ο ειδωλολάτρης Ρωμαίος αυτοκράτορας διέταξε να τον συλλάβουν και να τον φέρουν ενώπιον του, ώστε να σταματήσει η καρποφόρα και θεάρεστη επισκοπική του δραστηριότητα. Για την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού απέστειλε στην επαρχία του Ιλλυρικού στρατιωτικό απόσπασμα με επικεφαλής τον στρατηλάτη Φήλικα. Όταν έφτασε ο Φήλικας στην Αυλώνα, περικύκλωσε με τους στρατιώτες του τον ναό, μέσα στον οποίο ο επίσκοπος Ελευθέριος εκείνη τη στιγμή κήρυττε τον θείο λόγο. Ο Φήλικας μπήκε μέσα στον ναό με άγριες διαθέσεις και με μοναδικό σκοπό να τον συλλάβει και να τον οδηγήσει στη συνέχεια ενώπιον του Ρωμαίου αυτοκράτορα. Όμως ο γλυκός λόγος στη διδασκαλία του σοφού και εναρέτου ιεράρχου Ελευθερίου για τον Σταυρωθέντα και Αναστάντα Χριστό σε συνδυασμό και με την αξιοπρεπή και κόσμια εμφάνισή του μέσα στον ναό, σαγήνευσαν σε τέτοιο βαθμό τον αγριεμένο ειδωλολάτρη Φήλικα, ώστε έφθασε στο σημείο να απαρνηθεί την ψυχοφθόρο πλάνη των ειδώλων, να πέσει στα πόδια του επισκόπου Ελευθερίου και περιφρονώντας το υψηλό αξίωμά του και τις απολαύσεις της παρούσης ζωής, να ομολογήσει πίστη στον Ιησού Χριστό και να ζητήσει να γίνει χριστιανός. Τότε ο Άγιος Ελευθέριος τον κατήχησε και του δίδαξε τις αλήθειες του Ευαγγελίου του Χριστού και έτσι από διώκτης του χριστιανισμού έγινε αφοσιωμένος μαθητής και πιστός ακόλουθος του Αγίου. Όμως ο επίσκοπος του Ιλλυρικού του ζήτησε να εκτελέσει πιστά την εντολή του αυτοκράτορα, δηλαδή να τον οδηγήσει ενώπιον του, ώστε τόσο ο Φήλικας να εκπληρώσει με συνέπεια τις αυτοκρατορικές διαταγές όσο και ο χαρισματικός ιεράρχης Ελευθέριος να αξιωθεί του αμαράντου στεφάνου του μαρτυρίου. 

Έτσι ξεκίνησαν και οι δύο για τη Ρώμη. Στην πορεία τους συνάντησαν μία πηγή, η οποία ανέβλυζε άφθονο νερό. Τότε ο Φήλικας ζήτησε από τον Άγιο Ελευθέριο να τον βαπτίσει στο όνομα του Τριαδικού Θεού, όπως και έγινε. Κατόπιν ο χριστιανός πλέον Φήλικας συνέχισε την πορεία του μαζί με τον επίσκοπο Ελευθέριο και μετά από αρκετές ημέρες έφθασαν στη Ρώμη. Μόλις έφθασαν εκεί, ο μεν Φήλικας ενώθηκε με τους υπόλοιπους χριστιανούς της πόλεως, ο δε Ελευθέριος παρουσιάσθηκε ενώπιον του αυτοκράτορα. Τότε ο αυτοκράτορας εντυπωσιασμένος από την ωραία εμφάνιση, την κοσμιότητα και την ευγένεια του νεαρού Ελευθερίου, τον ρώτησε με απορία γιατί εγκατέλειψε την πίστη στους προγονικούς θεούς και πιστεύει σ’ έναν άνθρωπο, ο οποίος απεβίωσε ατιμωτικά πάνω στον σταυρό. Η σιωπηλή αντίδραση του Ελευθερίου παρακίνησε τον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα να του υποσχεθεί πλούσια δώρα και τιμές, εάν αρνηθεί τον Χριστό και θυσιάσει στα είδωλα, ενώ τον απείλησε ότι θα υποστεί σκληρά βασανιστήρια σε περίπτωση που επιμείνει να πιστεύει στον Κύριο. Τότε ο σεμνός και σοφός ιεράρχης του Χριστού ομολόγησε με ξεχωριστή παρρησία τον Σωτήρα και Λυτρωτή Χριστό ως τον μόνο αληθινό Θεό και Δημιουργό του σύμπαντος, ενώ τόνισε ότι είναι αδιανόητο να θυσιάσει σε ψεύτικους και αναίσθητους θεούς, χαρακτήρισε δε ανόητους αυτούς που θυσιάζουν στα είδωλα. Επιπλέον του δήλωσε ότι περιφρονεί τις τιμές και τα δώρα που του υπόσχεται, ενώ θεωρεί δόξα και αγαλλίαση να μαρτυρήσει για την αγάπη του Χριστού. 

Η θαρραλέα ομολογία του επισκόπου Ελευθερίου προκάλεσε την οργή του αυτοκράτορα σε τέτοιο βαθμό, ώστε διέταξε να τον βάλουν πάνω σε πυρακτωμένο κρεβάτι. Η απόφαση αυτή, η οποία κατά την άποψη του αυτοκράτορα θα οδηγούσε στην παραδειγματική τιμωρία του γενναίου χριστιανού επισκόπου, προκάλεσε την αγανάκτηση του συγκεντρωμένου πλήθους, μέσα στο οποίο ήταν και πολλοί ειδωλολάτρες. Ενδεικτικό είναι ότι φώναζαν επικριτικά για την ατιμωτική αυτή πράξη και το σκληρό βασανιστήριο, στο οποίο θα υποβαλλόταν ο νεαρός Ελευθέριος. Όμως ο Άγιος βγήκε μέσα από αυτό το βασανιστήριο σώος και αβλαβής, αφού η χάρη του παντοδυνάμου Θεού του έστειλε τέτοια δροσιά, ώστε δεν αισθανόταν κανέναν απολύτως πόνο. Μετά από αρκετή ώρα ο αυτοκράτορας διέταξε να τον βγάλουν από το πυρακτωμένο κρεβάτι, πιστεύοντας ότι ο νεαρός επίσκοπος του Ιλλυρικού είχε πεθάνει από τους φρικτούς πόνους. Εκείνη τη στιγμή ο σοφός ιεράρχης σηκώθηκε μόνος του όρθιος και δείχνοντάς του ότι στο σώμα του δεν υπάρχει κανένα έγκαυμα, του δήλωσε ότι ο Θεός τον προστάτευσε και τον διέσωσε, διότι είναι ο μοναδικός αληθινός Θεός, ο Οποίος έχει τόσο μεγάλη δύναμη και προστασία. Η γενναία αυτή ομολογία του ιερομάρτυρος Ελευθερίου εξαγρίωσε τόσο πολύ τον αυτοκράτορα, αφού την εξέλαβε ως ύβρη απέναντι στους προγονικούς θεούς, και έδωσε αμέσως την εντολή να υποβληθεί ο νεαρός αθλητής της χριστιανικής πίστεως σε νέο σκληρότερο βασανιστήριο. Τον έβαλαν πάνω σ’ ένα μεγάλο τηγάνι, το οποίο χρησιμοποιούνταν για τον βασανισμό των χριστιανών, και αφού άναψαν δυνατή φωτιά, τον έριξαν μέσα σε καυτό λάδι. Αλλά ο Θεός θαυματούργησε για μία ακόμη φορά, αφού η φωτιά έσβησε, το καυτό λάδι κρύωσε και ο γενναίος ομολογητής του Χριστού αισθανόταν δροσιά, αφού είχε προστάτη και σύμμαχο στον αγώνα του τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Βλέποντας ο ειδωλολάτρης αυτοκράτορας ότι ο νεαρός μάρτυς για δεύτερη φορά βγήκε σώος και αβλαβής μέσα από το βασανιστήριο, εξαγριώθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε έδωσε την εντολή να υποβληθεί σε νέο βασανιστήριο. Έτσι διέταξε να βάλουν μέσα σ΄ ένα μεγάλο καζάνι λίπος, κερί και πίσσα και αφού ανάψουν δυνατή φωτιά, να ρίξουν μέσα στο καυτό καζάνι τον επίσκοπο Ελευθέριο. Προτού ρίξουν τον αήττητο αθλητή του Χριστού μέσα στο πυρακτωμένο καζάνι, ο αυτοκράτορας του ζήτησε να ομολογήσει πίστη στους προγονικούς θεούς και έτσι να γλυτώσει από τον θάνατο. Όμως ο θαρραλέος ιεράρχης απευθυνόμενος με παρρησία στον χριστιανομάχο αυτοκράτορα, τον κατηγόρησε ότι οδηγεί τους αθώους χριστιανούς στον θάνατο και του δήλωσε ότι κανένα βασανιστήριο δεν θα μπορέσει να κάμψει το αγωνιστικό του φρόνημα και την πίστη του στον Τριαδικό Θεό. Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο αιμοβόρος αυτοκράτορας διέταξε να τον ρίξουν αμέσως μέσα στο πυρακτωμένο καζάνι. Αλλά η θαυματουργική χάρη του παντοδυνάμου Θεού μετέτρεψε την καυτή λάβα σε δροσιά και έτσι ο Άγιος Ελευθέριος βγήκε μέσα και από αυτό το βασανιστήριο άθικτος. Η θαυματουργική διάσωση του θαρραλέου ομολογητού της πίστεως προκάλεσε την έκπληξη και την αμηχανία του αυτοκράτορα, αλλά και τον μεγάλο θαυμασμό του λαού, ο οποίος ξέσπασε σε ζητωκραυγές, πολλοί δε ήταν εκείνοι που διακήρυξαν και ομολόγησαν την πίστη τους στον Ιησού Χριστό. 

Στη δύσκολη αυτή στιγμή για τον αυτοκράτορα, ο οποίος είχε ηττηθεί ήδη τρεις φορές από τον γενναίο αθλητή της χριστιανικής πίστεως, αφού τα σκληρά βασανιστήρια στα οποία υποβλήθηκε, δεν κατόρθωσαν να τον τιμωρήσουν παραδειγματικά και να τον μεταπείσουν να ασπασθεί τα ψεύτικα είδωλα, παρουσιάσθηκε ο Κορέμων, ο πολυμήχανος έπαρχος της πόλεως, ο οποίος είχε μεγάλη εμπειρία στα βασανιστήρια των χριστιανών. Ο Κορέμων πρότεινε στον αυτοκράτορα να αναλάβει ο ίδιος να εκτελέσει την εντολή του, σύμφωνα με την οποία ο Ελευθέριος ή θα πειθόταν να προσκυνήσει τα είδωλα ή θα οδηγούνταν στον θάνατο κατόπιν βασανιστηρίων. Αφού έλαβε λοιπόν τη συγκατάθεση του αυτοκράτορα, έδωσε την εντολή να φέρουν έναν χάλκινο κλίβανο, μέσα στον οποίο είχαν τοποθετήσει καρφωμένα μυτερά σίδερα. Στη συνέχεια έβαλαν τον κλίβανο πάνω σε δυνατή φωτιά μέχρι να πυρακτωθεί, ώστε κατόπιν να ρίξουν μέσα τον ιεράρχη του Χριστού. Τότε ο γενναίος ομολογητής της χριστιανικής πίστεως άρχισε να προσεύχεται στον Κύριο, ζητώντάς Του να φωτίσει τους διώκτες και βασανιστές του για να μπορέσουν να αποστραφούν τα αναίσθητα είδωλα και να ασπασθούν τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος είναι η αλήθεια, η ζωή και το φως. Η προσευχή του Αγίου Ελευθερίου εισακούσθηκε από τον Θεό και τότε ο μέχρι πρότινος ειδωλολάτρης έπαρχος Κορέμων και ενώ ετοιμαζόταν να βασανίσει τον Ελευθέριο μέσα στον χάλκινο κλίβανο, πλησίασε τον αυτοκράτορα και τον ρώτησε με θάρρος, αλλά και με απορία, ποιο είναι το κακό που έχει διαπράξει ο σεμνός και ενάρετος Ελευθέριος και επιδιώκει τη θανάτωσή του και μάλιστα με τρόπο οδυνηρό και σκληρό. Ακούγοντας έκπληκτος ο αυτοκράτορας αυτά τα λόγια που έδειχναν τη μεταστροφή του Κορέμονος, του είπε ότι τον τίμησε περισσότερο από κάθε άλλο άρχοντα και τον έκανε έπαρχο της πόλεως, χαρίζοντάς του μάλιστα μεγάλα πλούτη. Του πρότεινε επίσης ότι θα του προσφέρει μεγαλύτερες τιμές και δόξες στην περίπτωση που ο Ελευθέριος του έχει υποσχεθεί να του δώσει χρυσό για να μην τον βασανίσει. Τότε ο Κορέμων, ο οποίος είχε ήδη φωτισθεί από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος μετά την προσευχή του Αγίου Ελευθερίου, του απάντησε ότι δεν δίνει καμμία πλέον σημασία στις τιμές και τα χρήματα που του προσφέρει, διότι όλα αυτά θα απολεσθούν, αφού ο αυτοκράτορας θα αφανισθεί μαζί με τα πλούτη του μέσα στο πυρ της κολάσεως. Και αυτό θα συμβεί, διότι επιμένει να ζει μέσα στο σκοτάδι, λατρεύοντας θεούς που δεν μπορούν να σώσουν από τη φωτιά κανέναν, ενώ ο Ιησούς Χριστός έχει σώσει και θα συνεχίσει να σώζει τον πιστό λαό του Θεού. Μόλις ο αυτοκράτορας άκουσε αυτά τα λόγια, εξαγριώθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε έδωσε αμέσως την εντολή να βάλουν μέσα στον πυρακτωμένο χάλκινο κλίβανο με τα σιδερένια καρφιά τον Κορέμονα, τον επιφανή αυτόν έπαρχο της Ρώμης. Ο Κορέμων ζήτησε από τον Άγιο Ελευθέριο να προσευχηθεί στον Θεό για να τον ενισχύσει κατά τη διάρκεια του φρικτού βασανιστηρίου. Και τότε μόλις έβαλαν τον Κορέμονα στον κλίβανο, έγιναν όλοι θεατές ενός νέου θαύματος: αντί να καεί και να ξεσχισθεί, έμεινε αβλαβής με τη χάρη του Θεού. Βγαίνοντας μάλιστα από τον κλίβανο, δοξολογούσε τον Θεό. Όταν ο αυτοκράτορας είδε τη νέα ήττα του, διέταξε οργισμένος να αποκεφαλισθεί διά ξίφους ο Κορέμων. Μ’ αυτόν τον τρόπο ο μέχρι πρότινος ειδωλολάτρης έπαρχος της Ρώμης αναδείχθηκε με τη δι’ αποκεφαλισμού μαρτυρική του τελείωση ένδοξος μάρτυς του Χριστού. 

Μετά από τον μαρτυρικό θάνατο του Κορέμονος ο αυτοκράτορας διέταξε να ρίξουν μέσα στον κλίβανο τον Άγιο Ελευθέριο, αλλά με τη χάρη του Θεού ο μαρτυρικός ιεράρχης του Ιλλυρικού παρέμεινε άθικτος, αφού η μεν φωτιά έσβησε, τα δε σιδερένια καρφιά λύγισαν τα αιχμηρά τους μέρη, έτσι ώστε δεν έβλαψαν καθόλου το σώμα του Αγίου. Μπροστά στο νέο αυτό θαύμα ο χριστιανομάχος αυτοκράτορας έμεινε απαθής, αρνούμενος να δεχθεί την παντοδυναμία του ενός και αληθινού Θεού, ενώ πολλοί που είδαν τα παράδοξα αυτά γεγονότα, άρχισαν να αναφωνούν δυνατά «Μέγας ο Θεός των Χριστιανών». Αλλά ο τυφλωμένος από την κακία αυτοκράτορας σκέφθηκε έναν νέο τρόπο βασανισμού του νεαρού χριστιανού επισκόπου. Έτσι διέταξε τη φυλάκιση του Ελευθερίου και μάλιστα με την εντολή να τον αφήσουν να πεθάνει από την πείνα και τη δίψα μέσα στις σκοτεινές φυλακές της Ρώμης. Όμως κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του στη φυλακή ένα περιστέρι του έφερνε τροφή και έτσι έμεινε ζωντανός και ακμαίος απέναντι και σε αυτό το νέο βασανιστήριο. Βλέποντας απογοητευμένος ο αυτοκράτορας ότι μέχρι στιγμής κανένα μέσο βασανισμού δεν είχε φέρει το αναμενόμενο αποτέλεσμα, μηχανεύτηκε έναν νέο τρόπο μαρτυρίου. Διέταξε να δέσουν τον ένδοξο ιερομάρτυρα του Χριστού πίσω από δύο ζευγμένα άγρια άλογα, στα οποία θα δινόταν η εντολή να τον σύρουν τρέχοντας πάνω σε βραχώδη μέρη, με απώτερο σκοπό να ξεσχισθεί το σώμα του, ώστε στη συνέχεια να τελειώσει την επίγεια ζωή του μαρτυρικά. Όμως και πάλι ο παντοδύναμος Θεός ενήργησε θαυματουργικά και έστειλε έναν Άγγελο, ο οποίος ημέρεψε τα άγρια άλογα και αφού έλυσε τον Άγιο από τα δεσμά, τον ανέβασε πάνω στην άμαξα. Στη συνέχεια τα άλογα κατευθύνθηκαν ήρεμα προς το κοντινό βουνό, όπου εκεί έλαβε χώρα και ένα άλλο παράδοξο γεγονός. Όταν ο Άγιος προσευχόταν, υμνολογώντας το όνομα του Θεού, συγκεντρώνονταν γύρω του πολλά άγρια σαρκοφάγα ζώα, τα οποία έσκυβαν το κεφάλι τους προς τη γη, δείχνοντας μ’ αυτό τον τρόπο τον σεβασμό και την τιμή τους στο πρόσωπό του. Ενδεικτικό είναι ότι η ειρηνική αυτή συνύπαρξη του Αγίου Ελευθερίου με τα άγρια σαρκοφάγα ζώα έγινε αντιληπτή από κάποιους κυνηγούς, οι οποίοι ενημέρωσαν αμέσως τον χριστιανομάχο αυτοκράτορα. Εκείνος απέστειλε κατόπιν εξοργισμένος και χωρίς καθυστέρηση στρατιώτες για να συλλάβουν τον γενναίο ομολογητή της πίστεως. Μόλις όμως εμφανίσθηκαν οι στρατιώτες για να συλλάβουν τον Άγιο, τα άγρια σαρκοφάγα θηρία όρμησαν για να τους κατασπαράξουν. Αμέσως ο σοφός ιεράρχης Ελευθέριος πρόσταξε στα ζώα να μην πειράξουν κανέναν, όπως και έγινε. Απευθυνόμενος στη συνέχεια στους στρατιώτες, τους επέπληξε για το ότι ήρθαν να τον συλλάβουν με όπλα και ξίφη, σαν να επρόκειτο για κάποιο φονιά ή ληστή. Κατόπιν τους ακολούθησε πρόθυμα, καθ’ οδόν όμως τους δίδασκε ότι θα πρέπει να παραδειγματιστούν από τα άγρια θηρία, τα οποία ηρέμησαν με τη θαυματουργή χάρη του Θεού. Γι’ αυτό και θα πρέπει τώρα να γνωρίσουν την αλήθεια της χριστιανικής πίστεως και να πιστέψουν στον Ιησού Χριστό ως Δημιουργό του σύμπαντος για να απολαύσουν τα αγαθά της αιώνιας ζωής. Μάλιστα η διδασκαλία του Αγίου για τον Χριστό ήταν τόσο πειστική και εντυπωσιακή, ώστε πολλοί στρατιώτες σαγηνεύθηκαν και έγιναν χριστιανοί. 

Όταν έφθασε ο Ελευθέριος στη Ρώμη, παραδόθηκε στον αυτοκράτορα, ο οποίος είχε πλέον αποφασίσει να θανατώσει τον γενναίο αθλητή του Χριστού και μάλιστα ενώπιον του λαού και των αξιωματούχων της πόλεως. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα προσφερόταν στους ειδωλολάτρες ένα απολαυστικό θέαμα. Η εντολή του αυτοκράτορα ήταν να ριχθεί σε άγρια πεινασμένα θηρία. Γι’ αυτό και αφέθηκε ελεύθερη μία άγρια και πεινασμένη λέαινα. Αλλά ο Θεός και πάλι προστάτευσε τον αγωνιστή ιεράρχη, αφού μόλις το σαρκοφάγο ζώο πλησίασε τον Άγιο έτοιμο για να τον κατασπαράξει, σταμάτησε και αφού έσκυψε το κεφάλι του, άρχισε να γλείφει τα πόδια του, δείχνοντας έμπρακτα τον σεβασμό απέναντί του. Στο ανήκουστο αυτό θέαμα έμεινε άναυδος ο αιμοβόρος αυτοκράτορας, ο οποίος εξακολουθούσε να επιμένει στην πλάνη του. Τότε αποφάσισε να αφήσει ελεύθερο ένα πεινασμένο λιοντάρι, το οποίο διαθέτει και μεγαλύτερη δύναμη. Όταν όμως το λιοντάρι πλησίασε τον λαμπρό αθλητή της πίστεως, στάθηκε με μεγαλύτερη ηρεμία απέναντί του και μάλιστα αφού αγκάλιασε τον Άγιο, του φιλούσε τα πόδια και με την όλη στάση του έδειχνε την αγάπη του προς αυτόν. Το παράδοξο αυτό θέαμα προκάλεσε τον ενθουσιασμό του λαού, ο οποίος άρχισε να φωνάζει «Μέγας ο Θεός των Χριστιανών». Όταν ο πλανεμένος και παρανοϊκός αυτοκράτορας είδε και πάλι την ήττα του απέναντι στον αήττητο αθλητή του Χριστού, αποφάσισε απεγνωσμένος τη δι’ αποκεφαλισμού θανάτωση του Αγίου. Έτσι με τη δι’ αποκεφαλισμού μαρτυρική του τελείωση παρέδωσε ο σοφός ιεράρχης Ελευθέριος τη μακαρία του ψυχή στον Κύριο, λαμβάνοντας από Εκείνον τον αμάραντο στέφανο της αγιότητος για να δοξάζεται και να τιμάται εσαεί ως της «εὐσεβείας ἐραστής», ως «τῆς θείας χάριτος δοχεῖον καθαρόν», ως «ἀκάματος τοῦ Εὐαγγελίου σκαπανεύς», ως «θαυμαστώσας τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἐν ἄθλοις πολυτρόποις καὶ ἱεροῖς». Το μαρτυρικό τέλος του Αγίου Ελευθερίου παρακολουθούσε και η ευσεβής μητέρα του, η Ανθία, η οποία μετά τον αποκεφαλισμό του μονάκριβου υιού της, έτρεξε και αφού αγκάλιασε το σώμα του, το καταφιλούσε, ενώ μακάριζε τον μαρτυρικό υιό της, ο οποίος υπέμεινε τόσα πολλά βασανιστήρια για το όνομα του Ιησού Χριστού. Βλέποντας οι δήμιοι αυτή τη σκηνή έτρεξαν αμέσως και αποκεφάλισαν και την ενάρετη χριστιανή μητέρα του Αγίου, η οποία μαζί με τον υιό της συναριθμήθηκαν στην ευλογημένη χορεία των πολυάριθμων μαρτύρων της πίστεως. 

Μετά τον αποκεφαλισμό του Αγίου Ελευθερίου και της μητρός του, της Αγίας Ανθίας, των οποίων η πανίερη μνήμη συνεορτάζεται στις 15 Δεκεμβρίου, χριστιανοί από την περιοχή του Ιλλυρικού συνέλεξαν τα ιερά τους λείψανα και με την πρέπουσα εκκλησιαστική τιμή τα ενταφίασαν στην πόλη της Αυλώνας, η οποία ήταν η έδρα της Επισκοπής του Ιλλυρικού, προς δόξαν Θεού και προς ευλογία των χριστιανών. Σήμερα η τιμία κάρα του Αγίου ενδόξου ιερομάρτυρος Ελευθερίου φυλάσσεται ως πολύτιμος πνευματικός θησαυρός στον Ιερό Ενοριακό Ναό του Αγίου Νικολάου (1806) στο ορεινό χωριό Καρυά της επαρχίας Ελασσώνος, ενώ τεμάχια ιερών λειψάνων του Αγίου φυλάσσονται σε αγιορείτικες μονές, καθώς και στον περικαλλή Ιερό Ναό του Παντοκράτορος Πατρών, ο οποίος ανεγέρθηκε σύμφωνα με το σχέδιο του μεγαλοπρεπούς Ναού της Αγίας του Θεού Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως μεταξύ των ετών 1835 - 1840 (ο πρώτος ναός ανεγέρθηκε πάνω στα ερείπια του ναού του Ολυμπίου Διός περί το 900μ.Χ.). 

Ο ένδοξος ιερομάρτυς του Χριστού Άγιος Ελευθέριος είναι ιδιαίτερα λαοφιλής στον ορθόδοξο ελληνικό λαό, αφού η συνταχθείσα προς τιμήν του Ακολουθία γνώρισε επανειλημμένες εκδόσεις από το έτος 1784 και εντεύθεν. Επιπλέον λόγω της παρετυμολογίας του ονόματός του θεωρείται ως προστάτης άγιος των εγκύων γυναικών. Έτσι σύμφωνα με τη λαϊκή πίστη ο Άγιος Ελευθέριος παύει τις ωδίνες του τοκετού και δίνει «καλή λευτεριά» στις επίτοκες γυναίκες, ενώ το όνομά του επικαλούνται και οι φυλακισμένοι, οι οποίοι τον θεωρούν προστάτη τους, αφού οι συγγενείς τους επισκέπτονται τους φερώνυμους ναούς του Αγίου και προσφέρουν αφιερώματα. Ιδιαίτερα διαδεδομένη στην ελληνική επικράτεια είναι και η τιμή του Αγίου Ελευθερίου, αφού πολυάριθμοι ενοριακοί ναοί, παρεκκλήσια και εξωκκλήσια τιμούνται επ’ ονόματί του. Στην Αθήνα ο Άγιος Ελευθέριος τιμάται με ομώνυμους μεγαλοπρεπείς ιερούς ενοριακούς ναούς στις περιοχές Άρεως – Γκύζη (ανεγέρθηκε παραπλεύρως του ομωνύμου παλαιού ναϋδρίου μεταξύ των ετών 1929 – 1932 και εγκαινιάσθηκε στις 12 Ιουνίου 1932), Κάτω Πατησίων, επί της οδού Αχαρνών 382, (θεμελιώθηκε στις 4 Απριλίου 1976 και εγκαινιάσθηκε την 1 Οκτωβρίου 1982), Χαλανδρίου (θεμελιώθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 1977 και εγκαινιάσθηκε στις 10 Ιουνίου 2001), Αμαρουσίου (θεμελιώθηκε το 1979 και εγκαινιάσθηκε το 1995), Νέας Ζωής Περιστερίου (εγκαινιάσθηκε στις 15 Μαΐου 2011), ενώ ενοριακός ναός αφιερωμένος στον Άγιο Ελευθέριο υπάρχει και στην περιοχή των Καμινίων του Πειραιώς. Επίσης επ’ ονόματι του Αγίου τιμάται κλίτος στους τρισυπόστατους ιερούς ναούς Αγίας Φωτεινής Ιλισσού και Ευαγγελισμού Θεοτόκου Αιγάλεω. Αξιομνημόνευτος είναι και ο χρονολογούμενος από τα τέλη του 12ου αιώνα βυζαντινός ναός του Αγίου Ελευθερίου στην πλατεία Μητροπόλεως στο κέντρο των Αθηνών, δίπλα στον μεγαλοπρεπή Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού Θεοτόκου, ο οποίος θεμελιώθηκε στις 25 Δεκεμβρίου 1842 και εγκαινιάσθηκε στις 21 Μαΐου 1862. Ο ναός του Αγίου Ελευθερίου ήταν αφιερωμένος αρχικά στην Παναγία Γοργοεπήκοο, αλλά από το 1862 και με αφορμή την έξωση του Όθωνα και την τυπική λήξη της Βαυαροκρατίας, του δόθηκε το όνομα Άγιος Ελευθέριος. Αλλά και στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο σημαντικός είναι ο αριθμός των αφιερωμένων στον Άγιο Ελευθέριο ιερών ναών. Έτσι στην περιοχή της Θεσσαλονίκης ο προστάτης άγιος των εγκύων γυναικών τιμάται με ομώνυμους ενοριακούς ναούς στις περιοχές Ντεπώ (εγκαινιάσθηκε στις 27 Μαΐου 1962) και Σταυρούπολη (εγκαινιάσθηκε στις 13 Απριλίου 1975), ενώ ενοριακοί ναοί του Αγίου Ελευθερίου υπάρχουν επίσης στην Ελευθερούπολη Καβάλας (καθεδρικός ναός), την Ξάνθη, την Αλεξανδρούπολη, την Πάτρα, τον Πύργο Ηλείας, το Αργοστόλι Κεφαλληνίας, την πόλη της Κέρκυρας, τη Σύμη, το Ηράκλειο Κρήτης και το χωριό Ατσιπόπουλο Ρεθύμνου. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι στην Κρήτη και συγκεκριμένα στην περιοχή των Μουρνιών Χανίων σώζεται μέχρι σήμερα το χρονολογούμενο από τον 17ο αιώνα ερειπωμένο μοναστήρι του Αγίου Ελευθερίου, το οποίο από το 1982 έχει κριθεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και αποτελεί μετόχιο της Ιεράς Σταυροπηγιακής Μονής Χρυσοπηγής Χανίων. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στο καθολικό της μονής έλαβε το Άγιο Βάπτισμα ο γεννηθείς στις Μουρνιές Χανίων το 1864 Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος διετέλεσε επτά φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδος και απεβίωσε στο Παρίσι στις 18 Μαρτίου 1936. Επίσης στο Βόλο, τη Χαλκίδα, την Κοζάνη, την Καβάλα και την Ερμούπολη της Σύρου υπάρχουν ενοριακά παρεκκλήσια αφιερωμένα στον Άγιο Ελευθέριο, ενώ στο όνομα του Αγίου είναι αφιερωμένοι οι κοιμητηριακοί ναοί στο Μαρκόπουλο Αττικής (ανεγέρθηκε το 1906 και εγκαινιάσθηκε το 1907) και στην κοινότητα Αγίου Δημητρίου Ταταούλων της Κωνσταντινουπόλεως (ανεγέρθηκε το 1880 και ανακαινίσθηκε το 1959). 

Διαδεδομένη είναι η τιμή του ενδόξου ιερομάρτυρος Αγίου Ελευθερίου και στην περιφέρεια των νησιών του Αιγαίου. Έτσι το ευλογημένο νησί της Μεγαλόχαρης, η Ιερά Νήσος Τήνος, σεμνύνεται με συνολικά δώδεκα ιερούς ναούς επ’ ονόματι του Αγίου, εκ των οποίων οι δύο είναι ενοριακοί, ευρισκόμενοι ο ένας στη Χώρα της Τήνου και ο άλλος στο χωριό Καρυά, οι δε υπόλοιποι δέκα είναι εξωκκλήσια ευρισκόμενα διάσπαρτα σε όλο το νησί (Πύργος, Πλατιά, Κτικάδος, Χατζηράδος, Κάμπος, Τριπόταμος, Νερόμυλοι, Στενή, Σαγκαρή, Δύο Χωριά). Αλλά και στο εύανδρο νησί της Σάμου, το περιώνυμο για τα επτά ιστορικά του μοναστήρια, τους περικαλλείς ενοριακούς ναούς και τα γραφικά εξωκκλήσια, ο Άγιος ιερομάρτυς Ελευθέριος τιμάται με ομώνυμους ναούς (εξωκκλήσια - παρεκκλήσια) στη Χώρα (μετόχιο της παλαιφάτου Ιεράς Μονής Τιμίου Σταυρού Σάμου – ανακαινισθέν κατά τα έτη 1805 και 1835), τους Μύλους, τον Παγώνδα, τα Σκουραίικα, την Καστανιά, τους Βουρλιώτες και τις Σταυρινήδες. Επίσης ο Άγιος τιμάται με κλίτος στον τρισυπόστατο ιερό ενοριακό ναό του Αγίου Χαραλάμπους πόλεως Σάμου, καθώς και στους δίκλιτους ιερούς ναούς Γεννήσεως Χριστού Μυτιληνιών και Ζωοδόχου Πηγής Μανωλατών. Είναι ενδεικτικό μάλιστα ότι στο ορεινό και γραφικό χωριό Μανωλάτες της Σάμου με την καταπράσινη φύση και την πανοραμική θέα τελούνταν τα παλαιότερα χρόνια μεγάλη πανήγυρη στην εορτή του Αγίου, του οποίου η φυλασσόμενη στον ενοριακό ναό της Ζωοδόχου Πηγής παλαιά φορητή εικόνα χρονολογείται από το 1823. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί και η ύπαρξη παλαιών φορητών εικόνων του Αγίου σε αρκετούς ναούς του ακριτικού αιγαιοπελαγίτικου νησιού (Άγιος Νικόλαος Κοκκαρίου, Κοίμηση Θεοτόκου Νέου Καρλοβάσου, Εισόδια Θεοτόκου Μεσαίου Καρλοβάσου, Αγία Τριάδα Παγώνδου, Άγιος Αντώνιος Άνω Βαθέος, Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος Αμπέλου), καθώς και στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου Σάμου, όπου τελείται πανηγυρικός εορτασμός της μνήμης του. Αλλά και στη Νάξο, το μεγαλύτερο νησί των Κυκλάδων με τους πολυάριθμους βυζαντινούς ναούς, αξιομνημόνευτο είναι το παλαιό μοναστήρι του Αγίου Ελευθερίου στην περιοχή του χωριού Σαγκρί. Η ιστορική αυτή μονή υπήρξε ένα από τα αξιολογότερα θρησκευτικά και πνευματικά κέντρα του νησιού κατά τους δύο τελευταίους αιώνες της Τουρκοκρατίας. Χρονολογείται από το 1636 σύμφωνα με τη διασωθείσα επιγραφή στο υπέρθυρο του καθολικού της μονής, αλλά σύμφωνα με την προφορική παράδοση η μονή θεωρείται αρχαιότερη. Το 1815 ανακαινίσθηκε από τον από του έτους 1788 ηγούμενο της μονής, ιερομόναχο Καλλίνικο Βαρβατόπουλο (ή Βαρβατάκη), ο οποίος ίδρυσε το 1816 στη μονή περιώνυμη Σχολή. Η Σχολή αυτή λειτούργησε έως το 1834, με κύριο σκοπό τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας και την καλλιέργεια του ορθοδόξου χριστιανικού πνεύματος. Όμως και σε άλλα νησιά της πατρίδος μας ο τιμώμενος στις 15 Δεκεμβρίου ένδοξος ιερομάρτυς του Χριστού κατέχει σημαντική θέση στη θρησκευτική συνείδηση των κατοίκων. Έτσι στη Σαντορίνη, η οποία κοσμείται με πλήθος μεγάλων και μικρών ναών που ο αριθμός τους αυξάνεται διαρκώς, ο φιλάγιος επισκέπτης συναντά ναούς του Αγίου Ελευθερίου στο Κοντοχώρι (χρονολογείται από το 1777), την περιοχή Επισκοπή Γωνιάς (χρονολογείται από το 1700), την Οία, τον Πύργο και το Ακρωτήρι, ενώ στο γεωγραφικά μικρό, αλλά ιστορικό νησί της Ύδρας με τα επτά μοναστήρια, ο Άγιος Ελευθέριος τιμάται εντός της πόλεως του νησιού με δύο ομώνυμους ναούς, εκ των οποίων ο ένας ανεγέρθηκε το 1930 υπό του αοιδίμου Μητροπολίτου Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κυρού Προκοπίου εις μνήμην της μητρός του Ελευθερίας, ο δε άλλος χρονολογείται πριν από το 1800. Επίσης επ΄ ονόματι του Αγίου τιμάται ο ναός στις Φυλακές της Χίου, όπου λαμβάνει χώρα ο κατ΄ ἐτος εορτασμός της μνήμης του ως προστάτου αγίου των φυλακισμένων, ενώ στον ιερό ενοριακό ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Τρουλλωτής πόλεως Χίου υπάρχει κλίτος αφιερωμένο στον Άγιο. 

Ο ένδοξος ιερομάρτυς του Χριστού Άγιος Ελευθέριος, ο «θαυμαστώσας τό ὄνομα τοῦ Χριστού ἐν ἄθλοις πολυτρόποις καί ἱεροῖς», κατέστη μέτοχος της ουρανίου σοφίας και διδάσκαλος της χριστιανικής αλήθειας για να πρεσβεύει αδιάλειπτα στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό για τη σωτηρία των ψυχών όλων των χριστιανών. Ας επικαλεσθούμε λοιπόν τις πρεσβείες του λαμπρού αυτού αθλητού της πίστεως για να μας απελευθερώσει από τα δεσμά των παθών μας, αλλά και από την ολοένα αυξανόμενη πνευματική κρίση, ώστε να μπορέσουμε να ζήσουμε εν Χριστῴ σύμφωνα με τις εντολές του Ευαγγελίου, μιμούμενοι την ενάρετη πολιτεία και το αγωνιστικό φρόνημα του σοφού και μαρτυρικού επισκόπου του Ιλλυρικού, Αγίου Ελευθερίου.

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος

Εκπαιδευτικός

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

Ο άγ. Σπυρίδων, όπως τον περιγράφει το Απολυτίκιό του.

Ο Άγ. Σπυρίδων επίσκοπος Τριμυθούντος

Αλέξανδρος Χριστοδούλου, Θεολόγος

Ο Επίσκοπος Τριμυθούντος και Θαυματουργός Σπυρίδων.

Ο άγιος Σπυρίδων (270-348) γεννήθηκε και έζησε στη Κύπρο ασκώντας το επάγγελμα του βοσκού. Ολιγογράμματος, απλός στους τρόπους, ταπεινός, πράος, ενάρετος. Ποτάμι ανεξάντλητο της αγάπης (αγάπης ρείθρον μη κενούμενον), φιλόξενος, προστάτης των χηρών και των πτωχών,  παρηγοριά των θλιμμένων, ανεξίκακος αλλά και πηγή των θαυμάτων. Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες ετιμάτο και όταν ζούσε ως θαυματουργός. Ήταν έγγαμος και είχε μιά κόρη, την Ειρήνη. Όταν κοιμήθηκε η σύζυγός του φρόντισε περισσότερο το βίο της αρετής. Όπως γράφει ο βιογράφος του Συμεών ο Μεταφραστής (P.G, 116, 417-468) «είχε ζωγραφισμένες στον εαυτό του όλες τις αρετές».

 Όταν κοιμήθηκε ο επίσκοπος της μικρής πόλεως Τριμυθούντος, που βρίσκεται μεταξύ Λευκωσίας και Αμμοχώστου, οι πιστοί ομόφωνα τον κάλεσαν να γίνει Επίσκοπός τους. Ως επίσκοπος δεν άλλαξε τη ζωή του. Φρόντιζε το κοπάδι των ζώων του, ασχολείτο με τις γεωργικές εργασίες, φορούσε τα ίδια φτωχικά ρούχα και τον ίδιο σκούφο από πλεγμένα φοινικόφυλλα. Κοιμηθήκε σε ηλικία 78 ετών ειρηνικά στις 12 Δεκεμβρίου του 348 και ενταφιάστηκε στην Τριμυθούντα. Περί τα τέλη του 6ου αι. λόγω επιδρομής βαρβάρων το λείψανο του μετακομίστηκε στην Κων/λη. Μετά την άλωση της Πόλης μεταφέρθηκε στην Ήπειρο και το 1456 μ. Χ. στην Κέρκυρα. Από το 1589 εναποτέθηκε στον επ’ ονόματί του ναό όπου και παραμένει, «αδιάφθορο» διατηρώντας την ελαστικότητα του δέρματος του, μέσα σε πολύτιμη λάρνακα συνεχίζοντας τις θαυματουργικές θεραπείες. Από το λείψανο του λείπει το δεξιό χέρι, το οποίο βρίσκεται στη Ρώμη. Το πλήθος των θαυμάτων του αναφέρει ο βιογράφος του με λεπτομέρειες.

Θα αναφερθούμε στα γεγονότα και τα θαύματα που αναφέρονται στο απολυτίκιο του.

α. « Της συνόδου της πρώτης αναδείχθης υπέρμαχος».

Ο άγιος Σπυρίδων δεν είχε κατά κόσμον σοφία, ήταν όμως θεοφόρος. Εκινείτο από το Άγιο Πνεύμα και ήταν ζηλωτής της ορθοδόξου πίστεως. Επί της εποχής του συνεκλήθη η Α΄ Οικ. Σύνοδος για να καταδικάσει τον Άρειο που δεν δεχόταν ότι ο Υιός είναι ομοούσιος με τον Πατέρα αλλά μόνο ένα κτίσμα (δημιούργημα). Είχαν συγκεντρωθεί τότε οι 318 θεοφόροι Πατέρες που πολλοί από αυτούς ήσαν κάτοχοι της φιλοσοφικής παιδείας της εποχής. Ανάμεσα τους και ο απλός Σπυρίδων που δεν είχε ούτε ευφράδεια, ούτε ρητορική δεινότητα ώστε να μπορέσει να απαντήσει στους σοφιστικούς συλλογισμούς και τους κομψούς και γλαφυρούς λόγους των αντίθετων αιρετικών. Είχε μόνο την αρετή και τη Θεία Χάρη. Ιδιαίτερα διακρινόταν για την ευγλωττία του και τα περίτεχνα τεχνάσματα κάποιος ρήτορας που παρουσίαζε την απάτη του Αρείου ως ορθή διδασκαλία.

Τον πλησίασε ό άγιος και θέλησε να του μιλήσει. Τότε επενέβησαν οι άλλοι Πατέρες που γνώριζαν την απαιδευσία του και την απλοϊκότητά του και τον εμπόδιζαν. Ο άγιος όμως δεν τους άκουσε γιατί είχε το σχέδιο του για την απόδειξη της αλήθειας. Αφού μίλησε σύντομα εκθέτωντας την ορθόδοξη διδασκαλία κρατώντας στο αριστερό του χέρι ένα κεραμίδι και κάνοντας με το δεξί του το σημείο του σταυρού είπε: «Εις το όνομα του Πατρός». Τότε είδαν όλοι να ανεβαίνει πρός τα πάνω η φωτιά, η οποία έψησε το κεραμίδι. «Και του Υιού» συνέχισε ο άγιος. Τότε έτρεξε πρός τα κάτω το νερό με το οποίο ζυμώθηκε η λάσπη του κεραμιδιού. «Και του Αγίου Πνεύματος» συνέχισε  και άνοιξε το χέρι του και έδειξε το χώμα με το οποίο κατασκευάστηκε το κεραμίδι.

Με το θαύμα του κεραμιδιού έμειναν έκπληκτοι όλοι. Το ένα κεραμίδι φανέρωνε τον ένα Θεό και τα τρία στοιχεία του τα τρία ομοούσια πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.

«Οι επίσκοποι επέστρεψαν στις επαρχίες τους, αισθανόμενοι απέραντη αγαλλίαση για την νίκη, εκπληττόμενοι από το θαύμα και δοξάζοντας τον Θεό…Ο αυτοκράτορας, έκπληκτος τίμησε με ξεχωριστές τιμές τον άγιο Σπυρίδωνα». Με το θαύμα αυτό έγινε «υπέρμαχος» της πίστεως.

β. « διό νεκρά συ εν τάφω προσφωνείς».

Κατά το χρόνο της απουσίας του αγίου Σπυρίδωνα στη Νίκαια για τις εργασίες της Συνόδου ξαφνικά απεβίωσε η κόρη του Ειρήνη, η οποία ζούσε ως μοναχή. Ο άγιος με υπομονή και καρτερία πέρασε τη λύπη         του αποχωρισμού. Όταν γύρισε στην επισκοπή του ήλθε μια γυναίκα πολύ λυπημένη και του ανάφερε ότι έδωσε στη κόρη του, όταν ζούσε, ένα πολύτιμο χρυσό κόσμημα για να της το φυλάξει. Ο άγιος έψαξε με κάθε επιμέλεια κάθε σημείο του σπιτιού της κόρης του αλλά δεν το βρήκε πουθενά.

Πήγε τότε στον τάφο της και σάν να ήταν ζωντανή της φώναξε: «Ειρήνη, αγαπημένο μου τέκνο, που βρίσκεται το κόσμημα που σου έδωσαν να το φυλάξεις;». Εκείνη αμέσως , σαν να ξύπνησε από κάποιο ελαφρό ύπνο είπε: «Πατέρα μου, το κόσμημα το έχω τοποθετημένο στο τάδε μέρος του σπιτιού». Ο άγιος μπροστά στην έκπληξη των παρευρισκομένων, σάν να ήταν κύριος της ζωής και του θανάτου, δωρεά που πήρε από τον Χριστό, διέταξε την κόρη του: « Κοιμήσου από τώρα κόρη μου, ως τότε που ο κοινός Δεσπότης, ο Ιησούς Χριστός, θα σε αναστήσει μαζί με όλους κατά την κοινή ανάσταση».

γ. «και όφιν εις χρυσούν μετέβαλες».

Ένας πάμπτωχος γεωργός, γνωστός του αγίου, κατέφυγε σε ένα πλούσιο που είχε γεμάτες τις αποθήκες του σιτάρι ζητώντας να δανειστεί, με την υπόσχεση της επιστροφής. Ο πλούσιος του είπε ότι χωρίς χρήματα δεν θα έπαιρνε ούτε τη σκιά του σπειριού του σιταριού.

Ο καϋμένος έπεσε σε απόγνωση και κατέφυγε στον κοινό θησαυρό των φτωχών, τον άγιο Σπυρίδωνα. Αυτός τον στήριξε με τα λόγια του και του είπε να περιμένει μέχρι την επόμενη μέρα. Πήγε τότε σπίτι του και του έδωσε ένα χρυσό βαρύ αντικείμενο το οποίο θα το έδινε ενέχειρο στον πλούσιο για να πάρει το σιτάρι που χρειαζόταν. Έτσι και έγινε. Ο φτωχός πήρε πολύ σιτάρι έθρεψε την οικογένειά του και έσπειρε τα χωράφια του. Η σοδειά ήταν τόσο πλούσια ώστε έδωσε στον πλούσιο το σιτάρι που του χρωστούσε και πήρε πίσω το ενέχειρο το οποίο επέστρεψε στον άγιο.

Τότε  ο άγιος του είπε: «Ελα τώρα, αδελφέ μου, να το αποδώσουμε από κοινού σ’ Αυτόν που από αγάπη και ευσπλαχνία σου το δάνεισε και σε διευκόλυνε». Τον πήρε μαζί του σε ένα μικρό κήπο και αφού προσευχήθηκε στο Θεό άφησε κάτω το χρυσό αντικείμενο που έγινε αμέσως φίδι ζωντανό που σύρθηκε στο έδαφος και πήγε στη φωλιά του. Γιατί «όφις ο χρυσός ην».

δ. «και εν τω μέλπειν τας αγίας σου ευχάς, Αγγέλους έσχες συλλειτουργούντας σοι».

Κάποτε ο άγιος Σπυρίδων πήγε στο ναό για να κάνει τον Εσπερινό. Δεν υπήρχε όμως λαός. Μόνο οι νεοκώροι και οι βοηθοί. Ο άγιος τους είπε να ανάψουν καντήλια περισσότερα από ότι συνήθως ανάβουν. Ο ίδιος στάθηκε μπροστά στην Αγία Τράπεζα αναφωνώντας το « ειρήνη πάσι». Επειδή όμως δεν υπήρχε ο λαός για να δώσει την απάντηση ακούστηκε από τον ουρανό φωνή πολλών μυριάδων που αντιφώνησε: «Και τω πνεύματι σου». Η φωνή ήταν μουσικότατη και παναρμόνια, δεν έμοιαζε  με ανθρώπινη. Και όταν ο διάκος εκφωνούσε τα « ειρηνικά» τον έπιασε φόβος και δέος γιατί άκουγε το « Κύριε ελέησον» από τις αγγελικές φωνές. Η παναρμόνια αυτή φωνή ακουγόταν και έξω από το ναό. Πολλοί έτρεξαν με φόβο και θαυμασμό να δουν τι συμβαίνει. Μόλις μπήκαν δέν είδαν παρά μόνο τον άγιο και τον διάκο με τους λίγους πιστούς, που κι αυτοί έλεγαν ότι δεν είχαν δεί κανένα, άκουαν όμως φωνή που τους γέμιζε θεία αγαλλίαση. Έτσι βλέπομε τον άγιο Σπυρίδωνα να τελεί την ακολουθία ( μέλπειν τας αγίας σου ευχάς) με συλλειτουργούς τους αγγέλους (αγγέλους έσχες συλλειτουργούντας).

Και σήμερα συνεχίζει τα θαύματα του ο άγιος. 

« Ο θαυματουργός καν τέθνηκε Σπυρίδων, του θαυματουργείν ουκ έληξεν εισέτι» λένε οι στίχοι του συναξαρίου. Δηλ. Ο θαυματουργός Σπυρίδων, αν και πέθανε, δεν έπαυσε και τώρα να θαυματουργεί».

Ταις του σου αγίου πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς. Αμήν.

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2024

Η Σύλληψις της Θεοπρομήτορος Άννης, μητρός της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Η Αγ. Άννα

π. Ραφαήλ Χ. Μισιαούλης,Iεροδιάκονος Ιεράς Μητροπόλεως Ταμασού και Ορεινής, θεολόγος

Στις 9 Δεκεμβρίου, εορτάζουμε τη σύλληψη της Αγίας Άννης, την ημέρα δηλαδή που έμεινε έγκυος η Άννα την Μητέρα όλου του κόσμου, την Παναγία. Αν και δεν γίνεται καμία αναφορά σε κάποιο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, για το πρόσωπο της Μητέρας της Θεοτόκου, της Αγίας Άννας, εντούτοις κατέχει περίοπτη θέση στην ευσέβεια της Εκκλησίας μας.

Το όνομα Άννα προέρχεται από το εβραϊκό Χάνα που σημαίνει «εύνοια, χάρη». Εκείνη, στην οποία επεδείχθη η χάρις και η ευμένεια του Θεού. Καταγόταν από τη φυλή του Λευί. Ο πατέρας της, ο Ματθάν, ήταν ιερέας, ο οποίος ιεράτευε την εποχή της βασιλείας της Κλεοπάτρας και Σαπώρου, βασιλέα των Περσών. Τη μητέρα της την έλεγαν Μαρία. Είχε δύο αδελφές, τη Μαρία και τη Σοβήν. Η Αγία Άννα παντρεύτηκε στη Γαλιλαία, τον Ιωακείμ, από τη φυλή Ιούδα, οι οποίοι απέκτησαν ένα παιδί, τη Mαρία, από την οποία προήλθε ο Υιός και Λόγος του Θεού.

Το ζευγάρι δεν είχε παιδιά. Όμως, με προσευχή, πίστη, υπομονή και αφοσίωση στο θέλημα του Θεού, η Άννα αξιώθηκε να κυοφορήσει σε ηλικία 70 ετών, γι΄ αυτό «ζεύγος καρπογονεί το σεπτόν, την θείαν Δάμαλιν…» . Η Άννα έκανε τάμα στο Θεό «το γεννησόμενον δοτόν σοι προσάξωμεν». Δηλαδή, αν με αξιώσεις να γίνω μητέρα, το παιδί που θα μου δώσεις θα το προσφέρουμε εγώ και ο Ιωακείμ αφιέρωμα σε σένα Θεέ μου.

Η Αγία Άννα, αφού απογαλάκτισε την παναγία Θυγατέρα της, τήν αφιέρωσε στό Ναό τού Θεού σε ηλικία τριών μόλις χρόνων, ως τάμα και δώρο στο Θεό, την οποία τους χάρισε, κι από τότε οι δρόμοι τους χώρισαν. Η Άννα με τον Ιωακείμ ησύχασαν τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής τους, που δεν ήταν πολλά, αφοσιωμένοι ολόψυχα στη λατρεία τού Θεού, στην προσευχή, τη νηστεία και τις ελεημοσύνες.

Σήμερον, λοιπόν, της ατεκνίας δεσμά διαλύονται, σύμφωνα με το απολυτίκιο της Αγίας. Γι΄ αυτό η Αγία Άννα είναι η προστάτις των άτεκνων ζευγαριών. Όσα ζευγάρια δυσκολεύονται να τεκνοποιήσουν, ας παρακαλούν με πίστη, υπομονή και επιμονή την Αγία Άννα, και το αίτημά τους θα εκπληρωθεί, αρκεί ο άνθρωπος να έχει υπομονή και να μην απελπίζεται.

Ας παρακαλούμε την Αγία Άννα να μας χαρίζει πλούσια τη χάρη και την ευλογία της.

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2024

Ο Άγιος Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας

Ο Αγ. Νικόλαος σταματά την τρικυμία

Ο Κύριος, στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία του, εἶπε: «Γίνεσθε οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστι» (Λουκᾶ, στ’ 36). Νὰ γίνεσθε δηλαδή, σπλαγχνικοὶ πρὸς τὸν πλησίον καὶ συμπονετικοὶ στὶς δυστυχίες του καὶ τὶς ἀνάγκες του, καθὼς καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας εἶναι εὐσπλαχνικὸς πρὸς ὅλους. Μιὰ τέτοια προσωποποίηση τῆς χριστιανικῆς εὐσπλαχνίας ὑπῆρξε καὶ ὁ Ἅγιος Νικόλαος.

Ἔδρασε τὴν ἐποχὴ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ, Μαξιμιανοῦ καὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Στὴν ἀρχὴ ἀφιερώθηκε στὸν ἀσκητικὸ βίο, λόγω ὅμως τῆς ξεχωριστῆς ἀρετῆς του τιμήθηκε, χωρὶς νὰ τὸ ἐπιδιώξει, μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχιεπισκόπου Μύρων. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ καθοδηγοῦσε μὲ ἀγάπη τὸ ποίμνιό του καὶ ὁμολογοῦσε μὲ παρρησία τὴν ἀλήθεια.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς τοπικοὺς ἄρχοντες καὶ ρίχτηκε στὴν φυλακή. Ὅταν ὅμως ἀνῆλθε στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἐλευθερώθηκαν ὅλοι οἱ χριστιανοὶ καὶ ἔτσι ὁ Νικόλαος ἐπανῆλθε στὸ ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο. Μάλιστα ἔλαβε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὅπου ξεχώρισε γιὰ τὴν σοφία καὶ τὴν ἠθική του τελειότητα.

Προικισμένος μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας ἔσωσε πολλοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅσο ἦταν ἐν ζωῇ ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του. Γιὰ παράδειγμα ὅταν κάποτε κινδύνευσε κάποιος στὴ θάλασσα – λόγω σφοδρῶν ἀνέμων – καὶ ἐπικαλέστηκε τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου σώθηκε καὶ μάλιστα ἐνῶ βρισκόταν στὴν μέση τοῦ πελάγους βρέθηκε ἀβλαβὴς στὸ σπίτι του. Τὸ θαῦμα ἔγινε ἀμέσως γνωστὸ στὴν Πόλη καὶ ὁ λαὸς προσῆλθε ἀμέσως σὲ λιτανεία καὶ ἀγρυπνία προκειμένου νὰ τιμήσει τὸν θαυματουργὸ Ἅγιο.

Ο βίος του Αγίου Νικολάου

Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε στα Πάταρα της Λυκίας, που είναι στη Μ. Ασία, γύρω στα 250 μ.Χ. Ήταν μοναχοπαίδι. Οι γονείς του ήσαν ευσεβείς και καλής οικονομικής καταστάσεως. Ακολούθησε τον σκληρό, αλλά άγιο δρόμο της ασκήσεως, από μικρός.

Σαν έγινε παιδί του Σχολείου, ήταν επιμελής. Έφευγε μακρυά από συζητήσεις απρεπείς. Δεν ήθελε ποτέ του άτακτες παρέες. Προτιμούσε, αντί των παιγνιδιών, τις συναναστροφές των ηλικιωμένων. Κοντά στους μεγάλους και στους γέροντες άκουε συμβουλές και παραδείγματα, πού τον ωφελούσαν ψυχικά. Άκουε για τους εχθρούς, πού απειλούν την ψυχή και το χαρακτήρα του ανθρώπου. Μάθαινε για τις παγίδες, πού στήνει ο σατανάς στη ζωή των εναρέτων κι έβγαζε πολύτιμα συμπεράσματα.

Όταν όμως ήταν αρκετά μικρός, ο ένας μετά τον άλλο πέθαναν οι ευσεβείς γονείς του, αφήνοντάς του αρκετή περιουσία. Μπορούσε τώρα με αυτή να ζήσει και να καλοπεράσει ο Νικόλαος. Μπορούσε να διασκεδάσει και να χαρεί τη ζωή του. Κάτι τέτοιο όμως δεν θα το δεχόταν ποτέ. Ποτέ δεν έβαζε τον εαυτό του μπροστά. Αυτός σκεπτόταν τους άλλους. Ο νους του έτρεχε στους δυστυχείς, στους ασθενείς, στους φτωχούς, στους αδικημένους και τους πεινασμένους, που ήταν παιδιά του Θεού και αδέλφια δικά του.

Πώλησε, λοιπόν, την περιουσία του και την διέθεσε όλη για τις ανάγκες των φτωχών και αδυνάτων. Έθρεψε, με το αντίτιμο της περιουσίας, ορφανά και χήρες. Έντυσε γυμνούς, δυστυχισμένους. Ανακούφισε απελπισμένους.

Σώζει τρεις αγνές νέες

Στην εποχή του Αγίου Νικολάου, ζούσε στα Πάταρα της Λυκίας, ένας πολύ πλούσιος άνθρωπος, που είχε τρεις ωραίες θυγατέρες. Ήρθε όμως κάποια ημέρα, που έχασε τα πλούτη του. Η φτώχεια του έγινε μεγάλη και ανυπόφορη. Στην απελπισία του σκέφτηκε να κλείσει τις θυγατέρες του σε πορνείο, για να εξοικονομεί χρήματα αρκετά, ώστε να περνούν και πάλι μια ζωή άνετη!

Την ίδια ημέρα όμως, το πληροφορήθηκε κι ο Άγιος Νικόλαος. Έδεσε τότε σ’ ένα μαντήλι τρακόσια χρυσά νομίσματα, τρακόσιες σημερινές λίρες, σαν να πούμε, και μόλις νύκτωσε πλησίασε το σπίτι του άλλοτε πλουσίου, κι από ένα ανοιχτό παραθυράκι πέταξε το μαντήλι με τα νομίσματα μέσα στο δωμάτιο.

Το πρωΐ που ξύπνησε ο πτωχεύσας πλούσιος κακόκεφος, βρήκε στη μέση του δωματίου το μαντήλι με τα χρήματα. Γεμάτος τότε χαρά και αγαλλίαση, την ίδια κι όλας ημέρα πάντρεψε την πιο μεγάλη του κόρη με έναν πλούσιο της πόλεως, που την ήθελε. Τους έδωσε για προίκα όλα τα νομίσματα. Ο Θεός, σκέφτηκε, θα βρει τον τρόπο και για την ευτυχία των άλλων κοριτσιών μου…

Ο Άγιος, αφού είδε, ότι τα χρήματά του εκείνα πιάσανε τόπο, όπως ήθελε ο Θεός, και έγινε ο γάμος, μια άλλη νύχτα έβαλε άλλα τρακόσια νομίσματα σ’ ένα μαντήλι και τα πέταξε από το ίδιο παραθυράκι μέσα στο σπίτι, χωρίς να τον αντιληφθεί κανένας.

Ο πατέρας με τα χρήματα αυτά πάντρεψε και την δεύτερη θυγατέρα του. Ο Θεός, έλεγε, που τα εξοικονόμησε, για τις δύο μου κόρες, θα φροντίσει και για την τρίτη.

Από την ημέρα όμως εκείνη επρόσεχε πάντοτε τη νύχτα αν ξανάρθει ο άγνωστος ευεργέτης, να τρέξει να τον δει ποιος είναι. Και το κατόρθωσε.

Ο Άγιος βλέποντας, ότι πάντρεψε και την δεύτερη κόρη έβαλε πάλι σ’ ένα μαντήλι άλλα τρακόσια χρυσά νομίσματα και πήγε κρυφά και προσεκτικά και τα πέταξε από το ίδιο παραθυράκι.

Ο πατέρας των κοριτσιών είχε όμως τον νου του κι αγρυπνούσε. Μόλις άκουσε τον κτύπο, άνοιξε αμέσως την πόρτα και έτρεξε πίσω από τον Άγιο. Ο Νικόλαος μόλις κατάλαβε, ότι τον αντελήφθησαν άρχισε να τρέχει, θέλοντας να ξεφύγει από τα μάτια του ευεργετουμένου και να μείνει άγνωστος. Εκείνος όμως, που τόσο ευεργετήθηκε από τον άγνωστο σωτήρα του, έτρεξε πιο πολύ και τον έφτασε. Μόλις τον είδε τον γνώρισε. Έπεσε στα πόδια του και τον ευχαρίστησε θερμά.

Την άλλη ημέρα πάντρεψε και την μικρότερή του κόρη. Τρεις γάμοι ευτυχισμένοι πήραν την θέση τους, εκεί που άλλοτε απειλούσε ο ξεπεσμός και η διαφθορά. Και ο ευτυχής πλέον πατέρας των κοριτσιών, πέρασε με ευτυχία τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του.

Κι ο Άγιος περνούσε τις ημέρες του με ελεημοσύνες, με προσευχή και νηστεία.

Σταματάει την τρικυμία

Κάποτε ο Άγιος ανεχώρησε με ένα Αιγυπτιακό καράβι, για τα Ιεροσόλυμα. Μαζί του ήταν και πολλοί Χριστιανοί, που πήγαιναν να προσκυνήσουν τους Αγίους Τόπους. Τη νύκτα βλέπει ο Άγιος στον ύπνο του, ότι ο διάβολος έκοβε τα σχοινιά του καταρτιού στο καράβι. Μόλις ξύπνησε το πρωί είπε στους ναύτες:

– Σήμερα θα μας βρει μεγάλη τρικυμία και θα υποφέρουμε πολύ. Προσευχηθείτε στον Θεό και θα μας φυλάξει από τα κύματα.

Σε λίγο φύσηξε ισχυρός άνεμος και έγινε θαλασσοταραχή μεγάλη. Τα χάσανε όλοι και περίμεναν τον θάνατο.

Ο Άγιος προσευχήθηκε τότε θερμά στον Κύριο και ο άνεμος σταμάτησε. Γαλήνεψε η θάλασσα και όσοι ήταν στο πλοίο ανακουφίστηκαν.

Ανασταίνει τον ναύτη

Την ώρα όμως της μεγάλης τρικυμίας κάποιος ναύτης ανέβηκε στο κατάρτι, για να δέσει τα σχοινιά. Κατεβαίνοντας όμως έπεσε στο κατάστρωμα του πλοίου και έμεινε νεκρός. Ο Άγιος Νικόλαος παρακάλεσε τότε τον Θεό να τον αναστήσει. Και ω του θαύματος! Ο πεθαμένος ναύτης αναστήθηκε σαν να ξύπνησε από ελαφρό ύπνο.

Εκλέγεται Αρχιερεύς

Κοντά στα Πάταρα ήταν μια πόλη, που την έλεγαν Μύρα. Όταν πέθανε ο Αρχιερεύς της πόλεως εκείνης, ζητούσαν να βρουν ένα καλό και άξιο Αρχιερέα. Συνάχθηκαν λοιπόν οι επίσκοποι και κληρικοί της Επαρχίας των Μύρων, για να εκλέξουν Αρχιερέα. Σαν τέτοιο ομόφωνα εξέλεξαν τον Νικόλαο που ήταν ήδη ιερεύς, φημισμένος για την αγιότητα του βίου του.

Ο Άγιος για να φροντίζει την ψυχή του, εκοπίαζε τώρα ως αρχιερεύς πολύ. Πονούσε, αγρυπνούσε, νήστευε, προσευχόταν. Η φιλανθρωπική δράσις του Αγίου μεγάλωσε πολύ όταν έγινε αρχιερεύς. Έκανε ελεημοσύνες και αγαθοεργίες πάντοτε αθόρυβα. Προσπαθούσε να μη τις ξέρουν ούτε οι κοντινότεροί του. Ίδρυσε πτωχοκομείο, ξενώνα, νοσοκομείο και άλλα Ιδρύματα.

Ήταν πράος, ταπεινός και αγαθός, αλλά έδειχνε, όταν έπρεπε, και την επιβαλλόμενη αυστηρότητα. Στους θρασείς και τους αδίκους ήξερε να χρησιμοποιεί σαν ποιμένας, τη ράβδο. Πολλές φορές έλεγχε και φοβέριζε αδίκους πλουσίους, προκειμένου να υπερασπίσει χήρες, ορφανά και αδυνάτους.

Στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο ραπίζει τον Άρειο

Την εποχή εκείνη παρουσιάστηκε στην Αλεξάνδρεια ένας άνθρωπος μορφωμένος, που τον έλεγαν Άρειο. Αυτόν ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο Άγιος Πέτρος ο μάρτυς, τον χειροτόνησε Διάκονο. Εκείνος όμως άρχισε μετά την χειροτονία του να λέγει πράγματα αιρετικά. Έλεγε ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός αληθινός αλλά κτίσμα του Θεού. «Ην καιρός, ότε ουκ ην ο Υιός…».

Όταν το έμαθε ο Αρχιερεύς, τον έδιωξε από διάκονο. Μετά τον θάνατο όμως του Αγίου Πέτρου, ανέλαβε Πατριάρχης, ο Αχιλλάς. Αυτός έφερε τον Άρειο σε θεογνωσία και τον χειροτόνησε Πρωτοπρεσβύτερο Αλεξανδρείας. Και όσο καιρό ζούσε ο Αχιλλάς, ορθοφρονούσε ο ασεβέστατος Άρειος. Μόλις όμως πέθανε ο Αχιλλάς, κι έγινε Πατριάρχης ο Άγιος Αλέξανδρος πάλιν άρχισε να κηρύττει τις αιρετικές του δοξασίες.

Ο Πατριάρχης τότε τον καθήρεσε και τον αναθεμάτισε. Αυτός όμως, εξακολουθούσε να διαδίδει την αίρεσή του. Παρέσυρε μάλιστα με τη μόρφωσή του και την πονηράδα του και μερικούς Αρχιερείς: τον Ευσέβιο Νικομηδείας, τον Παυλίνο Τύρου, τον Ευσέβιο Καισαρείας και πολλούς άλλους κληρικούς.

Η αίρεση πλάτυνε σαν κολλητική αρρώστεια από την Αλεξάνδρεια σ’ όλη την Αίγυπτο και την Αφρική, στην Παλαιστίνη, στη Μικρά Ασία, στην Ελλάδα και στην Κωνσταντινούπολη.

Τότε ο Άγιος Κωνσταντίνος για να σταματήσει το σάλο και το κακό, συνεκάλεσε την Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια. Εκεί μαζεύτηκαν 318 Άγιοι Πατέρες.

Ακούστηκαν ακαταμάχητα επιχειρήματα και φλογεροί λόγοι, που απογύμνωσαν την πλάνη και την αίρεση του Άρειου. Εκείνος όμως δεν παραδεχόταν τίποτε. Αντίθετα προσπαθούσε με τη ρητορική του δεινότητα να μπερδέψει και να αποστομώσει τους Αγίους Πατέρες.

Τότε τον Άγιο Νικόλαο κατέλαβε ιερά αγανάκτησις. Σηκώθηκε από τη θέση του πλησίασε τον Άρειο και από θείο ζήλο πλημμυρισμένος, του έδωσε ένα δυνατό ράπισμα. Αυτό θεωρήθηκε προσβολή προς τον αυτοκράτορα και τους άλλους αρχιερείς γι’ αυτό και αφού του αφαίρεσαν το ωμοφόριον, τον έριξαν στη φυλακή. Την νύκτα όμως μέσα στην φυλακή, φάνηκε ο Χριστός και η Θεοτόκος που του πρόσφεραν ένα Ευαγγέλιο και ένα ωμοφόριο.

Την άλλη ημέρα, πήγαν μερικοί και του μετέφεραν φαγητό. Τον βρήκαν όμως λυμένο από τα δεσμά. Φορούσε μάλιστα το ωμοφόριόν του και διάβαζε το Ευαγγέλιον που κρατούσε στα χέρια του.

-Πού τα βρήκες αυτά; Τον ρώτησαν.

Και ο Άγιος τους είπε όλη την αλήθεια. Αυτό το έμαθε ο βασιλεύς και τον έβγαλε από την φυλακή. Του ζήτησε συγχώρεση, καθώς και οι λοιποί Πατέρες. Η φυλάκισή του, ίσως, ήταν η αιτία για την οποία δεν αναφέρεται τ’ όνομά του και η υπογραφή του στα Πρακτικά της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου.

Μετά τη Σύνοδο, επέστρεψαν όλοι οι Αρχιερείς στις επαρχίες τους και ο Άγιος Νικόλαος στα Μύρα. Παρ’ όλο το βάρος των ετών εξακολουθούσε να εργάζεται εντατικά για την Χριστιανική προκοπή του ποιμνίου του και για τα έργα της φιλανθρωπίας.

Ο άγιος σώζει τρεις στρατηγούς από άδικο θάνατο

Τρεις γενναίοι στρατηγοί, αφοσιωμένοι στον αυτοκράτορα Άγιο Κωνσταντίνο, οι Νεποτιανός, Ούρσος και Ερπυλίων, συκοφαντήθηκαν στον αυτοκράτορα και τον επίτροπό του Αβλάβιο ως στασιαστές. Ρίχτηκαν γι’ αυτό το λόγο στη φυλακή. Το βράδυ πριν από την ημέρα της εκτέλεσής τους, παρουσιάζεται ο Άγιος Νικόλαος στο όνειρο τόσο του αυτοκράτορα όσο και του επιτρόπου του και απειλώντας τους με τιμωρία αν σκότωναν τους αθώους, πέτυχε την απελευθέρωσή τους. Ήταν ακόμα εν ζωή ο Άγιος Νικόλαος.

Το περιστατικό αυτό περιγράφεται σε ένα στιχηρό της ακολουθίας του εσπερινού του Αγίου:

«Ώφθης Κωνσταντίνω βασιλεί, συν τω Αβλαβίω κατ’ όναρ και τούτους φόβω βαλών, ούτως αυτοίς είρηκας. Λύσατε δη εν σπουδή της ειρκτής ους κατέχετε δεσμίους αδίκως, αθώους τυγχάνοντας της παρανόμου σφαγής. Όμως αλλ’ εάν παρακούσης, έντευξιν ποιήσομαι άναξ, κατά σου προς Κύριον δεόμενος».

Η κοίμησίς του

Η εσωτερική αγιότης του Αγίου Νικολάου ξεχυνόταν στη μορφή του. Μπορούσε κανείς να τον αναγνωρίσει, μέσα σε πολλούς ανθρώπους έστω και αν πρώτη φορά τον έβλεπε, από την Αγία του μορφή.

Τόσο δε το πρόσωπό του έλαμπε και ήταν σοβαρό, στοχαστικό, και επιβλητικό, που πολλές φορές μερικοί, που τον συναντούσαν στο δρόμο επέστρεφαν στη θεογνωσία, χωρίς να τους διδάξει. Η παρουσία του τούς έπειθε. Λυπημένοι, που πήγαιναν να πουν το παράπονό τους σ’ αυτόν, μόνο που τον έβλεπαν, τους έφευγε η λύπη και τους ερχόταν η χαρά.

Αλλά ήταν κι αυτός άνθρωπος κι έπρεπε να φύγει από τον κόσμο αυτό. Το 330 μ.Χ. αρρώστησε για λίγο και κοιμήθηκε εν ειρήνη. Προτού όμως πεθάνει, την ώρα που προσευχόταν, σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό και είδε αγγέλους που ήρχοντο να παραλάβουν την αγιασμένη του ψυχή. Τότε είπε τον ψαλμό του Δαβίδ: «Κύριε, επί σοι ήλπισα». Όταν έφθασε στο «εις χείρας Σου, Κύριε, παρατίθημι το πνεύμα μου» έκλεισε τα μάτια του. Ήταν η 6η Δεκεμβρίου του 330 μ.Χ.

Η είδηση του θανάτου του προκάλεσε βαθύτατη θλίψη. Τα δάκρυα χύθηκαν άφθονα. Θρήνος, κλαυθμός και οδυρμός στα Μύρα, η δε κηδεία του έγινε πάνδημη και μεγαλοπρεπής.

Κάτω στη γη θρηνούσαν γιατί έχασαν τέτοιο ποιμένα και διδάσκαλο. Επάνω στον ουρανό πανηγύριζαν άγγελοι και αρχάγγελοι, όσιοι, μάρτυρες και διδάσκαλοι, γιατί δέχθηκαν τέτοιον Άγιο.

Η Εκκλησία στη Δευτέρα Οικουμενική Σύνοδο κατέταξε τον Άγιο Νικόλαο μεταξύ των μεγαλυτέρων και επισημοτέρων Αγίων, ως ισαπόστολον. Γι’ αυτό κάθε Πέμπτη συνεορτάζεται με τους Αποστόλους. Και οι άνθρωποι με τα τροπάρια που έχει η Εκκλησία μας, την ημέρα αυτή του ζητούν τη βοήθεια.

Το Άγιο λείψανό του

Το χαριτόβρυτο σώμα του, εναπετέθη στα Μύρα. Οι χριστιανοί έκτισαν εκεί μεγάλο ναό επ’ ονόματι του Αγίου Νικολάου του θαυματουργού. Από δε το σώμα του ανάβλυζε ιαματικό μύρο. Γι’ αυτό τον λένε και Μυροβλήτη.

Το 1118, επί Αλεξίου Κομνηνού, οι Άραβες ερήμωσαν πολλές πόλεις και μαζί μ’ αυτές και τα Μύρα. Έμεινε μόνο η Επισκοπή και ο ναός του Αγίου που παρέμειναν ως μοναστήρι μέχρι το 1460.

Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, ένας παπικός ιερέας, από την πόλη Μπάρι της Ιταλίας, μετέφερε το λείψανο του Αγίου εκεί. Στο Μπάρι έκτισαν αργότερα και ναό του Αγίου Νικολάου, ο οποίος και σώζεται.

Τα λείψανα του Αγίου τα πούλησε αργότερα ο πάπας στους Ρώσους. Κατόπιν στο Κίεβο, οι Ρώσοι το μοίρασαν σε πολλά τεμάχια. Λείψανα του Αγίου Νικολάου, πήραν και οι Άγγλοι οι οποίοι τον θαύμαζαν για τα θαύματα, που έκανε. Ο πάπας είχε κρατήσει το δεξί του χέρι, αλλά αργότερα, το 1520, το πούλησε και αυτό στον ηγεμόνα της Βλαχίας. Σώζεται στο Βουκουρέστι, μέσα στο ναό του Αγίου Νικολάου.

Η μνήμη του Αγίου Νικολάου τιμάται στις 6 Δεκεμβρίου. Στις 20 Μαΐου γιορτάζεται και η ανακομιδή των λειψάνων του.

Ο Άγιος Νικόλαος ο Στρειδάς

Στο Άγιον Όρος υπάρχει ένα μοναστήρι, που ονομάζεται του Σταυρονικήτα. Ένα μικρό και φτωχό μοναστηράκι τιμημένο στο όνομα του Αγίου Νικολάου. Το μοναστήρι αυτό, στην αρχή κτίστηκε εις μνήμην του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.

Στον καιρό των εικονομάχων όμως, οι μοναχοί έρριξαν πολλές εικόνες στη θάλασσα για να μην τις μολύνουν τα χέρια των εικονομάχων. Μια από τις εικόνες εκείνες, ήταν του Αγίου Νικολάου, που βρίσκεται σήμερα στο μοναστήρι του Σταυρονικήτα και που είναι μια από τις θαυματουργές εικόνες του Αγίου Όρους.

Το μοναστήρι αυτό το έκαψαν κάποτε οι κουρσάροι. Ο Πατριάρχης, ο Ιερεμίας ο Παλαιός, θέλησε να το ξανακτίσει στο όνομα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Κι ενώ οι κτίστες άρχισαν το κτίσιμο, οι μοναχοί έρριψαν τα δίκτυα στη θάλασσα για να πιάσουν ψάρια. Όταν όμως τράβηξαν τα δίκτυα βρήκαν μέσα σ’ αυτά το θαυματουργό εικόνισμα του Αγίου Νικολάου.

Στο μέτωπο του ήταν κολλημένο ένα στρείδι. Όταν το τράβηξαν για να το ξεκολλήσουν συνέβη κάτι το συγκλονιστικό. Έτρεξε αίμα από την πληγή που άνοιξε το στρείδι! Απ’ αυτό το θαύμα, ονομάσθηκε, Άγιος Νικόλαος Στρειδάς. Και η ονομασία αυτή παραμένει μέχρι σήμερα.

Η εικόνα αυτή είναι πολύ παλαιά. Είναι φτιαγμένη όχι με ζωγραφική, είναι ψηφιδωτή. Τέτοιες εικόνες μωσαϊκές, όπως τις λέμε, έχουν φιλοτεχνηθεί σε τοίχους αρκετών ναών. Τέτοιες υπάρχουν στο Δαφνί, στην Αγία Σοφία, στον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης, στην Αγγελόκτιστη στο Κίτι και αλλού. Φιλοτεχνημένες όμως σε ξύλινα, μικρά εικονίσματα υπάρχουν πολύ λίγες.

Μόλις είδε ο Πατριάρχης το θαύμα αυτό του εικονίσματος, αφιέρωσε το καινούριο μοναστήρι που κτιζόταν, στ’ όνομα του Αγίου Νικολάου και όχι του Προδρόμου. Το θαύμα αυτό συνέβη στα 1553.

Εξέταση λειψάνων για ανάπλαση προσώπου

Ο νέος τάφος του Αγίου Νικολάου στο Μπάρι ανοίχτηκε τη νύχτα της 5ης προς την 6η Μαΐου του 1953, επειδή έπρεπε να γίνουν αναστηλωτικά και αναπαλαιωτικά έργα στη Βασιλική του Αγίου Στεφάνου. Με την ευκαιρία αυτή έγινε αναγνωριστικός έλεγχος και καταμέτρηση των οστών που βρέθηκαν στον τάφο από τον καθηγητή της Ανατομίας του Πανεπιστημίου του Bari, Luigi Martino, με τη βοήθεια του Δρ. Venezia Luigi. Μετά, τα λείψανα τοποθετήθηκαν σε γυάλινη κάψα και τέθηκαν σε προσκύνημα στη Βασιλική του Αγίου. Το 1957, ο ίδιος καθηγητής, με τον ίδιο βοηθό πραγματοποίησαν μια δεύτερη εξέταση των λειψάνων, τα οποία αμέσως μετά τοποθετήθηκαν στη σαρκοφάγο από όπου τα είχαν βγάλει αρχικά. Επρόκειτο για μια «ανατομική ανθρωπολογική μελέτη, που απέβλεπε στον προσδιορισμό και την αποτύπωση της εικόνας και των χαρακτηριστικών των οστών και κυρίως στην ανασύνθεση της φυσικής εμφάνισης ή ακόμη και της εικονογραφικής μορφής του ατόμου, στο όποιο άνηκαν τα υπό εξέταση οστικά λείψανα».

Η εξέταση απέδειξε ότι πολλά τμήματα των οστών έλειπαν, και ότι η κάρα είχε διατηρηθεί καλύτερα από τα υπόλοιπα. Παράλληλα, όταν ανοίχτηκε ή σαρκοφάγος, τα οστά βρέθηκαν βουτηγμένα σ’ ένα υγρό διαυγές, άχρωμο και άοσμο, σαν νερό που βγαίνει από βράχο. Όσα οστά βρίσκονταν πάνω από τη στάθμη του υγρού, που έφτανε στα 2-3 εκ. μ. από τον πυθμένα της σαρκοφάγου, ήταν υγρά όπως και τα εσωτερικά τοιχώματα της. Επίσης από αυτό το υγρό ήταν γεμάτες οι μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστών. Η εξέταση του υγρού στα Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Bari έδειξε ότι επρόκειτο για νερό καθαρό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από μικροοργανισμούς. Οι ρωμαιοκαθολικοί του έχουν δώσει τη χαρακτηριστική ονομασία «Manna». Τα σχετικά Αγιολογικά κείμενα λένε ότι και όταν οι βαρηνοί ναύτες έσπασαν την πλάκα, του τάφου του Αγίου στα Μύρα, για να πάρουν τα λείψανα, τα βρήκαν μέσα σε «Θείο μύρο», (άλλοι γράφουν Sanctus liguor ή oleum). Σύμφωνα με τον ερευνητή καθηγητή, η ύπαρξη του υγρού αυτού στη σαρκοφάγο επέδρασε ευεργετικά στην καλύτερη συντήρηση των οστών όλους αυτούς τους αιώνες που πέρασαν. Η μελέτη των οστών έδειξε ότι ο κάτοχός τους έπασχε από αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα και διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση. Θεωρείται ότι αυτά πρέπει να κληροδοτήθηκαν στον Άγιο από κάποια υγρή φυλακή, όπου θα πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία, όπως μαρτυρούν τα σχετικά αγιολογικά κείμενα. Ο ίδιος καθηγητής εκτέλεσε ανάπλαση της μορφής του Αγίου Νικολάου με βάση τα οστά της κάρας του, και το αποτέλεσμα έμοιαζε με τη μορφή του Αγίου όπως εικονίζεται στο Παρεκκλήσιο του Άγίου Ισιδώρου της Βασιλικής του Άγίου Μάρκου Βενετίας.

Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, Η εμφάνιση της Παναγίας, η θαυματουργική του ίαση και περί ασθενείας

Ο Αγ. Σεραφείμ του Σάρωφ Επιμέλεια: Στέλιος Κούκος Έπρεπε λοιπόν να παλεύη ο Πρόχορος [πρόκειται για το βαπτιστικό όνομα του Αγίου Σεραφείμ ...